Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 30 Απριλίου 2025
Για να αρέσει στον ξένο κορόιδευε ακόμη και τις καλύβες, που στο κάτω κάτω ήταν ιερές, επειδή τις κατοικούσαν οι πιστοί και ανήκαν στην εκκλησία. «Ούτε στη Ρώμη δεν έχει μέγαρα σαν κι αυτά! Κοιτάξτε τι κουρτίνες! Τις έβαλαν οι αράχνες τζάμπα, με τη θέληση του Θεού.» «Και άντε να μετρήσετε τα ποντίκια! Εάν το βράδυ ακούσετε να σέρνονται πόδια, μην νομίσετε ότι είμαι εγώ, ντον Τζατσί!»
Γύρισα κάποια ώρα τα μάτια μου προς την απέραντη κάμαρα του σπιτιού. Ξεπεσμένο χωριάτικο μεγαλείο φυσούσε μελαγχολικά εκεί μέσα. Ψηλά το ταβάνι κατάμαυρο, κάτω το πάτωμα, μισοσαπισμένο, χοροπηδούσε στο παραμικρό κούνημα, στα θαμπά ντουβάρια οι αράχνες έπλεκαν ελεύθερες, πυκνές σφαλαγκωδιές.
Όλα είναι γλυκά, καλά, αγαπημένα: να τα βάτα της εκκλησίας μπλεγμένα με τις κλωστές από αράχνες πράσινες και βιολετιές της δροσιάς, να ο γκρίζος φράχτης, η σκουριασμένη πόρτα, το παλιό νεκροταφείο με τα κόκαλα σαν άσπρα λουλούδια ανάμεσα στην αγριοβρώμη και στις τσουκνίδες, να το δρομάκι και η αιμασιά με τις μοβ πεταλουδίτσες και τις κόκκινες πασχαλίτσες που μοιάζουν με λουλουδάκια και χάντρες.
Τώρα χορτάρια στης πόρτας μου το σκαλοπάτι θα φυτρώσουν και η αράχνες τον ίσιο τους θε ν' απλώσουν 'πάνω απ' του κρεββατιού σου τ' αγγοννάρια, όπου ξαπλωμένο σαν βρισκόταν το κορμί σου το μελοδρωμένο, ερχόμουνα να σου φιλήσω μάγουλο. . . Ωιμένα! δόστε μου στάχτη στ' ασπρισμένα μαλλιά μου να σκορπίσω! Αχ! η κακομοίρα 'γώ!
Κουρελιασμένα σύγνεφα καφετιά, σαν γιγάντιες αράχνες εκρέμονταν εδώ κ' εκεί και σταχτοκόκκινη σκόνη εκαθόταν ανάλαφρα στις στεριές και τη θάλασσα. Εκινούνταν κάποτε, έβγαζαν καμμιά σπηλιάδα, έπαιρναν μπουρίνα τα πανιά και αυλακώναμε τη θάλασσα ζερβόδεξα μ' ένα γλυκομουρμούρισμα, αποκαρωτικό κ' εκείνο.
Είνε γλώσσα μπαλσαμωμένη· γλώσσα που κάμποσοι έξυπνοι αντί να την αφήσουν μέσα 'ς τη σεβαστή θήκη της, την εσήκωσαν, της έδωσαν ολίγη ζωή και με τα δεκανίκια 'ς τα χέρια, με της αράχνες και τη σκόνη των αιώνων, την έβαλαν μπροστά για να τους πάγη κούτσα-κούτσα 'ς την εποχή τον Λουκιανού και του Ξενοφώντα. Και δεν ηθέλησαν να πάγουν μόνον αυτοί, αλλά να σύρουν και ολόκληρο το Έθνος οπίσω τους.
Έχει περάσει από δυο ώρες το δειλινό και σήμαντρο κανένα δεν εδιαλάλησε την αγιότη της αυριανής μέρας, κι' οι παπάδες δεν έψαλαν τον εσπερινό σήμερα. Η εκκλησίες είνε κλειστές. Βουβά τα σήμαντρα, βουβοί κι' οι παπάδες. Η αυλές και τα κατώφλια εχορτάριασαν. Η αράχνες κλώθουν τα υφάδια τους και διάζονται στες πόρτες και στα παραθύρια.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν