Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 23 Ιουνίου 2025
Μετά σύσκεψιν και συζήτησιν και ενδοιασμούς ποικίλους, απεφασίσθη τέλος να υπάγωμεν τινές εκ των νεωτέρων ως πρόσκοποι, οι δε λοιποί να περιμείνωσιν εις Μεστά τας ειδήσεις μας, ή την επιστροφήν μας. Την επαύριον ανεχώρησα από πρωίας μετά δύο άλλων ομηλίκων μου. Περιττόν να αναφέρω τα ονόματά των.
Αλλ' εμπρός, δείκνυε τι έχεις. Φαίδρος. Φθάνει. Μου απεδίωξες την ελπίδα, Σωκράτη, την οποίαν είχα ν' ασκηθώ επάνω σου. Αλλά πού λοιπόν θέλεις να καθίσωμεν διά να διαβάσωμεν τον λόγον; Σωκράτης Έλα ν' αλλάξωμεν δρόμον και να υπάγωμεν προς τον Ιλισσόν, κατόπιν εις όποιον μέρος ήθελε μας αρέσει θα καθίσωμεν με ησυχίαν.
Διότι αδύνατον σχεδόν ήτο να οδηπορήσωσι την νύκτα. Η νέα εξηκολούθει να τον ερωτά πάντοτε· — Πού θα υπάγωμεν, Μάχτο; Ο ψευδής Μάχτος απήντα δι' είδους ανάρθρου υποτονθορισμού εις τας ερωτήσεις ταύτας. Απέφευγε δε το να συνάψη συνδιάλεξιν μετ' αυτής.
Ανήρ υψηλός, σκυθρωπός και σιωπηλός ήλθε και έστη ως φάντασμα πλησίον της Αϊμάς. Η νέα ετρόμαξε και αφήκε κραυγήν. — Θεέ μου! ποίος είσαι; Ο άνθρωπος εκείνος ανεγνώρισε την φωνήν ταύτην, και αποτείνας τον λόγον προς την νέαν τη είπε· — Συ είσαι, η Αϊμά; — Ω Θεέ μου! εψιθύρισεν η κόρη. — Υπάγωμεν, Αϊμά, είπε παραδόξως ο άνθρωπος εκείνος. Τώρα αυτοί θα σκοτωθούν.
ΜΑΙΚΗΝΑΣ. Αν η πραότης, η φρόνησις και η κοσμιότης δύνανται να ελκύσωσι την καρδίαν του Αντωνίου, η Οκταβία είνε ευτυχής κλήρος δι' αυτόν. ΑΓΡΙΠΠΑΣ. Ας υπάγωμεν. — Δέχθητι, φίλε Αινόβαρβε, την φιλοξενίαν μου εφ' όσον διαμένεις εδώ. ΑΙΝΟΒΑΡΒΟΣ. Σε ευχαριστώ, φίλε. Ρώμη. — Δωμάτιον εν τη οικία του Καίσαρος. ΑΝΤΩΝΙΟΣ. Ο κόσμος και τα σπουδαία μου καθήκοντα, θα με χωρίζουν ενίοτε εκ της αγκάλης σου.
Ο Γερμανός Γύλων, γηραιός δούλος, όστις είχε χρησιμεύσει ως βοηθός τροφού εις τον Βινίκιον, και τον οποίον ούτος είχε κληρονομήσει από την μητέρα του, τοις είπε: — Θα αναγγείλω το πράγμα, ναι· αλλά θα υπάγωμεν όλοι μαζύ, ώστε η οργή του να μη πέση επ' εμού και μόνου. Εν τω μεταξύ ο Βινίκιος έχανε την υπομονήν του.
ΧΑΡΜΙΟΝ. Πήγαινε εις τον τάφον, κλείσου εκεί και μήνυσέ του ότι απέθανες. Δεν δοκιμάζει μεγαλειτέραν αγωνίαν το σώμα όταν χωρίζεται από την ψυχήν από εκείνην την οποίαν δοκιμάζει όταν χάνη το μεγαλείον. ΚΛΕΟΠΑΤΡΑ. Υπάγωμεν εις το μνημείον.
Θα υπάγωμεν εις τον ποταμόν· εκεί δε ακούουσα μακρόθεν την μουσικήν, θα συλλαμβάνω φαιοπτέρυγας ιχθύς· το κυρτόν άγκιστρόν μου θα διαπερά τας ιλυώδεις σιαγόνας των, και ανασύρουσα αυτούς θα νομίζω ότι έκαστος τούτων είναι είς Αντώνιος, και θα λέγω, α! α! σε συνέλαβα.
Ο νέος προσεπάθησε ν' ανεγείρη αυτήν και να την λάβη εις τας αγκάλας, όπως την μεταφέρη εκτός του σπηλαίου. Ο δε Θευδάς ήδη είχεν εξέλθει ψηλαφών. Οι λίθοι, οίτινες είχον πέσει εκ της οροφής, ήσαν ως προαγγελία προς αυτόν, και έσπευσε να φύγη, όπως σώση την ζωήν του. «Υπάγωμεν, Αϊμά, είπεν ο Μάχτος. Εγώ είμαι». Αλλ' η νέα δεν ηδύνατο να κινηθή, είχε καταστή βαρεία ως μόλυβδος.
— Ο Μάχτος;. . . είπε διστακτικώς η Αϊμά δεικνύουσα τον υπό τον πνιγμόν του Τρέκλα εκπνέοντα. — Δεν είνε ο Μάχτος, είπεν ο άνθρωπος εκείνος. Ποίος σοι τω είπεν; Η Αϊμά ανέπνευσεν. — Υπάγωμεν, Αϊμά, επανέλαβεν ο υψηλός άνθρωπος. Και έσυρε την νέαν μεθ' εαυτού. Αύτη δεν είχεν ουδέ δύναμιν ναντιστή. Άλλως δε αι τοιαύται συγκινήσεις την είχαν νεκρώσει. Εν τούτοις πριν ή κάμη βήμα εδοκίμασε να είπη·
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν