Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 7 Ιουνίου 2025


Και θυμάται τα βώδια, το αλέτρι, το χώμα, τις αγελάδες, τα δέντρα, και τις πέτρες του βουνού, και τα λιθάρια του δρόμου. Του φαίνεται πως δεν τα δούλεψε όσο έπαιρνε. Φεύγουν όμως και άλλοι από το χωριό.

Αν λοιπόν δεν με πείσης προηγουμένως διά του λόγου, ότι είνε φυσικόν ο πυρετός και το οίδημα να φοβούνται μίαν λέξιν παράδοξον ή μίαν φράσιν βαρβαρικήν και διά τούτο φεύγουν εκ του βουβώνος, θα εξακολουθώ να θεωρώ τα λεγόμενα ως παραμύθια των γραιών.

Να ξέρεις όμως πως τα κοράκια θα σου βγάλουν πρώτα τα μάτια. Δυο από εμάς τις είδες να φεύγουν από εδώ….. τις άλλες όμως δεν θα τις δεις. Κι εσύ θα είσαι πάντα ο υπηρέτης κι εμείς τ’ αφεντικά σου…Εκείνος σταυροκοπήθηκε σαν να βρισκόταν μπροστά σε μια δαιμονισμένη και πήγε να πάρει το δισάκι του για να το βάλει στα πόδια, να πάει στην άκρη του κόσμου.

ΣΙΒΑΡΔΟΣτην Δουνσινάνην ήσυχος καθώς πληροφορούμαι μένει ο τύραννος κλειστός, κ' εκεί θα μας προσμένη να τον πολιορκήσωμεν. ΜΑΛΚΟΛΜ Και τι να κάμη άλλο, αφού μεγάλοι και μικροί τον παραιτούν και φεύγουν, άμα προς τούτο βοηθόν και ευκαιρίαν εύρουν; και όσοι δε του έμειναν διά της βίας μένουν η δε καρδιά των είν' αλλού! ΜΑΚΔΩΦ Εκείνα που αξίζει τα λέγομεν αργότερα, αφού τον κρίν' η Τύχη.

Κάνει το κέφι του, μας αφίνει και μας στο ραχάτι μας. Μα δεν είναι δα και πολλοί που μας φεύγουν. Πόσοι φύγανε από το χωριό μας; το πολύ δύο τρεις· έγειναν αβοκάτοι, κ' έμειναν εκεί, ν' ακονίζουν τη γλώσσα τους. Ένας τους, που έγεινε γιατρός και γύρισε πίσω, μου τα είπε όλα· πως εκεί τα λόγια παίρνουν και δίνουν.

Η γλυκυτέρα ώρα του ύπνου, ώρα καθ' ην φεύγουν τα φαντάσματα και η ψυχή μας αναπαύεται τότε εις όνειρα ηδύτερα, μαλακώτερα, πλέον άυλα. Η ώρα, καθ' ηνηγείρετο ο τρομερός του χωρίου δεκατιστής.

Και αι μαύραι σκέψεις του δεν τον αφίνουν. Έρχονται, φεύγουν προς στιγμήν και επανέρχονται ανηλεείς και επίμονοι, ως οι μαύροι κόκκοι κομβολογίου εις τας χείρας νευρασθενούς. Είνε η παραμονή του Πάσχα και έξω ακούεται θόρυβος πηγαινοερχομένων αμερίμνων, ευθύμων, ευτυχών βεβαίως ανθρώπων. Η ταραχή όμως της ψυχής του Κλέωνος δεν τον αφίνει ν' ακούση.

Της αυγής η ουράνια η δροσούλα Ραίνει τους βράχους, τα κλαριά, τα χόρτα, τα λουλούδια. Ξανθό το γλυκοχάραγμα προβάλλει απ' ταις κορφούλαις, Κι' ανάρηα-ανάρηα αρχίζουνε τ' αστέρια, το φεγγάρι Ο κυνηγός που ροβολά με ταις Νεράιδες πίσω Φτάνουν ως το χωριό σιμά. Προβαίνει η χαραυγούλα, Κ' ήρθεν η ώρα που ξυπνούν και του χωριού τα ορνίθια Και φεύγουν η Καλόγνωμαις.

Διότι πολύ υπακούει εις αυτήν την επωδήν και της συμβαίνει το εναντίον αφ' ό,τι εις τα φαντάσματα• τα μεν φαντάσματα αν ακούσουν ήχον χαλκού ή σιδήρου φεύγουνκαι αυτά σεις τα λέγετεαυτή δε αν πουθενά κουδουνίζη χρήμα τρέχει προς τον ήχον.

Άλλοι φεύγουν. » Πλην όσοι απ' το σκοτωμό » Δεν' μπόρεσαν να έβγουν, » Από τους τούρκους σφάζονται, «'Σ το πέλαγο πετιώνται.» «'Σα λυσσασμένοι τα σκυλιά, » Τα τέκνα του Δερβίση, » Εσκότωναν, οι άπιστοι, » Σαν πεινασμένοι λύκοι, » Που 'μπένουνετα πρόβατα » Σκορπίζουνε τη φρίκη. » Πέρασαν 'μέραις κ' η σφαγή » Δεν είχε ακόμα σβύσει

Λέξη Της Ημέρας

ολύμπου·

Άλλοι Ψάχνουν