Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 12 Ιουνίου 2025


Ένα παράθυρο μόνο έκλεισε δυνατά και ο κόσμος άρχισε να σκορπίζη, μουρμουρίζοντας. Δύο κορίτσια πέρασαν μπροστά στο Μαθιό, που σκούπιζε το κούτελο του απ' τα αίματα. — Την είδες την γουστερίτσα πώς έγινε! Και βαστούσαν τα γέλια με κουνήματα και σπρωξίματα. Ξημέρωσε η Κυριακή, μαύρη Κυριακή! — Να όψεται ο αίτιος, που πήρε το κορίτσι στο λαιμό του. Έλεγε ο Παπα-Δημήτρης κάτω στον καφενέ.

Και είδες πάραυτα ν' αναλάβη ζωήν το χωρίον κατά την άνοιξιν. Επρασίνισαν πάλιν αι αυλαί του από τας ευμόρφους συκομορέας κ' επανεφυτεύθησαν εις τους κήπους τα χλοερά δένδρα. Ανεκλάλητος χαρά ήτο διακεχυμένη έξω κατά το έαρ. Κόραι δε και γραίαι ημιλλώντο εις το άσμα κατά την επίπονον συλλογήν των φύλλων. Έλεγες ότι γενική εορτή τελείται εις το μικρόν χωρίον.

Και μόνον οι γυναικούλες του χωριού, που δεν είχανε ξεχάσει τον τρελλό με τα μακρυά ολόξανθα μαλλιά, με το χλωμό πρόσωπο και τα βαθουλωμένα μάτια, αναστέναζαν βαθιά: «Ω! ευτυχισμένε, που είδες τον ΠροφήτηΚι' από τότε, όταν γυρίζουν οι γυναικούλες καλοκαίρι κι' άνοιξι απ' τα χωράφια και τις ακροποταμιές, γλυκομιλούν και λένε ακόμα για τον ωραίο τον Προφήτη.

Επιθυμώ λοιπόν να σε ερωτήσω ποίος εξ όλων των ανθρώπων τους οποίους είδες είναι ο μάλλον ευδαίμωνΤαύτα δε ηρώτα ο Κροίσoς διότι επίστευεν ότι ήτο ευδαιμονέστατος πάντων.

Είδες!.. .σαν βγαίνει 'ςταίς κορφαίς όλος ο Κόσμος λάμπει, Και σαν παρθένα νηόνυμφη η Πλάση ξημερώνει Μ' ανθούς, με χόρτα, με δροσιαίς, μ' αηδόνια στολισμένη· Κι' αυτός σαν φεύγει, μάνα μου ο Κόσμος σκοταδιάζει. Μούπε πως είνε βασιληά και μάγισσας αγόρι... Αποσταμένος κάθονταν 'ςτήν βρύση 'λίγην ώρα.

Μήπως μεταξύ των νεκρών είδες και τον Σωκράτη και τον Πλάτωνα; Τον Σωκράτη μάλιστα, δεν είμαι όμως βέβαιος αλλά το υποθέτω εκ του ότι ήτο φαλακρός και προγάστωρ• τον Πλάτωνα όμως δεν ανεγνώρισα, διότι προς φίλους πρέπει να λέγη κανείς την αλήθειαν.

Οι γονέοι, λες, αν θέλησαν; Καλά!.. Τους έφεξε για καλά. Είδες τύχη η ψωροΡηνιώ τους, όλο και λίρα ο Εγγλέζος. Από παιδιά λες; Χάθηκαν τα κουτσοβέλια. Γεμάτο είνε το σπιτικό τους.... Του τόδοσαν και το συνέβγαλαν ως εδώ.... Κι αποστράγγισε την κούπα. Εκεί απάνω φάνηκε ο Άγγλος κι οι σύντροφοί του, μασσώντας ακόμα.

Αχ, αϊτός μαθές είνε, και την αρπάζει την ακριβή μας και πετάει απάνω από κύματα κι από βουνά να τη σφαλήξη μες στη φωλιά του την πλουμιστή μας την περιστέρα. Γαρουφ. Να μη σ' ακούση, κερά μου, το κορίτσι, και στάξη δάκριο απάνω στα νυφικά της. Κοίτα την, κερά μου, και πες μου αν είδες ποτές σου τέτοιον ήλιον να λαμπροφέγγη.

ΕΙΣ ΠΟΛΙΤΗΣ Τον είδες; πού εξέφυγε; πού είν' ο δολοφόνος του Μερκουτίου; λέγε μας, πού είναι ο Τυβάλτης; ΜΠΕΜΒΟΛΙΟΣ Να ο Τυβάλτης, καταγής. Ο ΠΟΛΙΤΗΣ Τυβάλτη, σε προστάζω εις τ' όνομα του πρίγκηπος να με ακολουθήσης. ΠΡΙΓΚΗΨ Πού είναι οι πρωταίτιοι αυτής της παραζάλης;

Όταν ήρθε την τελευταία φορά να μας πει πως παντρεύεται την Γκριζέντα και να συμβουλεύσει τη Νοέμι να δεχτεί τον Πρέντου, τον έδιωξε και ήταν τρομερή, όπως την είδες τώρα. Κι εκείνος έφυγε κλαίγοντας.

Λέξη Της Ημέρας

βόηθα

Άλλοι Ψάχνουν