Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 11 Ιουνίου 2025
— Διαταγήν; επανέλαβεν ο Βινίκιος ωχριάσας. Ο στρατιώτης τον παρετήρησε με συμπαθές ύφος και είπε: — Ναι, του Καίσαρος, άρχον. Υπάρχουν πολλοί άρρωστοι εις την φυλακήν και ίσως φοβούνται μήπως οι επισκέπται μεταδώσωσι την επιδημίαν εις την πόλιν. — Αλλά δεν είπες ότι η διαταγή ήτο διά σήμερον μόνον! — Μας αντικαθιστούν την μεσημβρίαν.
Τι τραβιέσαι; Σκιάζεσαι και φέβγεις; Τρόμαξες με την πάρα πολλή, με την ξεφρενιασμένη μου την αγάπη; Έλα πάλε στο πλεβρό μου, έλα κι απόψε, πουλί μου. Είναι νύχτα, εσύ που αγαπάς τα κρυφά, και κανένας δε μας βλέπει... Ποιόνα φοβάσαι; Φοβάσαι κανέναν; Και τη νύχτα θέλεις να κρυφτής; Θυμούμαι τι μου είπες. Εγώ τώρα δεν το ξεχνώ. «Έχουμε καιρό.
Είπαμεν λοιπόν ότι ο Έρως είνε έρως πρώτον μεν τινών, έπειτα δε εκείνων τα οποία στερείται εις τον παρόντα χρόνον. Έτσι; — Ναι. — Ενθυμήσου τόρα, σχετικώς με αυτό, τίνων είπες εις τον λόγον σου ότι ο Έρως είνε έρως. Εάν θέλης, θα σου το υπενθυμίσω εγώ.
Δική του θα είναι η τέλεια ζωή, και μόνο δική του. ΕΡΝΕΣΤΟΣ. — Πολλά παράξενα πράγματα μου είπες αυτή τη νύχτα, Γιλβέρτε.
Γοργό Χηλιδωνάκι, πουλί ξενοτικό, Κι' εμέ του ξένου κάμε μια χάρι σπλαχνικό, Πέτα στο περιβόλι της Χλόης, και σαν μπης, Κοντά της να καθίσης, πολλά να της ειπής· Να της ειπής λαλόντας παραπονετικά Πως έβαλαν τα μαύρα, τα μαύρα μ' σωθικά. Ειπές της πως δεν παύω από τους στενασμούς. Αχ! μη, Χελιδωνάκι· πες της χαιρετισμούς.
Την δύναμιν δεν είχε ν' αντισταθή 'ς την σύγκρουσιν τόσης χαράς και λύπης, και μ' ένα χαμογέλασμα εβγήκε η ψυχή του. ΕΔΜ. Τα λόγια σου με συγκινούν, κ' ίσως καρποφορήσουν. Εξακολούθει. Φαίνεσαι κι' άλλα να 'πής πώς έχεις. ΔΟΥΞ. ΑΛΒ. Και άλλα πλέον θλιβερά αν έχης, μη τα λέγεις. Τα όσα είπες μ' έκαμαν να λυώσω απ' την λύπην.
Και αφού η επάρατος πλουτοκρατία είνε άφευκτον κακόν, κατά ποίον άλλον τρόπον θ' αποκτώνται τ' αξιώματα; Πράγμα, το οποίον έχασε προ πολλού πάσαν ηθικήν αξίαν, μόνον διά χρημάτων είνε κτητόν. Και ούτως επόμενον ήτο να καταντήσουν τα πράγματα. Ουδέν κακόν άμικτον καλού. Ευτύχημα μάλιστα νομίζω ότι δεν ανεφάνη επιφανής τις πολιτικός εις τα μέρη ταύτα. — Πώς είπες; ηρώτησεν απορήσας ο ξένος.
Η Μαριανθούλα αφηκράζονταν με προσοχή μεγάλη το μονόλογο της γριάς, έχασε στη στιγμή τη ζωηράδα της και τα τρελλά της τα παιγνίδια κι' άρχισε να κλαίη, γυρίζοντας το πρόσωπο της κατά τον τοίχο. — Να! καημένη κυρά, τι έκαμες τώρα μ' αυτά τα λόγια! Είπε της γριάς η υπηρέτρα. — Χμ! — Κλαίει η Μαριανθούλα, με τα λόγια που της είπες...
Τι είπες; μήπως μας εκατάλαβαν που είχαμε συμφωνήση για του παιδιού το σκοτωμό κρυφά; ΘΕΡΑΠΩΝ Το έχεις νοιώση και τώρα θα τιμωρηθής και συ από της πρώτες. ΧΟΡΟΣ Το σχέδιό μας το κρυφό πως τάχα εφανερώθη; ΘΕΡΑΠΩΝ Γιατί ο θεός δεν θέλησε να μολυνθή το δίκηο, και τόκανε πειο δυνατό από την αδικία.
Θα σ' έχω στην αγκαλιά μου. Θα πούμε τόσα πράματα. .. Δεν είπες πως έχεις να μου πης τόσα πράματα; ΔΩΡΑ — Ναι, Νίκο μου. Σαν είμαι μοναχή μου συλλογίζομαι τόσα πράματα να σου πω. Μα σαν είμαι μαζί σου δεν μπορώ πια να τα πω, δεν έχω το θάρρος. ΝΙΚΟΣ — Τώρα θα ιδής πως θα μου τα πης όλα. Κ' εγώ θα σου τα πω. Θα πούμε τόσα πράματα. Να ιδής, τι ωραία που θα είναι. Έλα, χρυσό μου. Έρχομαι.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν