United States or Gibraltar ? Vote for the TOP Country of the Week !


Διά τοιαύτης σειράς εικόνων εφρόντισε και ο Δάντης να προδιαθέση τον αναγνώστην πριν ή επιφωνήση το πολύκροτον εκείνο, Ο Pisa vituperio delle genti! Ο δε αναγνώστης της «Φροσύνης» και μόνος εν ελλείψει του ποιητού ήθελεν ανακράξει, Γιάννινα, μαύρα Γιάννινα, πώς σας βαστάει ο κόσμος!

Πριν ή έλθη προς αυτόν, εφρόντισε να λάβη ατραπόν τινα, ήτις έφερεν αυτόν εις το εναντίον άκρον, και ούτως, ότε επέστρεψεν εις την κυρίαν οδόν, έδειξεν ότι μετέβαινεν εις την κώμην, και ουχί ότι εξήρχετο, ως αληθές, εξ αυτής, ακολουθήσας τα ίχνη του Βράγγη.

Μόλις είχεν αποφάγει, και καταληφθείς υπό ακαθέκτου νυσταγμού, απεκοιμήθη πάλιν. Αλλ' η εκ του δευτέρου τούτου ύπνου εξέγερσις δεν υπήρξεν ευάρεστος ως η προλαβούσα. Ότε αφυπνίσθη, έκειτο επί της άμμου παρά τον αιγιαλόν, το δε σπήλαιον της Νύμφης είχε γείνει άφαντον, ως ήτο επόμενον. Ο Αννίβας επιστρέψας εις τον λιμένα του εφρόντισε να οπλίση νέαν λέμβον διά τας αλιευτικάς εκδρομάς του.

Ο Αστρονόμος έσκυψε προς τον παρακαθήμενον και του εψιθύρισε: — Δεν έχει τη φωνή του τράου; Ο μόνος όστις δεν εφρόντισε πολύ να κρύψη το μειδίαμά του ήτο ο Τερερές. Αλλ' εις το πείσμα του ο παπάς είπεν ότι ο Μανώλης είχε πολύ καλήν φωνήν και, αν ήξευρε γράμματα, θα εγίνετο λαμπρός ψάλτης.

Αυτά 'πε• και αναγάλλιασεν ο θείος Οδυσσέας 250 κ' εχάρηκε ο πολύπαθος την γη την πατρική του, ως την φανέρωσ' η Αθηνά, του αιγιδοφόρου η κόρη• και προς αυτήν ωμίλησεν, αλλ' όχι την αλήθεια, και να κρατήση επρόφθασε τον λόγον εις τα χείλη, πάντοτε νουν ευρετικόντα στήθη ανακινώντας• 255 «Για την Ιθάκην άκουσα καιτην πλατεία Κρήτη, απόπερ' απ' τα πέλαγα• τώρ' ήλθα εγώ με τούτους τους θησαυρούς και αφήνοντας των τέκνων μου άλλα τόσα έφυγα επειδή φόνευσα υιόν του Ιδομενέα, τον γοργοπόδη Ορσίλοχο, 'πουτην πλατεία Κρήτη 260 όλους ενίκα τρέχοντας τους σιτοφάγους άνδραις, τι να στερήση εμ' ήθελε των Τρωικών λαφύρων όλων, 'που τόσα υπόφερα για κείνατην ψυχή μου, και εις τους πολέμους των ανδρών καιτα φρικτά πελάγη• ότι οπαδός δεν έστεργα να γείνω του πατρός του 265 εις την Τρωάδ', αλλ' αρχηγός άλλων συντρόφων ήμουν• καρτέρι μ' έναν σύντροφο του 'στησα εγγύς του δρόμου, και απ' τους αγρούς ως έρχονταν τον κτύπησα μ' ακόντι• μαύρ' ήταν νύκτα σκοτεινή, και άνθρωπος δεν μας είδε κανένας, ώστε την ζωήν αγνώριστος του επήρα• 270 και αφού τον εθανάτωσα, κατέβηκα εις το πλοίο, και ικέτης εγώ πρόσπεσα των δοξαστών Φοινίκων, και δώρα πολυπόθητα τους έδωκα ζητώνταςτο πλοίο τους να με δεχθούν, 'ς την Πύλο να μ' αφήσουν, ή 'ς την αγίαν Ήλιδα, όπ' οι Επειοί δεσπόζουν• 275 αλλά κείθεν η δύναμις τους έσπρωξε του ανέμου, κ' επείσμοναν δεν ήθελαν ποσώς να μ' απατήσουν• κ' εκείθε παραδέρνοντας εφθάσαμ' εδώ νύκτα• λάμνοντας προχωρήσαμε με κόποτον λιμένα• για δείπνο δεν εφρόντισε κανείς, αν κ' ήταν χρεία, 280 αλλ' απ' το πλοίο βγήκαμε και αυτού πλαγιάσαμ' όλοι• εις ύπνον έπεσα γλυκόν, σβυμμένος απ' τον κόπο• από το πλοίον έβγαλαν τους θησαυρούς μου εκείνοι, αυτού σιμά 'που επλάγιαζατον άμμο τους εθέσαν, κ' ευθύς προς την καλόκτιστη κίνησαν Σιδονία, 285 κ' εγώ μόνος απόμεινα με την ψυχή θλιμμένη».

Κατηγορήθη ως λογοκλόπος ο Ροΐδης. Και είναι βέβαιον ότι εδανείσθη «ου τη χειρί αλλ' όλω τω θυλάκω». Παρέλαβεν από άλλους συγγραφείς όχι φράσεις, αλλά μεγάλας περικοπές, εμιμήθη φιλολογικά στρατηγήματα. Και πριν ή ανακαλύψουν τούτο οι αντιποιούμενοι προς αυτόν την διεύθυνσιν της Εθνικής Βιβλιοθήκης, εφρόντισε να μας το δηλώση.

Ο δε Πέτρος, αφού εφρόντισε να νιφθή ο Κώστας, τον ενέδυσε τα καθαρά του φορέματα, τω εσύστησε στενώς την καθαριότητα, τω έδωκε και έν ψωμίον με την άδειαν του πατρός του, και ακολούθως συνώδευσεν αυτόν εις την πτωχικήν του καλύβην.

Αλλ' ο Νικολάκης, όστις από της παραλίας ακόμη επληροφορήθη τα διατρέχοντα, έδειξε μεγάλην απάθειαν και εφρόντισε πρώτον να επαναφέρη εις τας αισθήσεις της την σύζυγόν του, ήτις έπεσεν αναίσθητος επάνω εις τα καλά φορέματα του συζύγου της, προ των οποίων ως προ απεικονίσματος εθρήνει τόσας ημέρας, ως είπομεν.

Τότε ένας θείος των εφρόντισε και το μεν περιβόλιον παρέδωκεν εις ξένον κηπουρόν επί μισθώματι, την δε Αρφανούλαν δεκαπενταέτιδα πλέον κορασίδα, εισήγαγεν εις τι μέγα εργοστάσιον γυναικείων πίλων και ψευδοστεφάνων. Ο θείος των αυτός, αδελφός της μητρός των, ο Μπάρμπα-Σταυρής ο Ξυλοπόδαρος, ήτο ένας τετραπέρατος άνθρωπος.

Διά τούτο εφρόντισε με όλην την ησυχίαν του και συνέλεξεν ικανάς πληροφορίας περί του καταφθάσαντος πλοιάρχου, όσας ημπόρεσεν. Αλλ' η γραία έμενε βωβή εν τη θύρα της γειτονικής οικίας και κωφή σχεδόν.