Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 10 Ιουνίου 2025
Όνομα δε δεν εδόθη εις αυτήν , αρμόζει όμως περισσότερον το όνομα φιλία. Διότι όστις έχει την μέσην διάθεσιν είναι όπως θα ηθέλαμεν να χαρακτηρίσωμεν τον καλόν φίλον, εάν προστεθή και η στοργή. Έχει δε την διαφοράν από τον φίλον, ότι είναι χωρίς αισθήματα και χωρίς στοργήν. Διότι δεν ωθείται από την αγάπην ή από την έχθραν, διά να παραδεχθή εκάστην γνώμην καθώς πρέπει, αλλά διότι είναι φιλόφρων.
Εγώ ευθύς τον ακολούθησα, και αφού απεράσαμεν διάφορα σοκάκια, με έφερεν εις ένα μεγάλο σπήτι, του οποίου αυτός είχε τα κλειδιά· εμβαίνοντας εις αυτό το είδα πλουσιοπαρόχως στολισμένον, και εις την μέσην του οποίου ήτον ένα πολλά ωραίον περιβόλι με διάφορες βρύσες.
Την εχώριζεν από τον δρόμον ένας ξύλινος φράκτης χρωματισμένος. Μεταξύ δε του φράκτου και της οικίας ήτο έν ωραίον περιβολάκι γεμάτον από άνθη, και εις μίαν του άκραν είχε φυτρώσει έν μικρόν χαμόμηλον εις την μέσην του καταπρασίνου χόρτου.
Σημειωτέον ενταύθα, ότι ο Αριστοτέλης τας αισθήσεις και εν γένει τα ψυχοφυσικά φαινόμενα εξετάζει και περιγράφει εκτενώς εν ταις θαυμασίαις εκείναις πραγματείαις του, ας οι σχολιασταί ήνωσαν υπό την επιγραφήν «Μικρά Φυσικά», και αίτινες συμπληρούσι την όλην ψυχολογίαν του. Κεφ. Αι μαθηματικαί έννοιαι και τα σχήματα, εν αις και το σιμόν, κατέχουσι μέσην θέσιν. Κεφ.
Είπε και 'ς τον Αντίνοον πικρόν ίσιασε βέλος· εκείνος τότε δίχερον εσήκονε ποτήρι ολόχρυσο και το 'σφιγγε 'ς τα χέρια, να ρουφήση 10 κρασί, και φόνου μες τον νου δεν είχε φαντασία· και ποίος θα φαντάζονταν, 'ς την μέσην των συνδείπνων, απ' έναν μόνον, εις πολλούς ανάμεσ', αν και ανδρείον, φαρμακωμένον θάνατον, μαύρην να λάβη μοίραν; 'ς τον λαιμό τον σημάδευσε κ' επίτυχ' ο Οδυσσέας· 15 τ' απαλό σνίχι πέρασε και αντίκρυ βγήκε η λόγχη· έγυρε αυτός και του 'πεσεν από το χέρ' η κούπα, και απ' τα ρουθούνι' ανάβρυσεν αίματος ανθρωπίνου κρουνιά χοντρή· κ' έσπρωξε αυτός την τράπεζα μακράν του με τα δυο πόδια, κ' έχυσε τα φαγητά 'ς το χώμα, 20 και τα ψημένα κρέατα και ο σίτος μολυνθήκαν. άμα τον άνδρ' είδαν νεκρόν, με τρόμο σηκωθήκαν απ' τα θρονιά και αλάλαξαν 'ς τα δώματα οι μνηστήρες, και με τα μάτια πανταχού τους τοίχους εξετάζαν, αλλ' ουδ' ασπίδα ευρίσκονταν ουδέ βαρύ κοντάρι. 25 και χολωμένοι ωνείδισαν βαρειά τον Οδυσσέα· «Ω ξένε, κακά σκέφθηκες να σημαδεύης άνδραις· ύστερος είναι αγώνας σου· μη να σωθής ελπίσης· άνδρα συ τώρα εφόνευσες 'που ο πρώτος ήταν νέος εις την Ιθάκην· όθε δω γύπες εσέ θα φάγουν». 30
Εις το αιματωμένον σου το σάβανον, Τυβάλτη, εδώ κοιμάσαι· τι ζητείς; τι άλλην χάριν θέλεις από το χέρι πώκοψε τα νειάτα σου ‘ς την μέσην, παρά να κόψη την ζωήν αυτήν, που εμισούσες; Συγχώρησέ με εξάδελφε! — Αχ, Ιουλιέτα, φως μου, πως είσαι τόσον εύμορφη ακόμη; Μη αλήθεια ο Θάνατος ο άυλος ερωτευμένος είναι; Μήπως το αποτρόπαιον, το άσαρκον το τέρας εδώ ‘ς το σκότος σε κρατεί, να σ' έχη ερωμένην; Από τον φόβον μου εδώ, μαζή σου θ' απομείνω.
Ο ράπτης με ερώτησε την αφορμήν αλλ' αιφνιδίως άνοιξε το έδαφος του σπιτιού, και παρουσιάσθη έμπροσθεν μας ο γέρων εκείνος· και με βλέμμα άγριον μου λέγει· δεν είνε ιδικόν σου τούτο το τσεκούρι και τα παπούτσια; και χωρίς να μου δώση καιρόν να του αποκριθώ, με άρπαξε από την μέσην και με ανέβασεν έως τα ύψη των νεφελών· έπειτα με μεγάλην ορμήν γυρίζοντας κάτω εκτύπησε την γην, και άνοιξεν ευθύς, και ευρέθημεν εις το υπόγειο παλάτι έμπροσθεν εις την βασιλοπούλαν.
Εξυπνήσασα περί μέσην νύκτα ήνοιξα την θύραν εκείνην, ίνα μετριάσω την οσμήν της αλόης και της σμύρνας, δι' ων αι αδελφαί του Καρόλου είχον αρωματίσει τον θάλαμον προς τιμήν μου, και αντικρύ μου είδον καθήμενον υπό μηλέαν τον Ροβέρτον, στηρίζοντα επί των γονάτων τους βραχίονας και επ' αυτών την έφηβον κεφαλήν του, τους δε οφθαλμούς απλήστως εις το παράθυρόν μου προσηλούντα.
Και οπόταν εξύπνησα, είδα ολόγυρά μου δώδεκα τελώνια μαύρα και ξερακιανά, τα οποία είχαν τα μάτια φλογερά, και είχαν σχεδόν μορφήν ανθρωπίνην, και μερικά από αυτά είχαν εις την μέσην του μετώπου τους από ένα κέρατον μακρύ, και όπισθεν είχαν ουράν σκύλου, και άλλα είχαν σημάδια παράξενα, που δεν ημπορώ να τα διηγηθώ·
Ένας γραμματεύς του Λιμεναρχείου, βρακάς, αξιωματικός του οικονομικού Ν. κλάδου, γεροντοπαλλήκαρο· ένας ενωμοτάρχης κομψευτής, με λιγνήν μέσην και αγκιστροειδή μύστακα· ένας τελωνοφύλαξ έχων τριπλάσιον εισόδημα από τον μισθόν του, και δύο ή τρεις πράκτορες ξένων εμπορικών οίκων ή άλλοι μέτοικοι.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν