Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 4 Ιουνίου 2025
Εις το υπόστεγον μέρος της αυλής το καλούμενον Λαδαρειό, δίπλα εις την πελωρίαν ξυλίνην καρούταν, ομοιάζουσαν πολύ με την Κιβωτόν του Νώε, όπως την ζωγραφίζουν, πλησίον εις το φρέαρ, και όπου η αναθάλλουσα τεραστία μορέα εξέτεινε τους μεγάλους καταπρασίνους κλώνους της, ως χιαστήν ευλογίαν διδομένην σταυροειδώς εις αξίους και αναξίους, ο μικρός κήπος φραγμένος με δρύφακτα εξεδίπλωνε πολύχρωμα μεθυστικά άνθη εις δρόσον γλυκασμού και τρυφήν ομμάτων δι' όλα του Θεού τα πλάσματα· δίπλα εις την μικράν κάμινον με την κτιστήν στέρναν των στεμφύλων, είχεν η Φραγκογιαννού την μεγάλην, βαθείαν σκάφην της, παραπλεύρως ταύτης άλλην σκάφην η Κρινιώ, και ακούραστοι αι δύο από δύο ημερών έπλυνον, εμπουγάδιαζαν, εξέβγαιναν, άπλωναν, εστέγνωναν, εμάζευαν, και ακόμα δεν είχον τελειώσει την καλήν των εργασίαν.
— Είδεν ο Θεός τον πόνον σου και σου στέλλει μικράν βοήθειαν, είπεν ο αγαθός ιερεύς. Ο γυιός σου, σου γράφει από την Αμερικήν. — Απ' την Αμέρικα ; ο Γιάννης! ο Γιάννης με θυμήθηκεν; ανέκραξε περιχαρής, ποιούσα το σημείον του Σταυρού η γραία. Και είτα προσέθηκε· — Δόξα σοι ο θεός! Ο ιερεύς έβαλε τα γυαλιά του και εδοκίμασε ν' αναγνώση.
— Η επιθυμία σας αύτη, είπε, με τιμά πολύ, αλλ' είναι ακόμη νέα η μικρά μου και δεν σκέπτομαι περί υπανδρείας της. — Τι μικρά; Δεν εζήτησα την μικράν. Σας ζητώ την... Ήθελε να είπη το όνομά της, αλλ' ανελογίσθη ότι δεν το εγνώριζε. — Σας ζητώ την μεγάλην, επανέλαβε. Εις τούτο ο Κ. Μητροφάνης δεν ηδυνήθη πλέον να υποκρύψη την έκπληξίν του. Πρώτην φοράν εζητείτο εις γάμον η πρωτότοκός του.
Αδύνατον όμως ήτο να εύρη ο Πλούτων ησυχίαν προ της ανευρέσεως και του πρεσβυτέρου του κυρίου. Ευθύς ως έμεινε μόνος, ωρθώθη επί των κλονουμένων ποδών του και έσπευσεν εις το θεραπευτήριον και εκείθεν εις την μικράν υπόστεγον αυλήν, όπου απεθέτοντο μέχρι της εκφοράς των οι αποθανόντες.
Ο φαιδρός και πρόθυμος πάντοτε Γιαννάκης, ο υιός του πλοιάρχου, αλλαγμένος γαλάζιαν βλούζαν, εκτελεί χρέη καμαρώτου, παθόντος εκ ναυτίας του τοιούτου και κοιμωμένου ακόμη, και ανάψας κηρίον και θέσας πυρ μετά θυμιάματος εις το ορειχάλκινον στιλπνόν θυμιατήριον, θυμιά πρώτον ευλαβώς την εικόνα του Αγίου Νικολάου, μικράν επάργυρον, κρεμαμένην από τινος δοκού εν τη άκρα του θαλάμου, και είτα πάντας τους λοιπούς, ψάλλων και το μεγαλυνάριον του Αγίου «Ορφανών προστάτην.... » Τέλος ασπάζονται πάντες την εικόνα του θαλασσινού ιεράρχου ευωδιάζουσαν θάλασσαν ως να ηγωνίζετο και ο Άγιος με τους ναύτας όλην την νύκτα παλαίων κατά των κυμάτων.
Ωδήγησε δε αυτήν εις τον υπόγειον διάδρομον, τον άγοντα προς την μικράν θύραν. — Πού υπάγομεν, Μάχτο; ηρώτησεν η Αϊμά, αισθανθείσα σκότος και υγρασίαν. — Εις την θύραν, απήντησεν υπόκωφος η φωνή του ανθρώπου εκείνου. Η Αϊμά δεν απηύθυνε δευτέραν ερώτησιν. Ότε έφθασαν εις την ορσοθύραν, ο ψευδής Μάχτος απέσπασε τον βραχίονα από της χειρός της Αϊμάς και εψηλάφησε να εύρη τους μοχλούς της θύρας.
Αυταί αι ογδοήκοντα οικογένειαι έτυχε να αποδημώσι κατά την ημέραν της καταστροφής, και ούτω περιεσώθησαν. Εκυρίευσε λοιπόν την Ξάνθον ο Άρπαγος και ομοίως όλην σχεδόν την Καύνον, διότι οι πλείστοι των Καυνίων εμιμήθησαν τους Λυκίους. Ενώ ο Άρπαγος εποίει ανάστατον την μικράν Ασίαν, ο Κύρος υπέτασσεν όλα τα έθνη της άνω Ασίας χωρίς να φεισθή ουδενός.
Ο περιηγητής σήμερον, καθώς εξέρχεται από την κοιλάδα των Περιστερών, και ρίπτει το πρώτον άπληστον βλέμμα εις την Γεννησαρέτ, θα ίδη μικράν λίμνην, ομοιάζουσαν με κινύραν το σχήμα, δεκατριών μιλίων το μήκος, έξ δε το πλάτος.
Διά τας αρετάς όμως η γνώσις αυτών έχει πολύ μικράν σημασίαν ή σχεδόν καμμίαν, ενώ τα άλλα δεν έχουν μικράν σημασίαν, αλλ' είναι το παν, και αυτά αποκτώνται με την συχνήν επανάληψιν των δικαίων και των σωφρονικών πράξεων• λοιπόν τα μεν έργα λέγονται δίκαια και σωφρονικά, όταν είναι τοιαύτα, οποία ημπορεί να εκτελέση ο δίκαιος ή ο σώφρων.
Δόσε μου και ολίγο τυράκι, δυο ελήτσαις ή άλλο τίποτα. Η οικοδέσποινα τη έδιδε τότε ό,τι ευρίσκετο εις το ερμάριον. — Νάχης την ευχίτσα μου, έλεγεν η Εφταλουτρού. Δόσε μου και λίγο λαδάκι, ν' ανάψω το καντήλι. Και ανέσυρεν εκ του θυλάκου, ον είχεν εις την εσθήτα της εις βάθος τριών σπιθαμών, μικράν φιάλην, και την επαρουσίαζε προς την οικοδέσποιναν.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν