United States or Montenegro ? Vote for the TOP Country of the Week !


Φωναί παιδίων, άσματα νεανίδων, καγχασμοί γυναικών, διαταγαί ανδρών, προπόσεις πυκναί και γελαστικαί, κάκου κάπου κλαυθμός οξύς κανενός νηπίου απετέλουν πολύφωνον συναυλίαν συμποτικού γεύματος, όπερ είχε στρωθή υπό πυκνόφυλλον υψηλήν δρυν, εν μέσω του χωραφίου κειμένην. Αυτά είνε της εξοχής τα ηδέα και απλά.

Οι παρόντεςείχε δε προστρέξει σχεδόν όλη η πόλις, μετά των γυναικών, των παιδίων και των γερόντωνκατελήφθησαν υπό συγκινήσεως και ήρχισαν να εύχωνται και να προσκυνούν. Αυτός δε επρόφερε λέξεις ακατάληπτους, ως Εβραϊκάς ή Φοινικικάς, και εξέπληττε τους ανθρώπους μη εννοούντας τι έλεγε, πλην των ονομάτων του Απόλλωνος και του Ασκληπιού, τα οποία ανεμίγνυεν εις τα ακατάληπτα εκείνα.

Κουρασμένος, έβλεπε σαν ξένα τα δέντρα και την αυλή και το σωρό των παιδιών, που στεκόντανε στον ήλιο· κι όλη την ώρα το βλέμμα του είτανε τόσο παράξενο, σα να συλλογιζότανε γιατί όλα αυτά δεν είταν τόσο ωραία, όπως άλλοτε.

Όχι μια όχι δυο μα δεκαείκοσι φορές τον χρόνο, βλέπεις το αγνό νερό να στολίζεται με το αίμα των παιδιών μας και την πύρινη αμμουδιά να δαγκώνεται από τα κεφάλια των αράπηδων και το ακρογιάλι αναστατωμένο από πατήματα και άρματα σπασμένα και νεκρά κορμιά, σαν να επάλαιψαν γίγαντες εκεί. Έτσι έγινε και φέτος και πολλοί καπετάνοι έκλαιαν τους ναύτες τους.

Δύο πύλας είχεν η ευρεία αυλή, την μεγάλην και την μικράν. Και τας δύο τας είχε κλείσει επανειλημμένως η Γιαννού με τον μοχλόν, ή με τον μάνδαλον, ελπίζουσα να εύρη ησυχίαν· κ' αι δύο ευρίσκοντο μετ' ολίγον ανοικταί εκάστοτε· τούτο διότι και οι ένοικοι ελάμβαναν συχνά ανάγκην να εισέλθουν ή να εξέλθουν, και άλλοι εκτός των παιδίων έξωθεν ήρχοντο, συγγενείς ή φίλοι της οικίας.

Ο Ιησούς ευλογήσας αυτά είπεν «ότι των τοιούτων είναι η βασιλεία των ουρανώνδιότι αι καρδίαι των παιδίων είναι καθαραί και αμίαντοι από τας κακίας και τα πάθη, και επομένως άξιαι της θείας αγάπης. Κατά την αυτήν ημέραν παρουσιάσθη και νεανίσκος, όστις ηρώτησε τον ΙησούνΤι αγαθόν να πράξω διά να έχω ζωήν αιώνιον ;

Ναι, μα βλέπεις, δεν τονέ γνωρίζεις, Σβεν, του είπε η μαμά. — Μπορούσε όμως να είναι ευγενής, είπε ο Σβεν. — Μα τα παιδιά δεν πρέπει να μιλούνε στους ξένους, του παρατήρησε η μαμά. — Νόμιζα πως θα χαιρότανε νακούση πως δε θα φαίνουμαι πια σαν κορίτσι. Άμοιρο παιδάκι! συλλογίστηκε η μαμά, και θύμωσε πάλι μέσα της, όταν στοχάστηκε όλους τους σκυθρωπούς ανθρώπους, που σβήνουν τη χαρά των παιδιών.

Η δευτέρα ζυγιά των παιδιών έφθασε μετ' ου πολύ, είτα η τρίτη και η τετάρτη. Όλα τα ομοιοπαθή παιδία δεν ήργησαν να συνεννοηθώσιν ομού. Τέλος ο Στάμος, όστις ήλθε τελευταίος μετά του Αργύρη, επρότεινε και όλοι εψήφισαν να εκτελέσωσι τακτικήν νυκτερινήν έφοδον κατά της οικίας.

Αι τέσσαρες γυναίκες, η σπιτονοικοκυρά μαζί με την κόρην της, η Κατερνιώ η ζωντοχήρα, κ' η κυρά Μήτραινα, η μήτηρ της μισής δουζίνας παιδιών, έκαμαν μέγαν συνασπισμόν και σταυροφορίαν εναντίον της Σταυρούλας.

ΤΥΧ. Και όμως δεν φαντάζεσαι, φίλε μου, τι έλεγε και πώς τα διεβεβαίωνε τα περισσότερα ορκιζόμενος εις την ζωήν των παιδιών του, ούτως ώστε, ενώ τον παρετήρουν, έκανα διαφόρους σκέψεις, και οτέ μεν εσκεπτόμην μήπως ετρελλάθη και τα έχασε, άλλοτε δε πώς δεν διέκρινα τόσον καιρόν ότι είνε ψεύστης και ότι έκρυπτε υπό την λεοντήν γελοίον πίθηκον? τόσον απίθανα πράγματα έλεγε.