Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 29 Ιουνίου 2025
Τετράγωνον ορθογώνιον, επί τεσσάρων ποδών ερειδόμενον, εφ' ου εναποτίθεται ο Επιτάφιος θρήνος, ραντισμένος διά φύλλων ρόδου, βιολέτας και δενδρολιβάνου.
Μαύροι και αγνώριστοι εκ του καπνού, εκάθηντο εις τας θέσεις των κ' επυροβόλουν, ολίγον φροντίζοντες πλέον και να προφυλάσσωνται. Είχον ήδη φονευθή και πληγωθή πολλοί, αλλ' ουδεμία ηκούετο κραυγή πόνου, ουδείς θρήνος γυναικών. Και εκ τούτων τινές είχον φονευθή και πληγωθή υπό των σφαιρών και των οβίδων· αλλ' ο φόβος και η μικροψυχία είχον φυγαδευθή εκ της μονής.
Ω! σήκω, σήκω απ' την γην να ήσαι άνδρας πρέπει. Ω! σήκω! αν την αγαπάς την Ιουλιέταν, σήκω. Τι ωφελεί τόσον κακόν και θρήνος; ΡΩΜΑΙΟΣ Παραμάνα! ΠΑΡΑΜΑΝΑ Αχ! όλοι θ' αποθάνωμεν, αυθέντη μου, αυθέντη! ΡΩΜΑΙΟΣ Της Ιουλιέτας τ' όνομα επρόφερες.
Ο ποταμός αυτός ήτανε ο Αχέρων, το μακρυνό περιγιάλι ήτανε ο απάνω κόσμος, κ' οι παρθένες, που ένας βουβός θρήνος φαινότανε ν' ανεβαίνη από το θλιβερό τους αγκάλιασμα, ήτανε οι ψυχές που δε γνωρίσανε τη χαρά της αγάπης στη ζωή τους. Χιλιάδες ήτανε οι θλιμένες ψυχές απάνω απ' τα μαύρα νερά του ποταμού..... Αυτή ήτανε μία στάμπα.
Νευρικό το μέταλλο άστραφτεν, ούρλιαζε, τα στέρνα του εξέσχιζεν άπονα, ετρανολάλει με πάταγον, έκραζε με ρυθμόν, έσπρωχνε κύματα οργής και λύσσας, να κουρελιάση το στερέωμα. Κλαγγή, δουπός, στρίγγλισμα, κραυγή, θρήνος σμιχτά όλα, περιπλεχτά, ωρμούσαν εδωθεκείθε, ετάραζαν το σκαφίδι, εκλόνιζαν τ' άρμενα, ελάμπαζαν την άβυσσο.
— Τα χέρια σου τρέμουν! μου είπε ο Άλλος. — Και τα δικά σου. — Πού είμαστε; — Δεν ξέρω. — Δεν ακούς; — Ακούω. Τι ήτανε αυτό που άκουα μες στο σκοτάδι; Αυτό μας έκανε να τρέμουμε. Ένας θρήνος πλατύς ανέβαινε απ' τη γη. Ο θρήνος εγέμιζε τον κάμπο, τον ουρανό, τον αέρα. Τρυπούσε τα βαρειά σύννεφα κ' έσβυνε απάνω. Πλημμυρούσε όλη την πλάση, ζυμωμένος με το σκοτάδι. Ο ανθρώπινος πόνος
Το αίμα έτρεχε θερμό απ' τα χέρια μας. Ο θρήνος γέμιζε το σκοτάδι. — Ο αέρας τρέμει.... του είπα. Νοιώθεις τον αέρα που τρέμει τώρα; — Ναι. Και τα δένδρα. Βλέπεις τα δένδρα; — Τα βλέπω. Και τα σύννεφα απάνω. — Και τα σύννεφα, Θεέ μου! — Βλέπεις τα μακρυνά βουνά; — Βλέπω. Ένας σεισμός τα ταράζει. Ο θρήνος γέμιζε το σκοτάδι, σαν βογγητό ανέμου μέσα στο πένθος του δάσους. — Ο άνεμος κλαίει; — Όχι.
Κι' αφίνοντάς τους έτσι αφτούς σακατεμένους χάμου, πήγαν και θρήνος έκαναν μες στο σωρό, σα χοίροι που λαγωνίκες άσκιαχτοι ορμούν και δοντοσκίζουν· 325 έτσι έστρεψαν και σκότωναν. Και με χαρά οι Αργίτες γλυτώσανε απ' τον Έχτορα και πήρανε μια ανάσα.
Και αν τυχόν δεν φυλαχθής, ω βασιλεύ, το θάρρος που δίδεις του αυτού ιατρού τέλος πάντων θέλει σου γίνει θρήνος αξιοδάκρυτος, ίσως η ιατρεία που φαίνεται να σου έκαμε, να είναι κατά φαντασίαν και κατ' επιφάνειαν, και όχι βεβαία, και ενδέχεται εις το μέλλον να σου προξενήση κανένα θανατηφόρον αποτέλεσμα.
Πάραυτα δε εισώρμησε κάτω ρεύμα παγωμένου αέρος και μία κλαίουσα αρμονία της μυκωμένης επάνω τρικυμίας, ήτις προσπίπτουσα εις τους πολυδαιδάλους εξαρτισμούς του μεγάλου πλοίου· και τους αναριθμήτους τροχίσκους, έφθανε κάτω ως θρήνος θηρίων από μακράν μαχομένων διά το θήραμα.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν