Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 29 Μαΐου 2025


Ο θείος Πιέτρο; Τι είναι ο θείος Πιέτρο; Άφησε τις θείες να υποφέρουν τόσα χρόνια μόνες, μέσα στη φτώχεια και στην καταφρόνια όλου του χωριού, και τώρα κι αυτός πιστεύει πως κάνει καλό επειδή θέλει να παντρευτεί τη Νοέμι! Το κάνει επειδή η γυναίκα τού αρέσει σαν γυναίκα, όπως σ΄ εμένα αρέσει η Γκριζέντα, και τίποτε περισσότερο. Αγάπη είναι αυτή, συμπόνια; Κι εκείνη καλά κάνει που δεν τον θέλει.

Δεν θύμωσε, καθώς βλέπουμε, ο Πολέμωνας με τον Ούαρο για την ουσία του λόγου του, παρά για τη μορφή. Η μορφή και ο τύπος έπαιρνε κ' έδινε τους καιρούς εκείνους. Το θέμα της ομιλίας είτανε μικρό πράμα. Έπειτα πού να βρεθή και θέμα; Στη σκλαβιά; Στην παραλυσία; Στη φτώχεια; Το πολύ μπορούσαν οι καλλίτεροι τους να το γυρέψουνε στην αρχαιότητα, καθώς, μα το ναι, γίνεται και σήμερα.

Σχεδόν δεν πήγαινε πλέον στην εκκλησία, σερνόταν μέσα στο σπίτι, καθόταν κάθε τόσο με τα χέρια άψυχα επάνω στους μηρούς και παραπονιόταν ότι της πονούσαν τα πόδια. Η φτώχεια στο σπίτι δεν ήταν μεγαλύτερη από τις άλλες χρονιές, αφού ο Έφις φρόντιζε για τα πλέον απαραίτητα, αλλά η ατμόσφαιρα εκεί έμοιαζε να είναι φορτωμένη με θλίψη. Τη σαρακοστή οι δυο αδελφές πήγαν να ξομολογηθούν.

Ήσαν δύο παλαιοί, λησμονημένοι χωροφύλακες, από την εποχήν προ του Συντάγματος, με τουζλούκια και με χειρίδας ανοικτάς, δυσκίνητοι, συμβιβαστικοί, ολιγαρκείς, μαθημένοι να πονούν τη φτώχεια, και μη θέλοντες να φαίνονται κακοί. — Έννοια σας, εσείς! έκραξεν ο Λούκας χωρίς να ταραχθή. Ξέρω εγώ τι να του πω του μπάρμπα-Χρήστου, και μη σας μέλη.

Παρεκάλει μέσα της τον Χριστόν «να δώση λαδάκι, για ν' αναπλέψ' η φτώχεια». Από δύο ετών, τω όντι, δεν είχαν καρπίσει η εληές, είχε δε αναφανή και μία ύπουλος ασθένεια, φθείρουσα τον καρπόν, και μαυρίζουσα τους κλώνας των δένδρων. Αφού έμεινεν επ' ολίγον εις τον ελαιώνα, εσηκώθη, στρέφουσα πολλάκις την κεφαλήν οπίσω, ως διά ν' αποχαιρετίση τα ελαιόδενδρα και απεμακρύνθη.

Η φτώχεια βαρειά, βαρειά θάνε η φτώχεια, η δυστυχία μεγάλη φέτο, το ψωμί ακριβό... Κ' οι πικροί αυτοί λογισμοί βαραίνουν πολύ, το κεφάλι του δυστυχισμένου πατέρα. Γυρίζει και βλέπει τα μάτια της κόρης του βουρκωμένα, το πρόσωπό της χλωμό, μαραμένο. Δυστυχισμένο παιδί. Δε σκέφτεται τόρα άλλο τίποτε παρ' αυτή, αυτή μονάχα. Τι δυστυχία!

Ήσαν ορφαναί, και είχον ανατραφή εις άλλον τόπον, αν και κατήγοντο απ' αυτό το μέρος. Ευρέθησαν χωρίς προστάτην, και όταν επαρουσιάσθη διά την Σοφίαν ανέλπιστος γαμβρός, παραπάνω από εξήντα χρόνων, καλοκαμωμένος και ακμαίος, ο Μανώλης του Αγάλλου, αυτή τον επήρεν, αν και δεν τον ήθελε. Τι να κάμη; Φτώχεια, ορφάνια, ερημία.

Η γυναίκες, που περίμεναν τους παράδες, σαν έφτασε ο ναύτης πήγαν να μάθουν και άκουσαν τη συφορά! Εμουρμούρισαν, φυσικά, γιατί η φτώχεια κάνει σκληρό τον άνθρωπο και ύποπτο. Ο καϋμένος ο ναύτης είπεν όλη την αλήθεια, μα δεν τον πίστεψαν.

Στη χώρα πάλι, αν είναι λιγάκι απόνετες οι αρχόντισσες, είναι λιγάκι ξέννοιαστες κ' οι γειτόνισσες. Η φτώχεια τους βρίσκει πόρεψη. Α ζούσε στη χώρα η μαυροφόρα μας, γλήγορα θάβρισκε καρδιές να την πονέσουνε. Μα αυτά είναι του πολιτισμού πράματα. Εδώ πάντα βρίσκουμε την αρχόντισσα σπλαχνική, τη γειτόνισσα τίμια και συμμαζεμένη. ... Φωνές ακούγω κάτω. Ήρθε ο άρχοντας.

Κι αυτή μόνη θα μπορούσε να κάμη μεγάλον και τον δικό μας αιώνα· γιατί η πραγματική αδυναμία της Αγγλίας δεν είναι οι ανεπαρκείς εξοπλισμοί και τανοχύρωτα παράλιά της, ούτε η φτώχεια που σέρνεται σε ανήλιαγα στενοσόκκακα ή το μεθοκόπημα που παραληρεί σε συχαμένους αυλόγυρους, αλλ' απλώς το ότι τα ιδανικά της είν' αισθηματικά και όχι διανοητικά.

Λέξη Της Ημέρας

δέτη

Άλλοι Ψάχνουν