Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 24 Μαΐου 2025


Κ' εξακολουθεί: — Καλώς τον δέχθηκες τον καπετάνιο σου, ίδιος ο μακαρίτης είνε ο Παπαργυρός. Ήλθεν ο γυιός σου ο ναυαγισμένος, ύστερα από τόσα χρόνια! Η γραία ίστατο άφωνος ως ανδριάς.

Αλλά και αύτη η ψευδορκία ανετράπη άρδην, και ο Ιησούς ήκουεν εν σιωπή ενώ οι διηρημένοι εχθροί Του απελπιστικώς συνέχεον αλλήλων τας μαρτυρίας. Η ενοχή πολλάκις κατέρχεται εις δικαιολογίας όπου η αθωότης μένει άφωνος.

Εις τον βασιλικόν θρόνον επί κλίνης ο άγιος Βασιλεύς κοιμάται ύπνον ήρεμον και γλυκύν, και θα σηκωθή την ημέραν εκείνην . . . Ο Καπετάνιος τότε, χωρίς να σκεφθή πού ευρίσκετο, αναφωνεί έντρομος πάραυτα: — Χριστός βοσκρές! Ο γέρων μουσουλμάνος τότε έμεινεν άφωνος εκ της εκπλήξεως.

Και ο Πλάτων ορίζει ούτω το θείον, παρέχων αυτώ γνωρίσματα τοιαύτα· « αγαθός, φθόνου εκτός ων». Όταν δύναται τις να είνε εκτός φθόνου, τότε αληθώς είνε υπεράνθρωπος, τότε εξαίρεται, τότε θεούται. Η Αϊμά εθεώρει άφωνος τον παράδοξον τούτον άνθρωπον, και ήκουεν αυτόν μονολογούντα χωρίς να εννοή λέξιν.

Και ποιοι είναι αυτοί οι άλλοι; Άνθρωποι μωροί, που δε νοιώθουνε τίποτε. Έκλεισε τα μάτια κι αποκοιμήθηκε. Έμεινα άφωνος κοντά της και την κοίταζα. Είχε ξαναπάρει σχεδόν την ίδια έκφραση που είχε όταν είταν κόρη και για πρώτη φορά την είδα να κοιμάται ακόμα, όταν ξύπνησα.

Η απουσία του Μανώλη την έρριψεν εις μελαγχολίαν, και αυτή η τόσον λάλος έμενεν επί ημέρας άφωνος. Μόνον στεναγμοί εξήρχοντο από το στήθος της.

Και εγώ, αγαπητέ Φίλων, διά να μη μένω μόνος άφωνος εις εποχήν τόσον πολύφωνον και να μη παρουσιάζω κωμικόν θέαμα άνθρωπου έχοντος ανοικτόν το στόμα και μη λέγοντος τίποτε, ενόμισα καλόν να κυλίσω και εγώ όσον δύναμαι τον πίθον μου, όχι όμως διά να γράψω ιστορίαν και να διηγηθώ πολεμικά γεγονότα• δεν έχω τόσω μεγάλην τόλμην εγώ και μη φοβηθής ότι θ' αποτολμήσω τοιούτόν τι• διότι γνωρίζω πόσον μέγας είνε ο κίνδυνος, όταν κυλίη κανείς επάνω εις πέτρας και μάλιστα πιθάριον λεπτοκατασκευασμένον, οποίον το ιδικόν μου• μόλις προσκρούση εις μικράν πέτραν θα ευρεθώ εις την ανάγκην να περισυλλέγω τα κομμάτια του.

Ο Βινίκιος ανέγνωσε την επιστολήν και έμεινεν άφωνος επί τινας στιγμάς. Και μετ' ολίγον: — Ήξευρες ότι ήθελε να φύγη; ανέκραξεν ο Βινίκιος. — Ήξευρα, ότι δεν θα συγκατένευε να μεταβή εις την οικίαν σου διά να γίνη παλλακίς σου. — Και συ, τι υπήρξες εις όλην την ζωήν σου; — Εγώ ήμην δούλη.

Ίστατο προ της συζύγου του ενεός και άφωνος, ως μη αναγνωρίζων αυτήν, ως παράφρων προς στιγμήν γενόμενος. — Λέγε μου λοιπόν! επανέλαβεν η Σοφία, με τι τας επλήρωσες; — Θα τας πληρώσω αύριον, . . απήντησε μηχανικώς ούτως ειπείν ο κερδοσκόπος. — Με τι; με τι; επέμενε κραυγάζουσα η νεαρά γυνή.

Μ' εγνώρισεν αμέσως και όταν εσήκωσα απάνω του το μαχαίρι, κράζοντας αυτόν «φονιά των παιδιών μου», άπλωσεν ο φόβος στην όψι του θανάτου πρασινάδα. Ήταν άφωνος και παράλυτος και δεν μπορούσε ούτε να παρακάλεση ούτε να γονατίση. Όσα όμως δεν ημπορούσαν να κάμουν τα γόνατα και η γλώσσα τα έκαμνε το μάτι. Το βλέμμα του μου έλεγεν Αμάν! μου φιλούσε τα χέρια, μου έγλειφε τα πόδιά.

Λέξη Της Ημέρας

βασιλικώτερα

Άλλοι Ψάχνουν