Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 2 Ιουνίου 2025
Η γυναίκες, που περίμεναν τους παράδες, σαν έφτασε ο ναύτης πήγαν να μάθουν και άκουσαν τη συφορά! Εμουρμούρισαν, φυσικά, γιατί η φτώχεια κάνει σκληρό τον άνθρωπο και ύποπτο. Ο καϋμένος ο ναύτης είπεν όλη την αλήθεια, μα δεν τον πίστεψαν.
Άλλο Δωμάτιον εις το ΚΑΣΤΕΛΙ Εισέρχονται ΟΡΑΤΙΟΣ και ΥΠΗΡΕΤΗΣ ΟΡΑΤΙΟΣ Αυτοί, 'πού με ζητούσαν, τίνες είναι; ΥΠΗΡΕΤΗΣ Ναύταις, Κύριε, — λέγουν ότι γράμματα σού φέρνουν. Ασπασμούς από κανένα μέρος δεν περιμένω, ειμή του Πρίγκιπος Αμλέτου. Εισέρχονται ΝΑΥΤΑΙΣ Α’ ΝΑΥΤΗΣ Κύριε, ο Θεός να σε πολυχρονίση. ΟΡΑΤΙΟΣ Και σε ομοίως. Α’ ΝΑΥΤΗΣ Θα με πολυχρονίση, Κύριε, αν το θέλη.
— Υποκείμενο αλήθεια! Είπεν ο παππά Κύριλλος. — Μα τι γυρεύεις από άθρεπο που, μαζή με τη μάννα του, εστάθηκεν αιτία να χαθή ο καϋμένος ο πατέρας του, ο καλός άθρεπος και ο λαμπρός εκείνος ναύτης. — Αλήθεια, είπεν ο παππά Κύριλλος, ήκουσα κ' εγώ αυτή την ιστορία του ναύτη, μα μόνο άκρες μέσες. Τη στιγμή εκείνη η γυναίκα του μπακάλη τον εφώναξε μέσα.
Την στιγμήν εκείνην ανέβαινε την κλίμακα του πενθούντος εκείνου οικίσκου νεαρός ναύτης με μεγάλα ρωσσικά υποδήματα, με αμπαδίτικα φορέματα χονδρά και ένα μουσαμά απ' έξω ως επανωφόριον και μίαν προβιάν εις την κεφαλήν. Κόσμος πολύς έτρεχε κατόπιν του. Η εκκλησία εκενώθη σχεδόν. Ήτο ο Νικολάκης. Η ωραία Κυρατσούλα εις την αιφνιδίαν θέαν του έμεινεν άφωνος. Ελιποθύμησεν.
Και ανοιγείσης της θύρας, εισήλθε συγκεκινημένος ο καπετάν Νικολάκης, ανήρ έως 45 ετών, ισχυράς κράσεως, ψημένος εις τους ήλιους του Ισημερινού και της θαλάσσης την άλμην, ροδοκόκκινος ναύτης, κυρτός ολίγον περί τους ώμους, με λαιμόν κοντόν, ξυρισμένος τους μύστακας, κομμένην έχων την υπόλευκον κόμην, φέρων πίλον χαμηλόν, κασκέτον, και ιμάτια καινουργή αγγλικού στερεού υφάσματος.
ΔΩΡ. Όσα μπορεί να δώση ένας φτωχός ναύτης, άνθρωπος μισθωτός. Τώρα όμως που επροβιβάστηκα κι' έγεινα τοίχαρχος του δεξιού, δεν κάνεις καλά να με περιφρονής.
— Νά βρε! έλεγε προς τους πειράζοντας αυτόν νεανίας. Μ' αυτό το φέσι, βρε σεις, επήγα εγώ μέσ' 'ς τη Μαρσίλια. Aϊντήτε και σεις ντε; Να! Και κάμπτων τον αγκώνα, προσέθετεν επίδεικτικώς: — Κοτσάνι! Και τωόντι ο ευφυής ούτος ναύτης εσχηματίσθη εις πλοίαρχον μόνος του.
ΧΟΡΟΣ Ω φίλε, γυιέ του Οιδίποδα, φοβήθηκα γρικώντας των αρμάτων βροντοχτύπημα σαν έτριξαν τ’ αξόνια τροχοκίνητα, και τρίξανε στα δόντια των αλόγων τα δουλεμένα στη φωτιά τα γκέμια τα χαλινάρια που τα τιμονεύουν. ΕΤΕΟΚΛΗΣ Και τι; μην τάχα ο ναύτης, αν από την πρύμνη τρέξη στην πλώρα, θα ’βρη τρόπο να γλυτώση, όταν τα κύματα δαμάσουν το καράβι;
Ο Ρένας είδεν ότι μπορούσε να γνωρίζει τη διαταγή από την πτώση. Η επίσημη ονομαστική του έφερνε την απέχθεια. Η κλητική, ήτανε φιλική και δεν τάραζε το αυτί του. Και όχι μόνο η φωνή, αλλά και το περπάτημα έδειχνε τον άνθρωπο. Ο νεοπροβιβασμένος εκείνος υπαξιωματικός πήγαινε και δεν κύτταζε στα πλάγια του. Ο ναύτης που τον φωνάξανε για αγγαρίαν έσκυβε προκαταβολικά τους ώμους και σκάλιζε τη μύτη.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν