Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 22 Μαΐου 2025


Χιλιόχρονο ο θεός να τον φυλάη τους προδότες βαριά να τιμωρή !» «Χιλιόχρονος ο ρήγας μας», βογκάει σα θάλασσα ο λαός με μια φωνή. Και η βοή στο γαλάζιο φεύγει αέρα και σμίγει με τις μύριες ευωδιές που ευφραίνουν βασιλιά κι αρχόντους πέρα σε ολόχλωρα νησιά και ακρογιαλιές.

Όσοι γεννιούνται δε θα πεθάνουν όλοι μια μέρα; Ας παρακαλούμε μόνον να πέρνη ο Θεός τους πεθαμένους και να φυλάη τους ζωντανούς!... Αλλά κείνη δεν ήθελε ν' ακούση. Τρεις μέρες περίμενε, θέλοντας να πάη με τον αγαπητό της κύριο. Την τετάρτη, γέννησε ένα παιδί, ένα γυιό. Τον αγκάλιασε. «Παιδί μου, του είπε, πολύν καιρό είχα επιθυμία να σε ιδώ.

Στην πράξη όμως απάνω, άλλος λόγος. Πως ο Νόμος είναι ιερό συφωνητικο που ο καθένας ανάλαβε να το φυλάη μ' όλους τους άλλους, μπορεί κι αυτό να σου το αποδείξη με μια διατριβή ή και μ' ένα βιβλίο. Δεν άδειασε ακόμα να το καλονοιώση. Έχει άλλες δουλειές. Έχει να φροντίζη για το δικό του, εκείνο δηλαδή που θαρρεί πως είναι δικό του συφέρο.

Φωνάζουνε λοιπόν τον άγιο τους τον Ντεντέ να τη διαβάση και να τη γιατρέψη. Τη βλέπει ο Ντεντές και λέει πως αυτή γιατρεμό δεν έχει, γιατί κρατάει Τίμιο Ξύλο απάνω της, που θα τη φυλάη μισοζώντανη ώσπου να γυρίση σπίτι της. Αυτός δεν τολμούσε να ταγγίξη το Τίμιο Ξύλο, κ' είπε και τους άλλους να μην ταγγίξουνε, γιατί θα γίνουνε σκόνη εκεί που στέκουν.

Μπορεί εκείνη να μην αγάπησε· πάει καλά·, μα να μην αγαπήθηκε; άλλος λόγος. Γιατί τότες δε μου το λέει; Αφού μου κρύφτει μικρά, τιποτένια πράματα, μπορεί να μου κρύψη μια μέρα και μεγαλήτερα. Το είπε η ίδια· της αρέσουν τα κρυφά· είναι καλό πράμα νάχη κανείς ένα κρυφόκαι να το φυλάη! Μήπως είναι κρυψιάρα; Κάτι θα τρέχη. Το ξέρω. Και τώρα κάτι θα τρέχη. Το βλέπω. Όλα τάχω παρατηρημένα.

Και αν αυτή επάθαινε τίποτε, Θεός να φυλάη! ποία άλλη θα εκόλλα τον φούρνον, η 'μέραις που έρχονται, τώρα τον Αϊ-Βασίλη κτλ. εις όλην την γειτονιά; Όλον δε το άτομόν της ενεθύμιζε την μητέρα εκείνην των Σαράντα Δράκων του παραμυθιού, ήτις εφούρνιζε με τας παλάμας και &επάνιζε& με τους μαστούς.

Και όμως πάντοτε η περιέργεια θ' αγρυπνή και θα παραφυλάττη. — Τον ξεκάκιωσε πάλι η Μιλάχρω! Ηκούσθη μία φωνή. — Ο Θεός να σε φυλάη, παιδί μ', εψιθύρισεν άλλη, μήτηρ αύτη, να μη πέσης σε τέτοια χέρια! — Την έψησε την κακομοίρα χειρότερα από τον φούρνον της, ηκούσθη άλλη παρατήρησις. Και η Μιλάχρω έσπευδε. — Γιατί δεν τα θέλουν, παιδί μου, τα κορίτσια! είπεν άλλη μετά πικρίας.

Αλλ' αφού θέλει να πεθάνω, πέστε της ότι της στέλνω αγάπη και ειρήνη, και την ευχαριστώ για όλα τα καλά και της τιμές που μου έκαμε από τότε που παιδί με άρπαξαν οι πειρατές, με πούλησαν στη μητέρα της, κι' αφωσιώθηκα στην υπηρεσία της. Ο καλός Θεός ας φυλάη την τιμή της, το σώμα της, και τη ζωή της. Αδερφοί, χτυπάτε με τώρα». Οι δούλοι την ελυπήθηκαν.

Και σκάλιζε το περιβολάκι, πότιζε και τα δενδράκια. Η Ουρανίτσα κεντούσε απάνω στο πεζούλι της αλτάνας. — Πες μου, Καπετάν Λαλεμήτρο, σα δεν αναποδογυρίζουν τα καράβια, έχουνε άλλο φόβο στη θάλασσα; Ο Λαλεμήτρος έπαιρνε φωτιά. — Έχουνε, λέει; Αμ' δε βάζεις τους τράκους; Πού τους αφίνεις τους τράκους; Ο Θεός να φυλάη!

Σε ξέρω, μαννούλα, και πια δε με γελάς. Κάτι θες να του κρυφομιλήσης πάλε του Κωσταντή. Ήθελα και γω να σου πω κάτι, μα καλλίτερα όχι. Δέσπω. Σαν τι λογής; Αρετ. Γιατί να τον καταλαλήσω το δύστυχο! Αυτός κακό δεν είχε στο νου του. Είτανε μια τρέλλα, μα θαρρώ πως γατρεύτηκε πια ως τώρα. Τίποτις, μάννα, τίποτις. Έτσι το είπα. Δέσπω. Ο Θεός να μας φυλάη!

Λέξη Της Ημέρας

δέτη

Άλλοι Ψάχνουν