United States or Lithuania ? Vote for the TOP Country of the Week !


Η τράπεζα επί της οποίας έφαγον το λιτόν γεύμα των, τέσσαρες ξύλιναι καθέκλαι και είς ψάθινος καναπές ήσαν τα μόνα έπιπλά του. Ο καναπές ήτο άντικρυ της εστίας. Απέναντι της εισόδου, εις μεν την προς τα δεξιά γωνίαν του τοίχου ήτο η θύρα του κοιτώνος, εις δε την προς ταριστερά η θύρα του κήπου.

Όσον διά την λεχώ, την μητέρα του πάσχοντος βρέφους, αύτη προ ολίγου είχεν αποκοιμηθή επί της χθαμαλής, πενιχράς κλίνης της. Ο μικρός λύχνος, κρεμαστός ετρεμόσβυνε κάτω του φατνώματος της εστίας. Έρριπτε σκιάν αντί φωτός εις τα ολίγα πενιχρά έπιπλα, τα οποία εφαίνοντο καθαριώτερα και κοσμιώτερα την νύκτα.

Εικόνες τοποθετημένες και επάνω εις τα έπιπλα και κάτω εις τους τοίχους και παντού. Εις το μέσον ένας εικονοστάτης με μίαν εικόνα αρχισμένην επάνω. Έρχεται ο Κώστας με ενδύματα εξοχής και μαλακό καπέλλο. Σκηνή α'. Πώς δεν είναι εδώ! Μαρία! Μαρία! Δεν με επερίμενε, φαίνεται, τόσο νωρίς. Θα εργάζεται αντίκρυ. Ας δούμε τα μυστικά της. Παραπονείσαι γιατί δεν σου έγραψα τόσους μήνες τώρα!

Η φύση χλωμιάζει μπροστά στα έπιπλα «της οδού που δανείστηκε τόνομά της από την Οξφόρδη» σύμφωνα με τη φρασεολογία του ποιητού που τόσον αγαπάς. Δεν παραπονιέμαι γι' αυτό. Αν η Φύση ήταν αναπαυτική, το ανθρώπινο γένος ποτέ δεν θα είχε εφεύρει την αρχιτεκτονική, κ' εγώ προτιμώ τα σπίτια στον ανοικτόν αέρα. Στο σπίτι βλέπομε όλοι τις σωστές διαστάσεις.

Τα έπιπλα και τα σκεύη του σπιτιού ήσαν ανεπαρκή διά την έκτακτον εκείνην περίστασιν και είχαν δανεισθή από την γειτονιάν καθέκλες και τραπέζια, τα οποία επροσπάθουν να συναρμόσουν διά να σχηματίσουν μεγάλην τράπεζαν επαρκή διά τους προσκεκλημένους. Τα πολύτιμα πινάκια είχαν κατεβασθή και τα μάκτρα τα «ξομπλιαστά» εξεκρεμώντο από το ράφι, διά να τεθούν εις την τράπεζαν.

Εις την διαθήκην του με αφήκε κληρονόμον όλης της περιουσίας του• άμα δε απέθανε έγινα κύριος της περιουσίας και ήρχισα να ξοδεύω το χρήμα και με τα δυο μου χέρια, χωρίς να υπάρχη φόβος να το εξαντλήσω. Όλα δε τα άλλα, φορέματα και έπιπλα και σκεύη και υπηρέται, έγιναν, ως ήτο επόμενον, δικά μου.

Εκάθητο κατά γης με τους αγκώνας επί των γονάτων και την κεφαλήν εντός των χειρών. Τα ολίγα έπιπλα του δωματίου ήσαν άνω κάτω, και σπασμένα εδώ κ' εκεί τρίμματα πηλίνων αγγείων. Σας εξομολογούμαι ότι την στιγμήν εκείνην με κατέλαβεν αίσθημα φόβου. Εσκέφθην ότι ήτο ανοησία μου να υπάγω μόνος εκεί. Αλλά δεν ηδυνάμην πλέον, και αν το ήθελα, να οπισθοχωρήσω.

Του φαινόταν πως άκουγε ακόμη τις γυναίκες να ξεσκονίζουν χτυπώντας τα έπιπλα, αλλά λες και χτυπούσαν τον ίδιο. Ναι, κάτι τον διαπερνούσε, στη ράχη, στους ώμους, στα πλευρά και στους αγκώνες, στα γόνατα και στις αρθρώσεις των δακτύλων. Και η ντόνα Νοέμι ήταν εκεί, χλωμή, και έραβε, έραβε και με τη βελόνα της του τρυπούσε την ψυχή.

Θα χοροπηδήσωμεν απόψε, έλεγον οι ναύται αναμεταξύ των, επεκύρουν δε την πρόρρησιν αι ποικίλαι επί του πλοίου προετοιμασίαι του πληρώματος, και κάτω εις την αίθουσαν αι των υπηρετών, εξασφαλιζόντων διά σχοινίων τα κινητά σκεύη και έπιπλα. Έμενα επί του καταστρώματος βλέπων το πυκνούμενον σκότος της νυκτός και την επερχομένην τρικυμίαν.

Μόναι σκηνικαί προπαρασκευαί ήσαν εξ ανάγκης τα έπιπλα του εστιατορίου, ο δε Τάλμας απήγγειλε τους γαλλικούς στίχους της ψυχράς του Ducis παραφράσεως. Εν τούτοις οι ακροαταί κατελήφθησαν υπό φρίκης. Δεν είχε χρείαν φάσματος άντικρύ του. Οι ιδόντες αυτόν έλεγον ότι έβλεπον το φάσμα εις τους οφθαλμούς και την φωνήν του ηθοποιού. Β'. &Ο Μάκβεθ.& &Χαίρε, ω Μάκβεθ! Βασιλεύς μετέπειτα θα γείνης&