United States or Norfolk Island ? Vote for the TOP Country of the Week !


Η Ποππέα, ήτις είχε κατανοήσει ότι εις όλην την Ρώμην μόνη η Λίγεια ηδύνατο να γίνη αντίζηλός της, μάλιστα δε να νικήση, από καιρού εζήτει να εύρη μέσον εξοντώσεως αυτής και μετεχειρίσθη προς τούτο τον Χίλωνα. Άναξ, είπε, εκδικήθητι το τέκνον μας! — Σπεύσατε! ανέκραξεν ο Χίλων. Σπεύσατε! Άλλως ο Βινίκιος θα λάβη καιρόν να την κρύψη. Θα σας δείξω την οικίαν, όπου εγκατεστάθη μετά την πυρκαϊάν.

Η Ρηγινιώ εσιώπησεν, αλλ' οι φόβοι της δεν κατέπαυσαν εντελώς. Την είχε φοβίσει καθ' υπερβολήν η Ζερβούδαινα. Καθ' ά είχεν ακούσει η χήρα, ο Τερερές εφοβέριζεν ότι όχι μόνον θα έδενε τον Μανώλην, αν επραγματοποιείτο το συνοικέσιον με το Πηγιό, αλλά και θάβανε τα δεσίματα στο τουφέκι και θα επυροβόλει, διά να μείνη επί ζωής του άλυτος ο αντίζηλος.

ΕΡΜΙΟΝΗ Με κατέστρεψαν τα λόγια των κακών γυναικών, που με ηρέθιζαν με τέτοιας φράσεις: «θ' ανεχθής συ να μοιρασθής τον άνδρα σου και το σπίτι σου με αυτήν την ταπεινήν δούλην; Ορκίζομαι εις την Δέσποινάν μας ότι εγώ βέβαια δεν θ' άφηνα να ζήση εκείνην που θα ήτο αντίζηλός μου». Και εγώ ήκουσα τα λόγια αυτά των Σειρήνων τα πανούργα και επιτήδεια και επικίνδυνα, και έχασα τον νουν μου.

Ήθελε να μου δείξη τα ναυάγια, τους κινδύνους, τους κόπους, ζηλιάρα στην αγάπη της. Έβριζε τη θάλασσα, την εψεγάδιαζε, την εκαταριόταν λέγεις και της ήταν αντίζηλος. Του κάκου! Ούτε οι κόρφοι, ούτε τα φιλιά της μ' έδεναν πλέον. Όλα μου εφαίνονταν άνοστα· και το κρεβάτι ακόμα. Ένα ηλιοβασίλεμα που εκαθόμουν συλλογισμένος στο ακρωτήρι, βλέπω αντίκρυ μου μια φρεγάδα με γιομάτα πανιά.

Ο φίλος αναγκάζεται να σιωπά, μη δυνάμενος ν' αμιλλάται προς τον κόλακα κατά την εύροιαν του λόγου, καθώς ενώπιον της κακίας ταπεινοί το βλέμμα η δυστυχής αρετή, και ερύθημα φλέγει τας παρειάς της, όταν αναλογίζηται ότι είχε σχηματίσει ίσως εσφαλμένην ιδέαν περί εαυτής. Διότι η αντίζηλος αυτής ματαιοί πάντας τους υπολογισμούς της. Αλλ' όμως ας επανέλθω εις το προκείμενον.

Διότι η μήτηρ της όχι ολίγας φοράς της είχεν είπει έκτοτε, ότι εφοβείτο πολύ τα μάγια, τα οποία ήτο πιθανόν να της κάμη η άλλη, η αντίζηλος, η παραγκωνισθείσα κόρη και αδικηθείσα ορφανή. Τα στοιχειά δεν τα εφοβείτο τόσον, και ας την έλεγαν ελαφροΐσκιωτην, ή μάλλον δι' αυτό την ωνόμαζον ούτω, διότι, όσα και αν έβλεπε, δεν είχε φόβον. Αλλά ως προς τα μάγια όμως, το πράγμα διαφέρει.

Ο σύζυγος, αυτή και η ξυλίνη αντίζηλος θα ζώσι του λοιπού και οι τρεις μαζή, υπό την αυτήν στέγην θα είνε αχώριστοι. Αντίζηλον με οστά και σάρκα δεν θα υπέφερε βέβαια· ω! θα ήτο ικανή να της βγάλη τα μάτια! αντίζηλον όμως από ξύλον . . . δεν πηγαίνει να έχη δέκα, ο καλός σύζυγος. Κάτω οι όροι, κάτω αι συμφωνίαι του λοιπού . . . Και έβλεπε και έβλεπε και δεν εχόρταινε να βλέπη και ν' αγάλλεται.

Μ' αυτά, ω άρχοντες, ο Κεντ υγείαν σας αφίνει και νέους τόπους θα πατή, πλην τρόπους δεν αλλάζει! ΓΛΟΣΤ. Ιδού, αυθέντα, έρχονται οι δύο ηγεμόνες. ΛΗΡεσένα πρώτον στρέφομαι, της Βουργουνδίας δούκα, που έρχεσαι αντίζηλος αυτού του βασιλέως, και μου ζητείς την κόρην μου. Τι προίκα περιμένεις, κι' αλλέως αποσύρεσαι, αν δεν την δώσω;