Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 19 Ιουνίου 2025


Άξαφνα βλέπει το φεγγάρι να βγαίνη σα δρεπάνι ολοκαίνουργο από τα στήθια του Σέχη και να χώνεται μ' ορμή στα δικά του. Ο πόθος του δροσίστηκε πάραυτα. Και μ' εκείνη τη δροσιά ένα δέντρο εφύτρωσε. Έβγαλε φύλλα, έβγαλε κλαδιά και παρακλάδια, σκέπασε σαν ουρανός κάμπους και θάλασσες, χώρες και χωριά, βουνά και ποτάμια.

Πρώτος μάστορης στα καράβια. Δικό του ταρσανά, εργαλεία δικά του, κερεστέ βουνά, δουλευτάδες, κοπέλια. Φαμίλιες φάγανε ψωμί κοντά του. Καλφάδες καζαντίσανε. Καλός άνθρωπος με τόνομα. Άγιος κι' αυτός σαν τον πατέρα του. Ψυχικά όσα θέλεις. Το ψωμί να πάρη απ' τα παιδιά του να το δώση στους ξένους.

Δεν είχεν όμως δικά του χτήματα κ' έπεσε στα πόδια της γυναίκας του, που είχε μερικά πράμματα, με παρακάλια να πουλήση κανένα να τονε γλυτώση. Θηρίο έγειν' εκείνη, σαν τ' άκουσε και αφού τον εξέβρισε φοβερά, του είπε να φύγη, γιατί δεν τον ήθελε πλιο σπίτι της. Το χτύπημα ήταν πολύ βαρύ. Επήγε να σαλέψη ο νους του ναύτη, γιατί ήταν ένας χαραχτήρας, που ό,τι είχε, τόκρυβε μέσα του.

Μια σταλαγματιά αίμα έσταξε απ' το λευκό της δάκτυλο. Μ' ένα γλυκό πόνο σκούπισε κρυφά το δάκτυλο στα μαλλιά της. Έτσι ζούσανε κάμποσο καιρό ευτυχισμένοι ο Παύλος κ' η Παυλίνα. Άξαφνα η Παυλίνα, αφού είχε πάρει το νου, την καρδιά και τη ζωή του Παύλου, όλα δικά της, άρχισε να θλίβεται και να παραπονιέται.

Κ' εκείνοι άμα έμειναν μονάχοι επειδή τότε πρωτάκουσαν για έρωτα, τους πλάκωσε την ψυχή κάποια λύπη και τη νύχτα όταν εγύρισαν στα σπίτια τους, παράβαναν τα δικά τους με τα όσα άκουσαν: — Πονούν οι ερωτευμένοι· κ' εμείς πονούμε. Δεν τους μέλει για φαΐ· κ' εμάς το ίδιο δε μας μέλει. Δε μπορούνε να κοιμηθούνε· μα κ' εμείς τώρα υποφέρνουμε το ίδιο.

Ο Ληρ έχει άσπρα γένεια, του Άμλετ ο πατέρας τα έχει γκρίζα και ο Benedick ξυρίζει τα δικά του κατά την παράσταση. Και πράγματι στο ζήτημα των γενειών στη σκηνή ο Σαίξπηρ είναι πολύ λεπτολόγος· μας μιλεί για τις πολυποίκιλες μπογιές που μεταχειρίζονταν εκείνη την εποχή και δίνει κάποια νύξη στους ηθοποιούς να φροντίζουν πάντα να είναι καλά βαμμένα τα δικά τους γένεια.

ΑΝΑΧ. Πολύ δικαία η απαίτησίς σου, Σόλων, και ευχαρίστως θα σου διηγηθώ και εγώ τα έθιμα των Σκυθών, τα οποία ίσως δεν είνε ευγενή, ούτε όμοια προς τα δικά σας, αφού ούτε απλούν ράπισμα ανεχόμεθα, διότι είμεθα δειλοί• αλλά τέλος πάντων θα τα διηγηθώ όπως είνε.

Και τι μου μένει πούσυρα τόσα πολλά μαρτύρια 321 μ' αιώνιες μάχες, τη ζωή σαν τίποτα αψηφώντας; Πώς πάει η κλώσσα το σπυρί στ' αφτέρωτα πουλιά της σα βρει κανένα, κ' έπειτα ψοφά απ' την πείνα ατή της, έτσι κι' εγώ πολλές νυχτιές περνούσα ξαγρυπνώντας, 325 και μέρες μες στα αίματα βουτούσα και στους φόνους, και με στρατούς χτυπιόμουνα για τα δικά τους τέρια.

Αναβάνοντας όλα αυτά η καημένη η Κώσταινα στο νου της, κύτταζε την Παναγιά στα μάτια, κι' έχοντας τα δικά της τα μάτια γεμάτα δάκρυ και κάνοντας το σταυρό της έλεγε: — Παναγίτσα μ', κάνε το θάμα σ'!

Μα ο Νίκος άκουγε κι άλλα δικά του μαζί μ'εκείνα που τούλεγε η Λιόλια. . κ' ήτον τόσο τρομερά απ'την πολλή τους γλύκα αυτά που άκουγε, τόσο αβάσταχτα, που πετάχτηκε απάνω ορθός- Πάμε, πάμε ! είπε, τινάζοντας τα ψίχουλα απ’ το πανωφόρι του.

Λέξη Της Ημέρας

βαρδαλάαας

Άλλοι Ψάχνουν