Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 23 Ιουνίου 2025


Πού να πάη τόρα να χωθή; Ούτε δέντρο, ούτε καλύβα, ούτε σπηλιά βλέπει γύρω. Να τρέξη για να έμπη στο χωριό έλειπεν ο μισός δρόμος ακόμη· να κατέβη πάλι στο καΐκι, το ίδιο. Στέκει και συλλογίζεται δίβουλος και άξαφνα τον παίρνουν τα γέλοια. Κυτάζει μήπως τον βλέπει κανένας στρατολάτης·ψυχή! Πιάνει γοργά και γδύνεται σαν τον Αδάμ.

Η ώρα του θριάμβου των δεν είχεν έλθη ακόμη· μόνον από της στιγμής ταύτης εξήλθεν εναντίον Του από των καρδιών των ιερέων εκείνων και Φαρισαίων ανέκκλητος απόφασις θανάτου. Τούτων ούτως εχόντων, ήτο ανωφελές και επιζήμιον δι' Αυτόν να μένη εν Ιουδαία, όπου πάσα ημέρα ήτο ημέρα κινδύνου από τους ισχυρούς τούτους συνωμότας.

Πού άφησα τελευταία την διαταγήν μου δεν εξεύρω πλέον· τούτο όμως ηξεύρω, ότι ήσαν δύο ώραι μετά τα μεσάνυχτα όταν επλάγιασα, και ότι, αν ηδυνάμην να σου ομιλήσω αντί να σου γράψω, θα σε εκράτουν ίσως ως το πρωί. Τι έγινε κατά την εκ του χορού επάνοδόν μας, δεν διηγήθηκα ακόμη· και σήμερον όμως δεν έχω προς τούτο διάθεσιν. Ήτον η λαμπροτάτη ανατολή του ηλίου!

Ήτο λιπόθυμος, αδρανές σώμα, ωχρός και μόλις αναπνέων. Οι άνδρες τον έλυσαν, τον επλάγιασαν υπό τον σχοίνον, του έδωκαν να πίη ρούμι, τον έβρεξαν με νερό. Ευτυχώς δεν εβράδυνε να συνέλθη. Η Ψαρή ήτο εκεί, και τον εζέσταινε με την πνοήν της. Η Στέρφα ίστατο ολίγον παραπέρα, και εκύτταζεν ηλιθίως. Η θειά-Αρετώ εθαύμαζε, και έλεγεν ακόμη·Τι αποκοτιά! τι αποκοτιά!

Εγύρεψε πάλιν διά να του φέρουν και άλλα διά να φάγη ακόμη· ένας από τους ναύτας μη υποφέροντάς την αδιακρισίαν εκείνου του ασχήμου ανθρώπου, θυμωθείς επήρε ένα ξύλον διά να τον κτυπήση. Μα ο άγριος απεικάζοντάς τον επρόλαβε, και πιάνοντάς τον από τες πλάτες τον έκαμε κομμάτια με τους όνυχάς του.

Dr. H. T. ROETSCHER. Cyclus dramatischer Characterer. Berlin 1844. — Η στιγμή να ενεργήση δεν έφθασε ακόμη· αφήσετέ τον να πενθή και να σκέπτεται· αργότερα θα ενεργήση, μη αμφιβάλετε, και όταν η ώρα σημάνη όλοι οι δισταγμοί θα διαλυθούν, το αίμα θα πλημμυρήση όπου αυτός θέση τον πόδα.

Κατήγετο από τους Κατσαπέους, οικογένειαν βλαχοποιμένων, κατασκηνούσαν πλησίον του ιχθυοτροφείου του Κοτυχιού. Οι γονείς του αφήκαν αυτόν ορφανόν πολύ μικρόν, εις την νάκαν ακόμη· ο πατήρ του απέθανεν από τύφον πριν γεννηθή αυτός· η μήτηρ του αμέσως μετά την γέννησίν του.

Ημείς δεν τους καταδειώκομεν, δεν τους καταγγέλλομεν, δεν τους κρίνομεν· αλλά λέγομεν ότι η μαρτυρία της ιστορίας περί του Χριστού είνε μαρτυρία ήτις εδόθη εν ακαταμαχήτω πειστικότητι και εις ουδένα άλλον εδόθη τοιαύτη ειμή εις Αυτόν. Εις δε τον πιστεύοντα, η ζωή και ο θάνατος του Ιησού Χριστού είνε τι πολύ βαθύτερον ακόμη· δι' αυτόν είνε ανάστασις εκ νεκρών.

Μίαν ελπίδα είχεν ακόμη· να πείση την Πηγήν να φύγουν, να την κλέψη. Αλλά πώς να της ομιλήση; Την έβλεπε πολύ σπανίως καθ' οδόν και τότε μόλις κατώρθωναν ν' ανταλλάξουν ολίγας λέξεις.

Εστροβίλιζε μια καρτέλα· άλλη καρτέλα· άλλη, άλλη. Εφούσκωναν, ανέμιζαν, εκλωθογύριζαν δώθε, κείθε, ψηλά, χαμηλά, πέρα τα κοντά φουστανάκια της. Εξέφεβγαν πάνω από τα γόνατα λίγο· απάνω, παραπάνω. Εξεσκέπαζαν τις σαρκωμένες τις άντζες της πίσω· πάνω, παραπάνω τις αντζακλείδες της. Εξεσκέπαζαν την κατακόκινη καλτσοδέτα πάνω, παραπάνω, ψηλότερ' ακόμη· λιγάκι· τόσο δα.

Λέξη Της Ημέρας

συγκατάνευσε

Άλλοι Ψάχνουν