Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 3 Ιουνίου 2025
— Αλήθεια έγειναν μεγαλόπολις αι Αθήναι, διελογίσθη και εξηκολούθησε ροφών μεν τον καφέν του, προσπαθών δε ν' αναγνώση και τας εφημερίδας του. Αίφνης ίσταται ενώπιόν του ανήρ ομήλιξ, τον βλέπει επί τινας στιγμάς ατενώς, και τείνων προς αυτόν την χείρα, — Δεν με γνωρίζεις; λέγει προς αυτόν μειδιών. — Ο Γιαννάκης! αναφωνεί Ο νέηλυς Δημητράκης — εις ον πρέπει τέλος να δώσωμεν έν όνομα. — Ολόκληρος.
Εγερθείσα εν τω άμα εστάθη προς στιγμήν ακίνητος με τα μεγάλα μάτια της η Βγένα, η καπετάνισσα, υψηλή και εύσωμος γυνή, ατενώς προβλέπουσα τα μεγάλα της Παναγίας της Λημνιάς μάτια, τα οποία ήσαν τα μόνα ακίνητα τόσην ώραν εκεί οπού όλα εκινούντο φρίσσοντα υπό τας τρομώδεις του ανέμου πνοάς. Εστάθη ακίνητος με τα ακίνητα μάτια της, σαν να ωμίλει με τ' ακίνητα της εικόνος μάτια.
Αλλ' η Εφταλουτρού είχε γείνει άφαντος και, ως φαίνεται, δεν ηγάπα τους θριάμβους. Εν τούτοις ο ξένος, όστις ήτο ειλικρινής και δεν ηδύνατο να υποφέρη τα ψεύδη, παρετήρησεν ατενώς την Αϊμάν, και τη είπε· — Στη βρύσι, είπες, τα άπλωσες τα ρούχα, 'σ τη βρύσι; Η Αϊμά τω απηύθυνεν ικετικόν βλέμμα. Αλλ' εκείνος το απέκρουσεν. — Είνε αλήθεια ότι τα άπλωσες τα ρούχα 'στη βρύσι; επανέλαβεν αδυσωπήτως.
Δεν εννοώ όμως ότι πρέπει να βάλης και τους φιλοσόφους ν' αντικρύσουν ατενώς το φως του ηλίου και ούτω να δοκιμασθούν, αλλά να θέσης ενώπιόν των χρυσόν και δόξαν και ηδονήν, και οποίον εξ αυτών ίδης να τα περιφρονή και να φαίνεται απαθής ενώπιον αυτών, αυτός να στεφανούται• εκείνον δε τον οποίον ίδης να τα προσβλέπη με πόθον και να εκτείνη το χέρι προς τον χρυσόν, να τον υποβάλλης εις το καυτήριον, αφού προηγουμένως του κουρεύσης την γενειάδα.
Άμα έφθασαν εγγύς του ακρωτηρίου του αποτελούντος ένθεν την μίαν σιαγόνα του ακρωτηρίου του λιμένος, του κλειομένου υπό δύο ή τριών νησίδων ανατολικομεσημβρινώτερον, η νεαρά γυνή προσήλωσεν ατενώς το βλέμμα εις το βάθος του ορίζοντος, ως να ήθελε να ίδη απώτερον και ευκρινέστερον ή όσον επέτρεπε το ωχρόν φέγγος της σελήνης. — Να ιδώ εκεί πέρα, κ' ύστερα γυρίζουμε, είπε. Κ' εστέναξεν,
Λησμονείς, είπε, ότι έχεις επάνω σου την δεξιάν πτέρυγα αετού; Αυτό το ξέρω, απήντησα• αλλά τι κοινόν υπάρχει μεταξύ πτέρυγος και οφθαλμού; Ότι, είπεν ο Εμπεδοκλής, ο αετός έχει την όρασιν πολύ οξυτέραν από τα αλλά ζώα, ώστε μόνος αυτός δύναται να βλέπη ατενώς προς τον ήλιον• διακρίνεται δε ο βασιλικός και γνήσιος αετός εκ τούτου, αν βλέπη προς τον ήλιον χωρίς να κλείη τα βλέφαρα.
— Την έλαβα προ οκτώ ημερών. Η επιστολή λέγει ότι μετά ένα μήνα θα γείνη το ταξείδιον. — Λοιπόν; — Αν υπολογίσωμεν και τρεις εβδομάδας επάνω κάτω ίσως να φθάση εις χείρας μου η επιστολή . . . — Ως τόσον, πιστεύω. — Ο καρδινάλιος τότε είνε εις τον δρόμον. — Βέβαια. — Λοιπόν;..... Ο Τρανταχτής εκύτταξεν ατενώς κατά πρόσωπον τον Σκούνταν. Ούτος δε κατέστη σύννους και σκεπτικός επί τινας στιγμάς.
Ήθελε, διά να ενεργήση εν γνώσει της υποθέσεως, να μάθη μέχρι τίνος σημείου η ιδέα των μαγειών ήτο εγκεχαραγμένη εις το πνεύμα του Νέρωνος. Με τα βλέμματα ατενώς προσηλωμένα εις έν σημείον του ορίζοντος, ο Νέρων ως απολιθωμένος ήκουε τους παρηγορητικούς λόγους τους οποίους αφθόνως τω παρείχον οι συγκλητικοί και οι ιππόται.
Και ύψου την φωνήν, κ' έτεινε τον λαιμόν, και προέτεινε το στήθος, ατενώς βλέπων προς το έρημον πέλαγος, και διώρθου τα ιστία, και μετέστρεφε το πηδάλιον, κ' εχαλάρου τα σχοινία, και έτεινεν άλλα, στερεών τα υψηλότερα πανία άτινα, ως μετέωρα, μετά δεινού πατάγου εκτυπούσαν, ως πτέρυγες ορνέων παμμέγισται, του εφαίνοντο.
Βλέπων δε ατενώς ο Παπά-Κονόμος προς τα φεγγοβολούντα κανδηλάκια εψιθύρισεν: — Ο ρακένδυτος Φραγκούλας θα ήλθε. Προς τας ελαφράς της αύρας πνοάς, η φωτίτσαις των κανδηλίων έπαιζον σειόμεναι ρυθμικώς· του εφάνη δε τότε πως έπαιζαν και τα ματάκια των εικόνων σαν ζωντανά. — Δεν τω έκαμε πλέον εντύπωσιν η τάξις και η ευπρέπεια του ναΐσκου, και δεν ηπόρει.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν