Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 7 Σεπτεμβρίου 2025


Τα κάρρα επί των οποίων κάθονται είνε καταστόλιστα από πρασίνους κλάδους, αποτελούντας άλση κινούμενα, από τα οποία προκύπτουν κεφαλαί ευειδείς ή δυσειδείς, κεφαλαί νυμφών ή σιληνών, και φεύγουν ήχοι αυλών και τυμπάνων κρότοι μετά του θριαμβευτικού της τροχηλασίας θορύβου.

Θανάση, αν δε σου ζήλεψα τα νειώτα, την ανδριά σου, Τ' άρματα τ' αξετίμωτα, το μάτι, το τραγούδι, Ζηλεύω αυτήν τη ξαστεριά πώχει το μέτωπό σου! Έστησε ’ς το κατώφλι μας το νεκροκρέββατό του Ο Χάρος και μας καρτερεί. Ξήπλεγαις, τρομασμέναις Μανάδαις αναρίθμηταις με κουφωμένα στήθια Φεύγουν ’ς τα πλάγια να κρυφτούν με τα βυζασταρούδια.

Οι γέροι μένουν, οι νέοι φεύγουνΑναστέναξε και έσκυψε για να δει και να διορθώσει τα κοράλλια στο στήθος της. Διηγήθηκε για τον καιρό που κι εκείνη πήγαινε στο πανηγύρι με τον άντρα της, την κόρη της και τις καλές της γειτόνισσες. Έπειτα σήκωσε το βλέμμα και κοίταξε προς το παλιό νεκροταφείο. «Αυτές τις μέρες μου φαίνεται πως βλέπω αναστημένους όλους τους πεθαμένους.

Ο γέρων Βισβίλης,― νομίζω ότι τον βλέπω ενώπιον μου τώρα, ενώ γράφω,― όρθιος επί της πρύμνης, με τας δύο χείρας επί του μετώπου και κύκλω των οφθαλμών, ητένιζε μετά προσοχής, ωσεί προσπαθών να μετρήση τα πλοία. ― Έρχονται, ή φεύγουν; ηρώτησεν ο πατήρ μου. ― Πηγαίνουν προς την Σάμον, απεκρίθη ο πλοίαρχος. Ο θεός μαζή των ! ― Αμήν, υπέλαβεν ο πατήρ μου. Και οι δύο γέροντες έκαμαν τον σταυρόν των.

ΜΑΚΒΕΘ Τότε λοιπόν τα ιατρικάτους σκύλους πέταξέ τα! Δεν μου χρειάζονται!,.., Εσύ, την πανοπλίαν φέρε. Δος μου το σκήπτρον... Σεύτων, το ιππικόν να στείλης. — Φεύγουν οι Θάνοι μου, Ιατρέ! —

Ρήμαξαν και τα Γιάννινα, φεύγουν η φαμηλιαίς, Και καταφύγιτων βουνών βρίσκουνε ταις σπηληαίς, Εκεί, 'ς τον Πίνδου ταις κορφαίς, 'ς άγρια ξηρά βουνά, Και μέσ' 'ς τα &σκέμπια& ανάμεσα, σε βράχους, σε στενά, 'Σάν αδερφάκια ασπρίζουνε τα δυο κεφαλωχώρια Συρράκουκαλαρύταιςτους βράχους του μεγάλοι αετοί φωληάζουν και πετρίτες. Το σύνορο τα χώρισε, και ζούνε τώρα χώρια.

Όταν όμως μένανε μόνοι η μαμά κι ο μπαμπάς, έλεγε ο τελευταίος συχνά: — Είναι γερός και χαρούμενος όσο δεν είτανε ποτέ. Γιατί μιλεί πάντα για το θάνατο; Και κείνη απαντούσε: — Δεν του μιλώ εγώ γι' αυτόν. Οι στοχασμοί του έρχουνται και φεύγουν όπως θέλουν. — Βλέπεις; Έδειξε κάτω στο ακρογιάλι. Εκεί καθότανε ο Σβεν μόνος και φαινότανε υπερβολικά ευτυχισμένος και χαρούμενος.

Περνώ εγώ από κει και βλέπω ότι είνε μεγάλη ανάγκη. Δεν υπάρχει κανένα καφενείον σ' εκείνη την γειτονιά, και αναγκάζονται οι νοικοκυραίοι να φεύγουν εις τα μακρυνά, εις τα Χαυτεία, και φωνάζουν οι γυναίκες τους γιατί τους αλλαργεύουν πολύ οι άνδρες του και έχουν καρδιοχτύπι την νύκτα μεγάλο, μη πάθουν τίποτε οι καϋμένοι...

Από παντού να λάμπουνε καθρέπτες μαγικοί, και από μέσα άυλοι παρθένοι να περνούν, από αυτάς που ύμνησαν και οι ρωμαντικοί, που δεν εφάνησαν ποτέ, αλλ' ούτε θα φανούν. Να ήναι κάτι πλάσματα αιθέρια, μυθώδη, να ήναι όντα άγνωστα ενός αγνώστου κόσμου, και μόλις εις το χέρι των εγγίζω ή το πόδι, με αστραπής ταχύτητα να φεύγουν απ' εμπρός μου.

Λέξη Της Ημέρας

376

Άλλοι Ψάχνουν