United States or Hungary ? Vote for the TOP Country of the Week !


Τότες πιον πρώτο σκότωσε ο παινεμένος Τέφκρος; Τον Αμοπά σαΐτεψε, γιο του Πολιαίμου, πρώτα, τον Άρμενο κι' Ορσίλοχο κι' ισόθεο Οφελέστη, 275 το Δαίτορα, Μελάνιππο, Χρομιό, και Λυκοφόντη· όλους σωρό τους έστρωσε στη γης την καρποδότρα.

Αυτά 'πε• και αναγάλλιασεν ο θείος Οδυσσέας 250 κ' εχάρηκε ο πολύπαθος την γη την πατρική του, ως την φανέρωσ' η Αθηνά, του αιγιδοφόρου η κόρη• και προς αυτήν ωμίλησεν, αλλ' όχι την αλήθεια, και να κρατήση επρόφθασε τον λόγον εις τα χείλη, πάντοτε νουν ευρετικόντα στήθη ανακινώντας• 255 «Για την Ιθάκην άκουσα καιτην πλατεία Κρήτη, απόπερ' απ' τα πέλαγα• τώρ' ήλθα εγώ με τούτους τους θησαυρούς και αφήνοντας των τέκνων μου άλλα τόσα έφυγα επειδή φόνευσα υιόν του Ιδομενέα, τον γοργοπόδη Ορσίλοχο, 'πουτην πλατεία Κρήτη 260 όλους ενίκα τρέχοντας τους σιτοφάγους άνδραις, τι να στερήση εμ' ήθελε των Τρωικών λαφύρων όλων, 'που τόσα υπόφερα για κείνατην ψυχή μου, και εις τους πολέμους των ανδρών καιτα φρικτά πελάγη• ότι οπαδός δεν έστεργα να γείνω του πατρός του 265 εις την Τρωάδ', αλλ' αρχηγός άλλων συντρόφων ήμουν• καρτέρι μ' έναν σύντροφο του 'στησα εγγύς του δρόμου, και απ' τους αγρούς ως έρχονταν τον κτύπησα μ' ακόντι• μαύρ' ήταν νύκτα σκοτεινή, και άνθρωπος δεν μας είδε κανένας, ώστε την ζωήν αγνώριστος του επήρα• 270 και αφού τον εθανάτωσα, κατέβηκα εις το πλοίο, και ικέτης εγώ πρόσπεσα των δοξαστών Φοινίκων, και δώρα πολυπόθητα τους έδωκα ζητώνταςτο πλοίο τους να με δεχθούν, 'ς την Πύλο να μ' αφήσουν, ή 'ς την αγίαν Ήλιδα, όπ' οι Επειοί δεσπόζουν• 275 αλλά κείθεν η δύναμις τους έσπρωξε του ανέμου, κ' επείσμοναν δεν ήθελαν ποσώς να μ' απατήσουν• κ' εκείθε παραδέρνοντας εφθάσαμ' εδώ νύκτα• λάμνοντας προχωρήσαμε με κόποτον λιμένα• για δείπνο δεν εφρόντισε κανείς, αν κ' ήταν χρεία, 280 αλλ' απ' το πλοίο βγήκαμε και αυτού πλαγιάσαμ' όλοι• εις ύπνον έπεσα γλυκόν, σβυμμένος απ' τον κόπο• από το πλοίον έβγαλαν τους θησαυρούς μου εκείνοι, αυτού σιμά 'που επλάγιαζατον άμμο τους εθέσαν, κ' ευθύς προς την καλόκτιστη κίνησαν Σιδονία, 285 κ' εγώ μόνος απόμεινα με την ψυχή θλιμμένη».

Και πέφτοντας βροντάει, αχούν και τ' άρματα από πάνου. 540 Τότε ο Αινείας σκότωσε κι' αφτός διο παλικάρια των Αχαιώνε, του Διοκλή τους γιους· τον ένα Κρήθο τον λέγανε κι' Ορσίλοχο τον άλλονε.