Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 29 Ιουνίου 2025


ΜΠΕΜΒΟΛΙΟΣ Οπόταν έφθασα εδώ, τους δούλους του εχθρού σου μαζή με τους ανθρώπους σου τους ηύρα εις τα χέρια. Αμέσως εξεσπάθωσα διά να τους χωρίσω· αλλ' ο Τυβάλτης έξαφνα προβάλλει κορωμένος, με το σπαθί ολόγυμνον, και μου τρυπά τ' αυτιά μου με λόγια ερεθιστικά, και σείει το σπαθί του επάν' απ' το κεφάλι του, και κόπτει τον αέρα, και ο αέρας, άκοπος, σφυρίζει περιγέλιον.

Ο ποταμός όλο τρέχει κι όσο πάει φουσκώνει η ορμή του. Λες που για να περάση, σκάφτει τα χώματα και τρυπά τις πεδιάδες. Πληθαίνουν τα λαμπρά νερά, πληθαίνουν κ' οι αθρώποι. Παντού βλέπεις χωράφια και πάλε χωράφια. Δεν είναι τόπος χωρίς κάτοικο, αγρός χωρίς εργάτη.

Το μουλάρι, με σκοτώνει· το κεντιστήρι δεν το νοιώθει το μουλάρι· το στομάχι μου το νοιώθει και γίνεται τρύπα.

Και δε φτάνει, μόνο οι προκομμένοι να συνηθίσουν και να μάθουν καμιά ώρα μια γραμματική που μας είναι σήμερα ξένη, και που κανείς δεν την ξέρει φυσικά του, πρέπει κ' οι πιο πρόστυχοι, οι πιο χωριάτες, σ' όλη την Ελλάδα, σε κάθε χωριό, σε κάθε τρύπα, να ξεχάσουν τη μητρική τους γλώσσα.

Τότες τρυπά ο Ακάμας τον Πρόμαχο το Βοιωτό, τι πήγε να γλυτώσει τον αδερφό που ο Πρόμαχος πισώσερνε απ' τα πόδια. Και σαν τον σκότωσε, έπειτα κατακαμαρωμένος παινέφτηκε μ' αψιά φωνή π' ακούστη απ' άκρη ως άκρη «Δοξαρομάχοι Δαναοί, της παινεσάς μαστόροι, όχι δα! συφορές εμείς δε θα τραβούμε μόνοι, 480 παρά θα τύχει λέω εδώ κι' εσείς νεκροί να πέστε.

Μεγάλοι ποντικοί αφεντεύουν ολούθε. Βαρβάτοι ποντικοί κι αράχνες μεγάλες και υπομονητικά σαράκια στήσανε το λημέρι τους ανόχλητα. Οι ανυφαντήδες δουλεύουνδουλεύουνε αργά και ταπεινά, με τον κακό σκοπό να πιάσουνε τη μύγα που θα περάση ανυποψίαστη. Ο σάρακας τρυπάειτρυπά το πατερό, με την αλύγιστη μυτίτσα του και δεν έχει άλλη φροντίδα παρά την παλιοκοιλιά του.

Ίσως που πολεμούσε με κοντάρια και με σαΐτες, αντί με μολύβι και με φωτιά. Ίσως που είταν ένας και μοναχός σε μια λάκερη Πόλη. Ένας είταν, κ' ένας μας έμεινε. Σήκω, να πάμε στου φίλου. Ανάπαψη δε θα βρούμε και δω. Ανάγκη δεν είναι να μπούμε από τις πόρτες τις μαρμαρένιες. Μπορούμε, και πρέπει να μπούμε σα σφίγγες από μια τρύπα, και να σύρουμε ίσια στ' αυτί του να του πούμε δυο λόγια.

Μήπως θα μείνω στην τρύπα μου κρυμμένος, δίχως να γυρίσω να δω και τι γίνεται στην οικουμένη; Ας ξενίσω, αν ξενίζοντας ο νους μου ξανοίγει, αν η ψυχή μου πολλαπλασιάζεται και πάειΜα τότες έχω και γω κάτι να σου απαντήσω, φίλε μου, που μου τα ψέλνεις. «Εμένα τα λες; θα σου κάμω.

Όλα τάχω παρατηρημένα. Αν είναι αλήθεια, να μου το πη παστρικά. Δεν έχω δίκιο; Να μου το πη ορθά κοφτά, κι όρκο της βάζω πως τραβιούμαι και φέβγω. Δε με βλέπει πια. Κάλλια τη δική μου τη ζωή παρά τη ζωή τη δική της να χαλάσω, Θα φύγω, θα φύγω. Και μπορώ; Καλή νύχτα! καλή νύχτα! Δε γίνεται έτσι να τυραννιούμαι. Μ' έπνιξε αφτή η καταχνιά. Φτάνει, φτάνει! Γλύτωσα· ο τοίχος τρυπά, φαίνεται ο ουρανός.

Η γραία την εδίπλονε και την έρριπτεν εις τον πυθμένα του θυλάκου της. Ελέγετο δε ότι τα τοιαύτα ενδύματα, όσα κατώρθου συχνάκις να αποσπά, τα επώλει εις τους εβραίους μεταπράτας, οίτινες ήρχοντο είς τον τόπον από καιρού εις καιρόν. — Δώσε μου και δυο κάρβουνα, κόρη μου, έλεγεν είτα η γραία. Ήθελα ν' ανάψω ολίγη φωτίτσα, να πυρωθώ. Κρύο, κόρη μου, κάμνει κρύο εις εκείνη την τρύπα.

Λέξη Της Ημέρας

βόηθα

Άλλοι Ψάχνουν