United States or New Caledonia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Δόξα σ' ο Θεός, Χριστούλη μου! δοξασμένο τόνομά σου, Παναγίτσα μου! είπ' ο άμοιρος ο Καναβιός ολόχαρος, κ' εσταβροκοπιόταν. Εμείς οι άλλοι αναστενάξαμε βαθιά. Πώς τον εζηλέβαμε τον Καναβιό! — Έλα τόρα, του κάνει ο Κυρ-Λοχίας· έλα τόρα, του λέει, παράτα τα σταβροκοπήμια· τα τσάβαλά σου, άραχνε, και δρόμο! Ο Καναβιός πασίχαρος, δεν εκαρτέραε άλλο.

Ακόμα δεν εχώνεψεν η σκούνα. Κάτωτην άμμο, 'ς το Ξάνεμο, η μάννα μου θα μας αγναντεύη. Και μετά μικρόν τεθλιμμένος: — Πηγαίνειτον Πύργο, ανάφτει τα καντήλια τ' Άη-Γιαννιού και ύστερα τραβάειτο Ξάνεμο και κάθεται, ως να χωνέψουμε. «Παναγίτσα μπροστά τους! Παναγίτσα μπροστά τουςόλο έτσι λέει και κάμνει τον σταυρόν της η καϋμένη η μάννα μου. — Όλο ανοιχτά! όλο ανοιχτά!

Και πήγ' αμέσως κ' έπεσα τα μπρούμιτα, γονατιστός μπροστά 'στήν Πορταΐτισσαν κ' εφώναξα καθώς μου υπαγόρευεν η άγνωστος μελωδική φωνή, της Ξενιώς μου η γλυκειά φωνίτσα. — Δεν έχεις γιατρικό και για τα μάγια, Παναγίτσα μου; Δεν έχεις γιατρικό; Ο παπά-Σεραφάκος άρχισε να ψάλη την παράκλησιν, και ο φίλος μου ο καπετάν-Καλόγερος, γονατιστός και ασκεπής, προσηύχετο και αυτός.

Αναβάνοντας όλα αυτά η καημένη η Κώσταινα στο νου της, κύτταζε την Παναγιά στα μάτια, κι' έχοντας τα δικά της τα μάτια γεμάτα δάκρυ και κάνοντας το σταυρό της έλεγε: — Παναγίτσα μ', κάνε το θάμα σ'!

Πίσω δεν ήτο άλλος. Και όμως ησθάνθην βαρύ πάλιν ένα χέρι αόρατον, οπού μ' έσπρωχνε με βίαν να πέσω πάραυτα να γονατίσω. Και ακούωμου εφάνημέσα μου μια γλυκεία φωνίτσα, μια ψιλή-ψιλή φωνίτσα, σαν της Ξενιώς μου την μελωδική φωνή οπού μου έλεγε να πω: «Δεν έχεις γιατρικό και για τα μάγια, Παναγίτσα μου