Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 29 Ιουνίου 2025
"Ω, Θεέ μεγαλοδύναμε, μεγάλο θάμα κάνεις, Τέτοιαν πανώρια λυγερή να σέρνη απεθαμμένος!„ Τάκουσε πάλε η λυγερή και ράγισε η καρδιά της· "Άκουσες, Κωσταντάκη μου, τι λένε τα πουλάκια; Πες μου, πουν τα μαλλάκια σου, το πηγουρό μουστάκι;„ "Μεγάλη αρρώστια μ' έβρηκε, μ' έρριξε του θανάτου· Μου πέσαν τα ξανθά μαλλιά, το πηγουρό μουστάκι.„
ΔΩΡΑ — Α! όχι, όχι. Μην το πης αυτό. Μη και φοβάμαι από τώρα. Χτυπάει η καρδιά μου. Όχι. Χωρίς να θέλη ο μπαμπάς, ποτέ. ΝΙΚΟΣ — Καλά, καλά θα ιδούμε. Μη θυμώνης! ΔΩΡΑ — Όχι. Μην το ξαναπής αυτό που είπες. Καλλήτερα να πεθάνω. Να! λοιπόν να μάθης να λες όχι. Άξαφνα, μόλις τους βλέπουν, αποχωρίζονται τρομαγμένοι. Αχ! Θεέ μου! Οι παραπάνω, ΛΕΛΑ, ΘΕΑΤΡΙΝΑ. Τα καϋμένα τα μικρά.
ΡΟΖΕΝΚΡΑΣ Εμείς δεν στοχαζόμασθε έτσι, Κύριέ μου. ΑΜΛΕΤΟΣ Ε! τότε διά σας δεν είναι φυλακή· διότι κανένα πράγμα δεν είναι καλό ή κακό ειμή όπως το κάμνει ο λογισμός· δι' εμέ είναι φυλακή. ΡΟΖΕΝΚΡΑΣ Η φιλοδοξία σου λοιπόν την κάμνει φυλακήν· είναι παρά πολύ στενόχωρη διά τον λογισμόν σου. ΑΜΛΕΤΟΣ Ω Θεέ μου!
Μα είνε να μη γελάς, να μη λιγώνεσαι, να μη ξεψυχάς; Και απροπό, ξέρεις πώς έδωσε τον ορισμό του στομαχιού μια επαρχιώτισσα κυρία, πολύ καθώς πρέπει, χτες, πούρθε να μου κάνη βίζιτα; Άκου· το στομάχι, κυρία μου, είνε το πηδάλιος του σώματος! Σικ, θεέ μου!... Πού καιρός να σου αραδιάζω τέτοια χαριτωμένα πραγματάκια. Ο Δωδέ αυτός θα πελάγονε σ' αυτή τη τυποπλημμύρα.
Και έπειτα νάρχεσαι και πεζή; Έ μ μ α. Δυώ βήματα, μαμάκα μου, από δω ως της κ. Καλιλά. Στάσου δα να ιδώ και 'γώ τα χάλια μου. θεέ μου! μαλλιά. Και το φόρεμα μου! πάει όλη η φρεσκάδα του! Ο λ γ ί ν α. Μπορούσες να χορέψης λιγώτερο, για να μη στραπατσαρισθής τόσο. Μ' εκείνο μάλιστα το Ρώσσο αξιωματικό, τον κόσμο χαλάσατε. Έ μ μ α. Τι ωραίος! Και τι χορευτής!
Φέρε από μέσα τίποτε. Αφού πεινάτε, να σας ετοιμάσωμεν ένα μικρό goute. Κα Μ ε μ ι δ ώ φ Ω Θεέ μου! θα σκάσω. Αυτά είναι η λατρείες της..., η θρησκείες της• τσαρλατάνα! Μ' αυτά και μ' αυτά τον εξετρέλλανε. Να ιδούμε η θρησκεία της ως πότε θα την βοηθήση. Εδώ μητέρα μου βρίσκεται πάντα του πουλιού το γάλα. Θα φάμε περίφημα. Γιατί και εγώ με της συγκινήσεις της σημερινές είμαι νηστικός.
ΑΡΓΓΑΝ Λοιπόν; ΛΟΥΙΖΑ Τον ερώτησα τι ήθελε και μου είπε πως ήταν δάσκαλος της μουσικής. ΛΟΥΙΖΑ Η αδελφή μου ήρθε ύστερα. ΑΡΓΓΑΝ Και λοιπόν; ΛΟΥΙΖΑ Του είπε: φύγετε, φύγετε, φύγετε. Θεέ μου! φύγετε, μη με κάνετε δυστυχισμένη! ΑΡΓΓΑΝ Και λοιπόν; ΛΟΥΙΖΑ Κ' εκείνος δεν ήθελε να φύγη. ΑΡΓΓΑΝ Τι της έλεγε; ΛΟΥΙΖΑ Της έλεγε ένα σωρό πράγματα. ΑΡΓΓΑΝ Και τι άλλο;
Αλλ' είδα και τους περιφήμους κολασμένους, τον Ιξίωνα και τον Σίσυφον, τον Φρύγα Τάνταλον βασανιζόμενον υπό της δίψης και τον εκ της Γης γεννηθέντα Τιτυόν. Θεέ μου, πόσος ήτο ! Κατείχε χώρον ολοκλήρου αγρού.
Έγεινεν ισχυρότερος, ισχυρότερος, &ακόμη ισχυρότερος&. Και αυτοί οι άνθρωποι, που εξηκολούθουν να φλυαρούν, ν' αστειεύωνται και να γελούν, πώς δεν ήτο δυνατόν ν' ακούουν; Θεέ μου παντοδύναμε! Αλλ' όχι, όχι, ήκουον το παν, υπωψιάζοντο το παν, εγνώριζαν το παν, ενόουν τον τρόμον μου. Τέτοια ήτο η σκέψις μου, τέτοια εξακολουθεί να είναι αιωνίως.
— Ας όψωνται, Θεέ μου, συχώρεσέ με! αναστέναξε.. Έσβυσε το λύχνο και τράβηξε να πλαγιάση. Περπατούσε στις μύτες των ποδαριών να μη ξυπνήση την παπαδιά. Ήταν περασμένα μεσάνυχτα. Άξαφνα στάθηκε σαν αλαφιασμένος. — Τ' είνε πάλι τέτοια ώρα; Η πόρτα χτυπούσε δυνατά. Ένα ραβδί έδερνε την πόρτα, νταπ-ντουπ, ολοένα δυνατώτερα, ανυπόμονα. — Ανοίξτε, λέω. Ανοίξτε. Θέλω τον παπά! νταπ! ντουπ!
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν