United States or Mozambique ? Vote for the TOP Country of the Week !


Και βέβαια θα υποφέρη ένας τόπος μερικούς χρόνους, μα ας είναι και πλούσιος, με τέτοιες χοντρές πλερωμές. Τι παρατηρούμε όμως; Περνούνε δεν περνούνε δέκα χρόνια, και βρίσκουνται στο δημόσιο Ταμείο δέκα φορές πιώτερα χρήματα για την εκστρατεία της Αφρικής που θα ιστορηθή κατόπι.

Λέγει ότι ήναι απόλυτος και επείγουσα ανάγκη να τον δεχθήτε. Έχει έλθει τόσες φορές. Μ α ρ ί α. Θα είναι πάλι κανείς δημοσιογράφος, χωρίς άλλο. Ο ένας πάει και ο άλλος έρχεται. Ας έλθη. Ά! Θεέ μου! Κ ώ σ τ α ς. Κώστας Μεμιδώφ Κ ώ σ τ α ς. Εγώ! Μαρία. Ένας μεγάλος ένοχος κ' ένας μεγάλος δυστυχής. Μ α ρ ί α. Δυστυχής! Κ ώ σ τ α ς. Πολύ, Μαρία.

Ξαναπηγαίνει ο Γκιώνης, μεταψάχνει και δε βρίσκει τίποτε και ματαγυρίζει μ’ αδειανά τα χέρια, χωρίς το βετούλι. Και για να μη το πολυλογούμε πήγε κι’ ήρθε πολλές φορές στο λάκκο, χωρίς να βρη και να φέρη το βετούλι. Τότε ο Μαλώνης, θυμωμένος, τραβάει μια το ψαλίδι και σκοτόνει το Γκιώνη, και κινάει για το λάκκο μόνος του να βρη το βετούλι.

Ο θάνατος τον έζωνε, τα Μυστήρια του φαινότανε πως έκαιγαν σα φωτιά το κούτελο του. Είχε ιδεί πολλές φορές τον θάνατο με τα μάτια του. Ποτέ όμως τόσα άγρια, τόσο κρύα. Μια φορά το κύμα χύμηξε ζωντανό, αφρισμένο, άρπαξε τον κουνιάδο του απάνω απ' το κάσσαρο, τον ρούφηξε, τον κατάπιε· πάει, χάθηκε. Αυτά έχει η θάλασσα.

Βαριά θα βόγγαε ο Πηλιάς, ο γερο-αλογολάτης, 125 των Μυρμιδόνων μαχητής και γνωμοδότης άξιος, πούχερε τόσο σπίτι του ρωτώντας με μια μέρα, και μάθαινε κάθε Αχαιού τη φύτρα, την πατρίδα· τώρα όλοι ομπρός στον Έχτορα αν μάθαινε πως τρέμουν, πολλές φορές θα σήκωνε στον ουρανό τα χέρια, 130 να κατεβεί οχ τα στήθια του νεκρή η ψυχή στον Άδη.

Την αλλαγή αυτή τη σκεδιάσαμε όταν ακόμα δεν υποψιαζόμαστε πως μπορούσε να συμβή ό,τι μας συνέβηκε τώρα, και πατήσαμε το καινούριο σπίτι μας μ' ένα αίστημα φόβου για το χειμώνα, που έφτανε. Ωστόσο γνωρίσαμε δω τις πρώτες μέρες της ανακούφισης και της γαλήνης μέσα στον πόνο. Μετανοιώσαμε χίλιες φορές που κάμαμε το ταξίδι και σύραμε μαζί τον πόνο μας για να τον δείξουμε στον ξένον κόσμο.

Αηδής φλυαρία είναι ό,τι και αν ειπώ δι' αυτήν, οικτραί αφηρημέναι έννοιαι, που κανένα χαρακτηριστικόν του εγώ της εκφράζουν. Άλλοτεόχι, όχι άλλοτε, τώρα αμέσως θα σου το διηγηθώ. Αν δεν το κάμω τώρα, τότε ουδέποτε θα γείνη. Διότι, σου το εμπιστεύομαι, αφ' ότου ήρχισα να γράφω, τρεις φορές ήδη εσκέφθην να βάλω κάτω την πέννα, να διατάξω την επίσαξιν του ίππου μου και να υπάγω εκεί έξω.

Και μίαν ημέραν που εσεργιάνιζα εις τον αιγιαλόν βλέπω έναν άνθρωπον να με κυττάζη τον οποίον εκύτταξα και εγώ· και αφού τον αθεώρησα καταλεπτώς εγνώρισα που ήτον Αμπίπτης, ο κόνσουλας του πατρός μου από το Σερενδίβ, και ύστερον που αγγαλιασθήκαμεν πολλές φορές.

Η αδικία που εκάναμεν του Μπρακμάνου, με όλον που δεν ήτον εις την ακμήν, μας επροξενούσε πολλές φορές κάποιον φόβον.

Και πόσες φορές, όταν ο άνεμος αργοκινώντας τα σύγνεφα ανεκάτωνε τα υφάσματα και άλλαζε τη ζωγραφιά, έτρεμα μήπως χάσω τη μόνη μου παρηγοριά!