Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 23 Μαΐου 2025
Ερχομένη δε η ημέρα επήγα εις την χώραν διά να λάβω την χαράν εις το να ακούσω το τι ωμιλούσεν ο λαός εις εκείνο που έκαμα· δεν έμεινα εις εκείνο που ήλπιζα γελασμένος· ο λαός έκαμνε διάφορες παράξενες διηγήσεις εις το κατόρθωμά μου· ένας έλεγεν ότι ο Μωάμεθ ήτον εκείνος, που διά να δώση να καταλάβουν πως είχεν ευχαρίστησιν εις τες χαρές που δι' αυτόν εγένοντο, έκανε να φανούν φωτιές ουράνιες.
Η ομιλία αυτουνού με έκαμε να μείνω εκστατικός· εγώ δεν ημπορούσα να καταλάβω διά ποίαν αιτίαν αυτός ο εξωτικός εδείχνονταν ταπεινός έμπροσθέν μου και μου ωμιλούσεν ωσάν να ήτο σκλάβος μου.
Εις αυτό το αναμεταξύ που η βασιλοπούλα Μάλκα έτσι ωμιλούσεν, ακούμεν ένα μέγαν θόρυβον εις το καστέλλι· αυτή εσιώπησε διά να γροικήση καλύτερα, και ευθύς ακούμεν φοβερώτατα ουρλίσματα και παράπονα.
Εις το αναμεταξύ που ο εξωτικός έτσι μου ωμιλούσεν, εγώ έστεκα δοσμένη εις κλαύματα και εις παράπονα. Δυστυχισμένη Μάλκα, έλεγα.
Ότε συνήγοντο γύρω του εκεί και τον ηκροώντο εν περιέργω συνωστισμώ, ως συνωστίζονται οι άεργοι όρθιοι περί τους χαρτοπαίζοντας εν τοις καφενείοις, νεοφερμένοι από τας επαρχίας, και μάλιστα γηραιοί τινες φουστανελλοφόροι, της επαναστάσεως σεβαστά λείψανα, φέροντες καταφανείς τας ουλάς των από του εθνικού πολέμου πληγών των, ή τας εκτομάς από του μαρτυρίου των εκ μέρους του τούρκου, ενώ ο Καπετάνιος βλέπων προς τους μεγάλους χρυσούς καθρέπτας του εθνικού, να είπωμεν, εκείνου καφενείου, ωμιλούσεν, ερρητόρευε· και εκεί οπού ωμιλούσεν ηλλοιούτο αίφνης, αλλοίωσιν φανταστικήν πάσχων.
Το πλέον κοντόν και χονδρόν έστεκε ολίγον παράμερα από τα άλλα· είχε μόνον μίαν κλείδωσιν και δεν ήξευρε να διπλωθή παρά μίαν μόνην φοράν, και όμως έλεγεν ότι αν λείψη από ένα άνδρα, δεν αξίζει πλέον ο άνδρας εκείνος διά τον πόλεμον. Όταν εκομπορρημονούσεν ωμιλούσεν Ελληνικά, και έλεγεν ότι ονομάζεται Α ν τ ί χ ε ι ρ.
Εις το αναμεταξύ που η Δαρδανέ ωμιλούσεν, ο Καλίφη την εστοχάζουνταν με ακρίβειαν, και ευρίσκοντάς την μιας εξαισίας ωραιότητος, είπε προς τον Αμπτούλ, αφού αυτή ετελείωσε την ιστορίαν της· εγώ πλέον δεν θαυμάζω πώς εσύ εφύλαξες πάντα την ενθύμησιν μιας τέτοιας ωραίας γυναικός· ευχαριστώ το λοιπόν τον ουρανόν, που την εξαπέστειλεν εδώ, και με αξίωσε και εμένα να σε ιδώ εις τέτοιαν μεγάλην ευχαρίστησιν, διά την αντάμωσιν της πολυαγαπημένης σου Δαρδανές· δεν είνε πλέον σκλάβα, αυτή είνε ελεύθερη, και είνε εις την εξουσίαν σου· και έχω όλην την ευχαρίστησιν εις το να σας ιδώ να γευθήτε την γλυκύτητα μιας μακρυνής και τελείας ενώσεως, ύστερον από τες δυστυχίες, που σας είχαν χωρίσει.
Όχι, εκείνη του είπεν, εγώ δεν ζητώ με τέτοιαν ακριβήν τιμήν να ανταμείψης το ολίγον έξοδον που έκαμα· εσύ δεν πρέπει να μου είσαι καθόλου υπόχρεως καθώς το στοχάζεσαι, διατί δεν το έκαμα δι' αγάπην σου, μα το έκαμα δι' αγάπην του Υψίστου. Εις το αναμεταξύ που αυτή έτσι ωμιλούσεν ο νέος εκρατούσε τα μάτια του σταθερά επάνω της, και τετρωμένος από την άκραν ευμορφίαν, την ωρέχθη.
Εκατάλαβεν ευθύς η βασίλισσα, ότι αυτός που ωμιλούσεν ήτον εκείνος ο νέος, που τον εγλύτωσεν από τον θάνατον πληρώνοντας τα πενήντα φλωρία. Τότε αυτή είπεν εις αυτούς.
Εις αυτό το αναμεταξύ που αυτή ωμιλούσεν έτσι ακούουν έναν μέγαν θόρυβον εις την πόρταν της στράτας, και αιφνιδίως βλέπουν να έμπη ο Καδής εις την αυλήν τους με πολλούς ανθρώπους, και ανάμεσα εις αυτούς ήτον και ο Μουζαφέρ με τον υιόν του. Εις ετούτην την θεωρίαν, η Δηλαρά έπεσε λιποθυμημένη, και ο Κουλούφ μην ηξεύροντας τι να κάμη, έτρεξε προς τον Κατήν διά να του ζητήση έλεος.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν