Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 21 Ιουνίου 2025
Του κάκου προσπαθεί η μητρυιά σας να με κάνη εμπιστεμένη της και να θέλη να με ανακατέψη στα συμφέροντά της, ποτέ μου δεν κατώρθωνα να τη συμπαθήσω· πάντοτε ήμουν με το μέρος σας.
Αλλά και το κυνήγι μάφηνε νου για τίποτε άλλο, έξω από τις φροντίδες του; Όλη μέρα βρισκόμουν έξω από το χωριό και το βράδυ έφτανα κατάκοπος και κοιμώμουνα ύπνο χωρίς όνειρα. Πήγα με το Βασίλη και στο γιαλό και περάσαμε μέρες. Κυνηγήσαμε πολύ· κιόταν γύρισα στο χωριό, ήμουν μαύρος σαν αράπης από τον ήλιο. Για το Βαγγελιό άκουα πως ήτον πάντα άρρωστη.
— Μωρέ μούτρα! είπε πάλιν η ξαδέρφη μου. — Καλλίτερα 'νε τα δικά σου; — Μωρέ, ό,τι κια λες δε σ' αγαπά. — Όι, εσέν' αγαπά! Η ξαδέρφη γέλασε: — Εμένα; Δε μου χρειάζεται η γιαγάπη τση. Από κείνη τη μέρα, για να ερεθίζουν τη ζήλια μου, μούλεγαν κάθε λίγο πως το Βαγγελιό δε με ήθελε, γιατ' ήμουν μικρός, κιότι γλίγωρα θάτρωγα τη χυλόπητα από το Γιάννη.
Ήπλωσα το χέρι και έπεσε βαρειά σε κάτι τι υγρόν και σκληρόν. Άφησα το χέρι μου έτσι επί τινας στιγμάς, προσπαθών να φαντασθώ πού ήμουν και τι απέγεινα. Ήθελα σύντομα να μεταχειρισθώ την όρασίν μου, αλλά δεν ετολμούσα.
Εις αυτό το αναμεταξύ που η κυβερνήτρια τοιαύτης λογής ωμιλούσεν, εγώ εστοχαζόμουν τι απόκρισιν να δώσω. Και τέλος πάντων μου ήλθεν εις τον νουν, να τους δώσω να καταλάβουν πως ήμουν ο προφήτης Μωάμεθ.
Αν εσύ ήξευρες ποία είμαι, και πόσην ευτυχίαν θέλει σου προξενήσει ετούτο το συμβάν, ήθελες λογισθή ο πλέον ευτυχισμένος των ανθρώπων. Τέλος πάντων η Κυρά, με την δύναμιν των λόγων της, μου απεδίωξε τον φόβον που με είχε περικυκλωμένον, και αφίνοντάς με εις τες ελπίδες που αυτή μου έδινε, δεν εστοχάσθηκα πλέον τον κίνδυνον που ήμουν, αλλά ηθέλησα να κερδίσω τον καιρόν που μου επαρουσιάζετο.
Αφού δε, ως λέγεις, είδες το άγαλμα εκείνο, τώρα να μου απάντησης και εις μίαν άλλην ερώτησιν, αν είδες και την Αφροδίτην, η οποία ευρίσκεται εις τας Αθήνας, την εν κήποις Αφροδίτην του Αλκαμένους. ΠΟΛ. θα ήμουν ο οκνηρότερος των Αθηναίων, Λυκίνε, εάν δεν είχα ιδή μέχρι τούδε το ωραιότερον από τα έργα του Αλκαμένους.
Φοβισμένος από τούτον τον θόρυβον, του οποίου δεν ήξευρα το αίτιον, εσηκώθηκα διά να φύγω και ξεμακρύνω από το κοιμητήριον, οπόταν δύο άνθρωποι που έστεκαν εις την πόρταν του κοιμητηρίου με εσταμάτησαν, και με ερώτησαν τις ήμουν και τι έκανα εις αυτό το κοιμητήρι. Εγώ είμαι, είπα, ένας δυστυχής ξένος, και μη έχοντας πού την κεφαλήν κλίναι, ήλθα διά να αναπαυθώ ετούτην την νύκτα εδώ.
Αν θέλης να το μάθης σύρε να ιδής την πίπα μου. Τρέχω μέσα στο σπίτι, ανοίγω το αρμάρι, βρίσκω την πίπα του. Μια πίπα χοντρή και μεγάλη, με ρόζους σαν αγκάθια, μαύρη — κατάμαυρη όπως ο έβενος. — Μπα! τούτο είνε το γιούσουρι; το κόβουν λοιπόν; — Το κόβουν λέει; Αφού τόχεις στα χέρια σου! Έκοψα πήχες όταν ήμουν σφουγγαράς. — Γιατί δεν πας λοιπόν να κόψης και το γιούσουρι του Βόλου;
Ο Σουλτάνος μαθαίνοντας από τον αναΐππην, ότι ο μάγος Μοούκ επήγεν εις τον τόπον της καταδίκης, εκαβαλλίκευσεν ευθύς το άλογόν του, και εφέρθη εκεί που ήμουν, διά να με ιδή· και από την θεωρίαν μου με εκαταδίκασε διά να με καύσουν.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν