Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 19 Μαΐου 2025


Ίδε, ούτοι οίδασι τι ελάλησα Εγώ». Η εμφαντική επανάληψις του Ε γ ώ, και αύτη η ασυνήθης σημαντική τοποθέτησίς του εις το τέλος της προτάσεως, δεικνύουσιν ότι αντίθεσις ήτο ίσως το σκοπούμενον· ως εάν έλεγεν, «Το μεσονύκτιον τούτο, η στάσις αύτη, η μυστικότης, η άκοσμος αύτη παρωδία της δικαιοσύνης, είνε &σα&, όχι &Εμά&. Ουδέποτε υπήρξεν απόκρυφόν τι εν τη διδαχή Μου· ουδέποτε έκρυψα τας πράξεις μου.

Ναι, το καρυοφύλλι μου· είπεν εγωιστικώς ο γέρων. Ο ενωμοτάρχης εγέλασε θορυβωδώς διά το νέον άκουσμα και οι χωρικοί τον εμιμήθησαν ασυνειδήτως. Οι χωρικοί παρηκολούθουν απ' αρχής την φιλονεικίαν αυτήν του γέροντος και του ενωμοτάρχου.

«Αλλά, θα εκφωνήσης βέβαια, εγώ σου ζητώ νέα εξ Αθηνών, και συ μου γράφεις διά τα ΜεδιόλαναΣυγχώρει με, αγαπητή μου· έχεις δίκαιον. Ελησμονήθην προς στιγμήν, αλλά δεν σου γράφω και διατί ελησμονήθην, διότι . . . γνωρίζω ότι θέλεις επιστολάς couleur de rose, και αν σου έγραφον την αιτίαν της λήθης μου, πολύ διαφορετικόν θα είχεν η αιτιολογία μου το χρώμα.

Το νησί είναι γιομάτο βρόντους, αχούς και γλυκούς ήχους, που τέρπουν και δεν πειράζουν· πότε μύρια γύρου λεπτά λαλούμενα σιγοκελαϊδούν στ' αυτιά μου· πότε φωνές, και ας εξύπνησ' από πολύν ύπνο, με κάνουν και ξαναποκοιμιώμαικαι τότε στης υπνοφαντασίας μου τα νέφη, φαίνεταί μου, σχίζονται, και φανερώνουν πλούτη έτοιμα να πέσουν απάνω μου, τόσο που όταν ξυπνάω φωνάζω να μεταϊδώ τα ονείρατα.

Αλήθεια, ήτο μικρό, πολύ μικρό· μέσα εις την τόση πείνα όπου είχαν, ποιος να φάγη να γιατρευθή και ποιος να φάγη να 'γειάνη; αλλ' από τίποτε, καλό κι' αυτό. . . Και η Μάρω έβαλε την χείρα εις τον κόλπον της και το εξήγαγε μετά χαράς. — Δικό σου, Γιάννο μου· είπε, προσφέρουσα αυτό εις τον αδελφόν της. — Ψωμί; α, όχι· είνε δικό σου. — Εγώ δεν πεινάω.

ΕΔΓΑΡ Κανείς αχρείος θα μ' εσυκοφάντησε. ΕΔΜ. Το υποπτεύομαι. Έχε υπομονήν, έως ου να μετριασθή η έξαψίς του. Κάμε ό,τι σου λέγω. Κλείσου εις την κατοικίαν μου και θα σου εύρω τρόπον ν' ακούσης τον πατέρα μας τι λέγει. Πήγαινε, σε παρακαλώ. Πάρε το κλειδί μου· κύτταξε, αν τύχη και σαλεύσης απ' εκεί, να ήσαι ωπλισμένος. ΕΔΓΑΡ Ωπλισμένος, αδελφέ! ΕΔΜ. Αδελφέ, σε συμβουλεύω διά το καλόν σου.

Αγκαλά με τες μεγάλες τους αδικίες κατάκαρδα πληγωμένος, όμως μετέχω με τον υψηλότερο λόγο μου ενάντια στην οργή μου· λάμπει καλύτερα η αρετή παρά η εκδίκηση· αφού μετανοήσανε, το νόημα του σκοπού μου δεν απλώνει παρέκει, μήτε να τους ασχημοκυττάζω. Πήγαινε, ελευθέρωσε τους Άριελ. Λύω τα μάγια μου, γειαίνω τα λογικά τους, και ας γυρίσουν όποιοι ήταν. ΑΡΙΕΛ. Τρέχω να τους φέρω, Κύριε.

Κοριτσάκι μου, εσύ που προβαίνεις στο παράθυρό σου, αντίκρυ στην κάμερή μου, και με κοιτάζεις κι απορείς και δεν ξέρεις γιατί άξαφνα σηκώνουμαι και περπατώ, άξαφνα κάθουμαι και γράφω, γιατί ξεσκίζω κάθε τόσο μια κόλλα χαρτί και ξαναρχίζω, γιατί κάποτε χαμογελώ και κάποτε πάλε στέκουμαι ώρες και συλλογιούμαι, κοριτσάκι μου εσύ, να σου πω τα ιστορικά μου· δυο πράματα σιχαίνουμαι στον κόσμο, δυο είναι που μου φέρνουν αηδία, να ταξιδέβω και να γράφω.

Πολύ πιο σωστό είναι να μην αρνηθώ τη γενιά μου· τότες με σέβεται κι ο κόσμος. Εμένα με φτάνει που με δείχνετε τόση καλοσύνη, με φτάνει που καταδέχεστε και μ' ακούτε. Δεν είναι δουλειά μου να βγάλω σήμερα στη μέση τέτοια ζητήματα. Ήθελα μόνο και μόνο να σας μιλήσω για κάτι ζητήματα της γλωσσικής μας ιστορίας.

Θυγατέρα μου, της είπεν, ιδού που ήλθα διά να ανταποδώσω ευχαρίστησες του μεγάλου προφήτου, που είμαι χρεώστης διά την φθοράν, καθώς το έμαθες, των εχθρών μου· διά το οποίον είμαι τόσον κατανυκτικός, που αποθαίνω από την ανυπομονησίαν εις το να του φιλήσω τα ποδάρια, και να του κάμω την πρέπουσαν ευχαρίστησιν.

Λέξη Της Ημέρας

ταίριαζαν·

Άλλοι Ψάχνουν