United States or Italy ? Vote for the TOP Country of the Week !


Απ' εκεί θα επερνούσαν όλα τα παιδία της κάτω ενορίας, δηλαδή τα δύο τρίτα των παιδιών του χωριού, εις το γύρισμά των από την επάνω ενορίαν, ότε θα είχαν ικανά κέρματα εις τα θυλάκιά των. Ο Παλούκας δεν εσκέφθη περισσότερον.

Το φάντασμα τούτο ήτο ο μεγαλείτερος τρόμος όλων των παιδιών. — Μη φοβάσαι! μη φοβάσαι! Έλεγα προς τον τρομασμένον Φαφάναν και τον ερωτούσα: — Όλα, μωρέ, σου τα πήρε το σκυλοκρέββατο; — Και το τάλλαρο! απήντησεν ο Φαφάνας, πνιγμένος μέσα εις τα δάκρυα.

Τόσον δε πλήρη τροφής είναι τα ανώτερα μέρη των παιδίων, ώστε πέντε μηνών ήδη όντα δεν δύνανται να στρέφωσι τον αυχένα, διότι, όπως και εις τους πολύ μεθυσμένους, ούτω και εις αυτά πολύ υγρόν φέρεται εις τα άνω μέρη. 10.

Ωμοίαζε με γραίαν νωδήν, με τας κόγχας κενάς ομμάτων, με τα ώτα βομβούντα από ήχους φαιδρών φωνών παιδίων, χλευαζόντων σκληρώς την αδυναμίαν της.

Μα κι' έτσι ας πάει, και μ' όλα της τα κάλλη, πίσω στ' Άργος με τα καράβια τα γοργά, πάρα στερνά να μείνει και να μας φέρνει συφορές κι' εμάς και των παιδιών μας160

Ο πατέρας του ήταν καλός καραβοκύρης στο νησί μας· αλλά κάποια Κοντοσκαλιώτισα του εσήκωσε τα μυαλά. Και αν ήταν τα μυαλά, μικρό το κακό· του εσήκωσε όμως και το ψωμί των παιδιών του. Άφησε τέσσερα κορίτσα, τη γυναίκα του και τον Μανωλιό μικρόν κ' εκόλλησε μαζί της. Ούτε γράμμα, ούτε λεφτά έστελνε σπίτι του. Πού να χόρταση ο ρούφουλας!

Τα παιδάκια τα ανηρτημένα επί της λευκής ποδιάς ήσαν ομοιώματα μικρών παιδίων, ταχθέντα από τας μητέρας, όταν τα μικρά των ήσαν άρρωστα, εις την Παναγίαν την Γλυκοφιλούσαν, την μητέρα του θείου βρέφους, και προσφερθέντα εις τον ναόν της μετά την ίασιν των αρρώστων. Το ομοίωμα του μικρού ζώου ήτο και αυτό βεβαίως από τάξιμον.

Από τη δεύτερη πάλε γυναίκα του, τη Φάουστα, είχε τον Κωσταντίνο και τον Κώστα. Έχουνε να πουν πως η Φάουστα τονέ μισούσε τον Κρίσπο, σα μητρυιά του που είταν, από αγάπη τω δυο της παιδιών, και πως τάχατες τραβούσε τον αυτοκράτορα από το μέρος της. Άλλοι πάλε υποψιάστηκαν το ενάντιο κ' είπαν πως από την αγάπη που είχε του Κρίσπου τον έψηνε στη ζούλια η Φάουστα τον άντρα της.

Εγώ δε κρυπτόμενος όπισθεν των δένδρων ηκολούθησα μακρόθεν την συνοδίαν, μέχρις ου είδα τον Αιθίοπα ανοίγοντα την θύραν του κήπου μας και τας γυναίκας μετά των παιδίων εισερχομένας εντός αυτού. Τελευταία εισήλθεν η Δέσποινα. Προτού διαβή την θύραν εστράφη. Ησθάνετο ότι ακολουθώ τα ίχνη της! Εισήλθε μετ' αυτής ο φύλαξ του χαρεμίου, και η θύρα εκλείσθη.

Απίθωσε τον μοναχογυιό της κάτω απ' την εικόνα, άναψε ένα κερί ίσα με το μπόι του στον άγιο και παρακάλεσε γονατιστή: «ΆηΣτυλιανέ μου, σωτήρα των παιδιών του κόσμου, λυπήσου με κ' ελέησέ με. Σου παραδίνω το μονάκριβό μου. Βάλε το χεράκι σου απάνω του, να ζήση και να μεγαλώση, να μοιάση του πατέρα του». Αυτά είπε η φτωχή η Δροσούλα, ποτίζοντας με δάκρυα τις πλάκες της εκκλησιάς.