United States or Isle of Man ? Vote for the TOP Country of the Week !


Έμεινε λοιπόν ο Κουλούφ κληρονόμος εις όλον τον βίον του πατρός του· μα δεν τον εξουσίασε διά πολύν καιρόν, επειδή και ευθύς που έμεινε τέλειος νοικοκύρης, άρχισε να τον φθείρη, έκτισε παλάτια, αγόρασε εύμορφες σκλάβες, και έκλεξε πολλούς νέους διά να του είνε σύντροφοι εις τες ασωτίες του, και επερνούσε τες ημέρες εις τες ηδονές με αυτουνούς.

Την ερχομένην αυγήν ο Βεζύρης παρουσίασεν εις τον βασιλέα τους τρεις Δερβισάδες κατά την προσταγήν που έλαβεν· έπειτα ο βασιλεύς τον επρόσταξε να στείλη με εύμορφον τρόπον, να καλέση και εκείνες τες τρεις εύμορφες αδελφές, Ζωηδίαν, Αμηνάν και Σεραφίαν. &Ιστορία της Ζωηδίας.& Η ιστορία μου κραταιότατε βασιλεύ, είνε η πλέον παράδοξος από όσας ήκουσες, ως νομίζω.

Όλες οι νέες εξανάρχισαν να χορεύουν, να λαλούν, και να κάνουν κάθε λογής παιχνίδια, έως που ήλθεν η νύκτα. Και αφού ενύκτωσεν άναψαν διάφορα κηρία και λαμπάδες και εις το αναμεταξύ που ετοίμαζαν το δείπνον, η κυρά και ο Κουλούφ ευρίσκονταν μαζί, και εσυνομιλούσαν διάφορες υποθέσεις του βασιλέως· και ανάμεσα εις τες άλλες η κυρά τον εξέταζεν αν αυτός ο βασιλεύς είχεν εύμορφες σκλάβες.

Προτού λοιπόν να ξημερώση, εξύπνησεν η Μεδινά και κράζει την Χαλιμάν· αγαπητή μου αδελφή, αν δεν κοιμάσαι, σε παρακαλώ, προτού να ξημερώση, οπού ολίγον ακόμη λείπει, να μου διηγηθής μίαν από εκείνες τις εύμορφες μυθολογίες, που ηξεύρεις· αλλοίμονον, ίσως αυτή είνε η υστερινή φορά, που λαμβάνω μίαν τέτοιαν ευχαρίστησιν.

Η Χαλιμά τότε χαρούμενη άρχισε να στολίζεται και να ετοιμάζεται διά να παρουσιασθή εις τον βασιλέα· και προτού να φύγη έκραξε την αδελφήν της Μεδινά κρυφά και της λέγει· αγαπημένη μου αδελφή, εγώ έχω χρείαν μεγάλην από εσέ και σε παρακαλώ να μη μου ειπής όχι· ήξευρε ότι ο πατέρας μας έχει να με προσφέρη εις τον βασιλέα διά να γίνω νύμφη του και μη φοβήσαι τίποτε διά τούτο· μόνον άκουσέ με ευθύς που θα υπάγω έμπροσθεν εις τον βασιλέα, θέλω τον παρακαλέσει να έλθης και συ να κοιμηθής εκεί εις τον ίδιον νυμφικόν θάλαμον, διά να λάβω την ευχαρίστησιν να χαρώ ακόμη εκείνην την νύκτα την συντροφιά σου· και αν λάβω αυτήν την χάριν, καθώς ελπίζω, ενθυμήσου με προσοχήν να με ξυπνήσης την αυγήν μίαν ώραν προτού να εξημερώση και να μου ειπής ταύτα τα λόγια· «Αγαπημένη μου αδελφή, προτού να ξημερώση, που σχεδόν λείπει ολίγον, να μου διηγηθής μίαν μυθολογίαν από εκείνες τις εύμορφες παραβολές που ηξεύρεις»· και εγώ ευθύς θέλω σου διηγηθή μίαν και ελπίζω με τούτο το μέσον να ελευθερώσωμεν τον λαόν από ένα τέτοιου είδους άδικον θάνατον.

Αυτός εφαίνετο πως θα είχε περισσότερον από εκατόν χρόνους· με όλον τούτο που ήτον τέτοιος, επερπατούσεν ωσάν ένα παλληκάρι· ο οποίος βλέποντάς τες που ήτον κατά την όρεξίν του, τες είπεν χαρούμενος· που πηγαίνετε εσείς ω εύμορφές μου θυγατέρες; πηγαίνομεν, του απεκρίθη η τρανή, εις το Μουσουλπατάν. Ημπορώ χωρίς να σας κακοφανή, ακολούθησεν ο γέρων να λέγη, να σας βοηθήσω εις καμμίαν σας χρείαν;

ΜΕΝ. Ησύχασε, Τάνταλε, διότι ούτε συ, ούτε άλλος εκ των νεκρών θα πίη ποτέ• είνε αδύνατον• μολονότι δεν είνε όλοι όπως συ καταδικασμένοι να επιθυμούν το νερόν και αυτό να τους αποφεύγη. 18. &Μενίππου και Ερμού.& ΜΕΝ. Δεν μου λες πού είνε οι ωραίοι νέοι και η εύμορφες γυναίκες, Ερμή; Οδήγησε με διότι είμαι νεοφερμένος.

Από όλα τούτα που με έκαμες και είδα, είπεν ο Καλίφης προς τον Αμπτούλ, και από την σκλάβαν που μου εχάρισες, δεν έχω καμμίαν αμφιβολίαν ότι εσύ έχεις τες πλέον εύμορφες γυναίκες που είνε εις την εξουσίαν σου. Αλήθεια, απεκρίθη ο Αμπτούλ, εγώ έχω σκλάβες μιας υπερβολικής ωραιότητος, μα δεν ημπορώ να αγαπήσω καμμίαν.

Την έβλεπον να φέρη με τα κοφίνια εκείνα τα σπάνια πλατοκούκκια, τρυφερά και μεγάλα, ευωδιάζοντα άνοιξιν, και τες εύμορφες στρογγυλές και βυσσινοβαμμένες αγγινάρες, την εζήλευον. Την έβλεπον να φορτώνεται αβασταγιές το πρωί με την δρόσον τα τρυφερά μάραθα και τα δροσόπλαστα κρεμμυδάκια και το ευώδες ηδύοσμον, που ευωδίαζεν ο δρόμος όταν περνούσε με το πεταχτόν εκείνο βάδισμά της, την εζήλευον.

Έπειτα ο Μπάρμπα-δήμαρχος δεν είχε μυστικά από την γυναίκα του· τον εκακομεταχειρίζετο καμμιά φορά αληθινά, για την κουταμάρα του, αλλ' είχεν ως είπομεν δύο ψυχάς. Και προς τον άνδρα της, όσον και κακομοιριασμένον, ωμίλει με την πραείαν ψυχήν, ως και προς την κόρην της. Με όλον το ύψος της το άνοστον και το χρώμα της το μαύρον είχε καμμιά φορά όψες γλυκές και εύμορφες η Μιλάχρω.