Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 24 Ιουνίου 2025
Θα θρηνήσης τότε τον χωρισμόν μας, θα χύσης πικρά μετανοίας δάκρυα, αλλά η όψιμός σου μετάνοια δεν θα σε ωφελήση· το γνωστόν δεν γίνεται πλέον άγνωστον. Αγάπα με λοιπόν, Ψυχή μου, ως σε αγαπώ, αλλ' αγνόει ποίον αγαπάς. Δεν θα γείνη θερμοτέρα η αγκάλη μας, αν με γνωρίσης, ούτε τα φιλήματά μας θα γείνουν γλυκύτερα.
Η καρδία μου επόθει αγρυπνίαν, αλλ' ο κάματος αντιπαλαίων κ' υπερισχύων έκλειε τα βλέφαρά μου. Μ' εφαίνετο ότι ευρισκόμενος επί αιώρας, από του ισχυρού κλώνου μεγάλης πλατάνου κρεμαμένης, εκραδαινόμην ακουσίως υπό ισχυροτάτων βραχιόνων, οίτινες από το άγνωστον με απώθουν προς το άγνωστον.
Εις εποχήν τόσον τεταραγμένην και τόσον ανήσυχον, — καθ' ην παν ό,τι παλαιόν παρήρχετο ανεπιστρεπτεί και παν ό,τι νέον εξηκολούθει να μένει άγνωστον, — εδικαιολογείτο κάλλιστα ο Φαρισαίος ζητών ευκαιρίαν προς επανάστασιν, και περισσότερον αυτού ο Εσσαίος ασπαζόμενος τον βίον τον μοναχικόν, τον βίον τον άγαμον, και βυθιζόμενος εις αγρίαν απομόνωσιν από της κοινωνίας.
Εγώ τότε έμεινα εκεί με άκραν μου λύπην εις μορφήν τοιούτου ζώου, εις τόπον άγνωστον, μην ηξεύροντας εις ποίον μέρος του κόσμου ευρισκόμουν, σιμά ή μακράν από το βασίλειον του πατρός μου.
Και ο συνετός Τηλέμαχος απάντησεν εκείνης• 230 «Ξένε, αφού τούτα μ' ερωτάς και μέ ζητείς να μάθης, πλούτη θε να 'χε και τιμαίς άλλοτε αυτό το σπίτι, ο άνδρας όσ' ευρίσκονταν εκείνος 'ς την πατρίδα. οι αθάνατοι κακόγνωμα τώρ' άλλ' αποφασίσαν, 'π' αυτόν έκαμαν άγνωστον, ως άλλος δεν ευρέθη• 235 επειδή δεν θα μ' έθλιβεν ο θάνατός του τόσο, εάν με τους συντρόφους του είχε σβυσθή 'ς την Τροίαν, ή, αφού τον πόλεμο έπλεξεν, εις παθηταίς αγκάλαις• τάφον τότ' οι Παναχαιοί θα εσήκοναν εκείνου, και δόξα θα 'παιρνε λαμπρή ν' αφήση του παιδιού του• 240 και τώρ' η Άρπυιαις άδοξα τον σήκωσαν εχάθη αγνώριστος, ανάκουστος, κ' εμέν' άφησε πόνους και κλάυματα• ουδ' οδύρομαι για κείνον τώρα μόνον, γιατί και άλλα παθήματα οι αθάνατοι μου δώσαν. ότι όσ' υπάρχουν δυνατοί 'ς τα νησιά γύρω, οι πρώτοι 245 του Δουλιχιού, της Σάμης και της σύδενδρης Ζακύνθου, και άμ' όσοι μες την πετρωτήν Ιθάκη ηγεμονεύουν, την μητέρ' όλοι, μου ζητούν και φθείρουν μου το σπίτι• και αυτόν τον γάμον, 'που μισεί, κείνη ούτ' αρνιέται αλλ' ούτε να τον τελειώση δύναται• κ' εκείνοι καταλύουν 250 το σπίτι μου, και ογλήγορα κ' εμέ θα θανατώσουν».
Ιδού λοιπόν ο κόσμος την δόξαν βεβηλών !... αι αμοιβαί τοιαύται, τοιαύτα τα βραβεία... ορίστε και η δόξα... πού είσαι, Βαβυλών; πού είναι κι' η Ευδαίμων εκείνη Αραβία με τόσων αρωμάτων μυροβολούσαν χλόην, με βάλσαμον, με κύπρον, με σμύρναν, με αλόην; Πού Μωυσής ξηραίνων τον δρόμον τον υγρόν; εις άγνωστον κοιμάται της Χαναάν αγρόν.
Ο δε φοβούμενος να εμβαπτίση την χείρα του εκεί εις τα θολά, όπου άγνωστον αν δεν συναντήση τα ανοικτά στόματα του οστράκου, σκληρά ως λαβίδα σιδηράν, δεν δύναται να συλλάβη καρκίνους.
Τις άρα ήτο η ξένη αύτη; Ήτο δόκιμος; Ήτο νεοφώτιστος; Ήτο κατηχουμένη; Ήτο μετανοούσα; Ήτο κατάδικος; Άγνωστον. Η αδελφή Βεάτη ετριγυρίσθη. Αύτη μόνη είχε τόσην περιέργειαν, όσην αι άλλαι μοναχαί όλαι ομού. Τι να κάμη; Ανάγκη πάσα νανακαλύψη το μυστικόν. Ν' αποθάνη τις εκ σκληραγωγίας, υπομονή. Ν' αποθάνη εκ γήρατος, χάρισμα. Ν' αποθάνη εκ νόσου, υποφέρεται.
Με αυτήν την ωραίαν δραματικήν εικόνα, την οποίαν θα εζήλευε και ο Σοφοκλής, ανασύρει την αυλαίαν του χαριτωμένου διαλόγου του ο Πλάτων. Ο Ευθύφρων ερωτών μανθάνει ότι ο Σωκράτης κατηγορηθείς επί ασεβεία από κάποιον άγνωστόν του Μέλητον καλούμενον, ότι διαφθείρει την νεολαίαν με νέας ψευδείς περί θεών διδασκαλίας προσήλθεν εκεί, ζητηθείς από την ανάκρισιν.
Ηκούσθη παρατεταμένος τριγμός, και σφοδροτάτη δόνησις διαρκέσασα επί τινα χρόνον. Κονίαι και τεμάχια λίθων απεσπάσθησαν από της οροφής του σπηλαίου και κατέπιπτον μετά δούπου επί του εδάφους. Ο Θευδάς έφερε την χείρα εις την κεφαλήν. Τα είδωλα εφάνησαν κινούμενα, ως να ωρχούντο άγνωστόν τινα όρχησιν. Η Αϊμά εστέναξεν, αφυπνίσθη αποτόμως, εκινήθη και ανεκάθισεν.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν