Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 29 Ιουνίου 2025


Εννοείς επομένως ευκόλως πόσον διεσκέδασα την παρελθούσαν δευτέραν, αν και δεν εχόρευσα πολύ, διότι ήμην κουρασμένη εκ προηγουμένων αγρυπνιών. Οι αντίχοροι και οι στρόβιλοι δεν παρετάθησαν, ως άλλοτε, πέραν του μεσονυκτίου, διότι η ενδιαφέρουσα, ως λέγεται, θέσις της βασιλίσσης δεν επέτρεπεν αυτή να μετάσχη του χορού, μήτε να παρατείνη πέραν του προσήκοντος την νυκτερινήν αυτής αγρυπνίαν.

Αν εννοής να μου φέρης εδώ καμμιά παστρικιά, πολύ σε παρακαλώ να μου αδειάσης την κάμαρα... σαν τελειώση ο μήνας που έχεις πληρώσει. Την νύκτα, όταν ήρχετο κάποτ' ενωρίς, προ του μεσονυκτίου, συνήθως δεν είχεν ύπνον. Ήναπτε το φως, επεριπάτει, εξηπλώνετο στο κρεββάτι κ' ελιανοτραγουδούσε ή τούρκικα ή ντόπια κουτσαβάκικα: Βασίλω μ', κάτσε φρόνιμα, σαν τ' άλλα τα κορίτσια ...

Πολλάκις εν ώρα μεσονυκτίου φεύγουσα γυμνόπους την άυπνον κοίτην της εισέδυεν ακροποδητεί εις τον θάλαμον, όπου εκοιμάτο ο υποψήφιος διάδοχος του Φρουμεντίου, και σκιάζουσα διά των δακτύλων το φως της λυχνίας, ως η Σελήνη τας ακτίνας της διά νεφελών, ότε επεσκέπτετο τον Λάτμιον ποιμένα, έμενεν ολοκλήρους ώρας θεωρούσα τον υπνώττοντα νεανίαν.

Τόσον ήτο γαληνιαία, θερμή και βαρεία η ατμοσφαίρα του θερινού εκείνου μεσονυκτίου και τόσον η γυναίκα αυτή διετήρει την ακαμψίαν αγάλματος. Αλλά, πράγμα παράδοξον, δεν χαμηλώνει τα μεγάλα φωτεινά της μάτια προς τον τάφον, εν ώ κείται σπαργανωμένη η μόνη της ελπίς. Τα στρέφει προς μίαν διεύθυνσιν παραδόξως διάφορον.

Τέλος, μικρόν προ του μεσονυκτίου, ότε είχεν αρχίσει να γίνεται ανάγνωσις του πανηγυρικού της ημέρας, ενώ ο Αγάλλος είχε κινηθή να εξέλθη του ναού διά να πυρωθή ολίγον εις το έξωθεν αναμμένον πυρ, κ' εσυλλογίζετο την ανησυχίαν της γυναικός του, διότι ήτο βέβαιος ότι η πενθερά του θα έφθασεν από την χώραν και επληροφόρησε την Αφέντραν περί της αναχωρήσεώς του εκ της πολίχνης, βλέπει έξαφνα την πενθεράν του και τον Παγώναν και παρουσιάζονται.

ΟΡΑΤΙΟΣ Δύο νυκτιαίς, εις την αράδα, τούτ' οι φίλοι, ο Μάρκελλος με τον Βερνάρδον, 'ς την φρουράν τους, 'ς την νεκρήν κ' έρμην ώραν του μεσονυκτίου, απάντησαν το εξής· μορφή 'σάν του πατρός σου, όλη με τ' άρματα πατόκορφα ζωσμένη, φαίνετ' εμπρός τους, και με βάδισμα γενναίο αργά και μεγαλοπρεπώς περνά σιμά τους· και τρεις εβάδισε φοραίς, εις διάστημ' όσο το σκήπτρο 'πού φορούσ', εμπρόςτα τρομασμένα Θαμπά τους μάτια· και απ' του φόβου την ενέργειαν εκείνοι στραγγισμένοι ωσάν πηκτή παγόνουν, στέκουν βουβοί, δεν του ομιλούν.

Ο κατοπτευτής εφάνη ότι ευχαριστήθη εκ της ανακαλύψεως ταύτης, και ρίψας τελευταίον βλέμμα εις το τείχος, ως διά να σημειώση καλώς την θέσιν της ορσοθύρας, απεμακρύνθη. Ο ψευδής Μάχτος. Ήτο μικρόν προ του μεσονυκτίου, και η Αϊμά είχεν αρτίως κατακλιθή. Την εσπέραν εκείνην είχε φαιδράς ελπίδας.

Ήτο αρά γε αύτη η ζώσα Ροβένα; ήτο πράγματι αύτη; η ξανθή και κυανόφθαλμος Ροβένα; Αλλά διατί, ναι, διατί ν' αμφιβάλλω περί τούτου; το στόμα, το οποίον ακόμη συνέσφιγγεν η νεκρική ταινία, πώς ήτο δυνατόν να μη ήτο το στόμα της; και αι παρειαί της, ναι, ήσαν ακριβώς αι ρόδιναι παρειαί της· και ο πώγων με τους λακκίσκους; Αλλ' είχε λοιπόν το ανάστημά της αναπτυχθή κατά την διάρκειαν της νόσου της; Επί τη σκέψει ταύτη κατεκυριεύθην πάραυτα υπό απεριγράπτου παραφοράς, και δι' ενός πηδήματος ευρέθην έμπροσθεν της, εκείνη όμως ωπισθοχώρησε, μόλις την επλησίασα, και αποκαλύψασα την κεφαλήν της από του σαβάνου αφήκε να καταπέση ατάκτως μακρά και άφθονος κόμη, κόμη μελανωτέρα της ως το πτέρωμα του κόρακος μαύρης του μεσονυκτίου ώρας.

Λέξη Της Ημέρας

συνέπειαι

Άλλοι Ψάχνουν