United States or Spain ? Vote for the TOP Country of the Week !


Τέτοια ιδόντας κι ακούσαντας ο Δάφνης, αφού πετάχτηκε από τον ύπνο, γεμάτος δάκρυα από χαρά και λύπη και τ' αγάλματα των Νυμφών επροσκυνούσε κ' έταξε ότι, άμα σωθή η Χλόη, θα τους κάμη θυσία το πιο καλό τραγί.

Βουλίδια , τα χαλάσματα του βουλιασμού των Κάστρων. — Βάβυσμα , αλύχτισμα σκύλλων· βαβύζω αλιχτάω, γαυγίγωΒοσκοτόπια , οι τόποι της βοσκής, τα λειβάδιαΒαλαντούμαι =δέρομαι από έρωτα, αγαπώ πάρα πολύΒέργα και βεργί =το ραβδί· λέγεται και η βέργα του αργαλιού και του ντουφεκιού. — Βαρκός τόπος = βαλτώδης, βάλτος. — Βαρβάτο το μη μουνουχισμένον κριάρι ή τραγί το οποίον λέγεται και γκεσέμι . — Βάξτεβρίστε, σκούξτε. — Βίγλα μέρος υψηλόν, σκοπιά και βιγλίζω , κατασκοπεύω, δοκιμάζω.

Το δώρον συνίστατο εις τα ακόλουθα· του έστελνε δηλαδή ο Καλίφης ένα πολυτελές κρεββάτι, του οποίου τα στρώματα και σκεπάσματα ήσαν χρυσοΰφάντα· εξήντα φορέματα χρυσοΰφαντα μεταξωτά· άλλα εξήντα από τα πλέον εκλεκτά σάλια και σόφια της Περσίας και Κίνας· διάφορα ευωδέστατα αρωματικά της Περσίας, τα οποία εις την ευωδίαν υπερέχουσι κάθε άλλο αρωματικόν της οικουμένης· προς τούτοις του έστελνε δέκα λεοντάρια, και δέκα τίγρεις, ήγουν παρδάλεις, τέσσαρα άλογα, τα πλέον εκλεκτά άτια της Αιγύπτου, τέλος πάντων έναν ανθρωπίσκον, ήτοι Νάνον, τζουντζέ, αστείον, μέτωρον και γελωτοποιόν, που ήτον το τέρας της φύσεως εις την θεωρίαν του, εις τα σχήματα και κινήματά του, έχοντας το Μυτιλήνικόν του άλογον παρομοίως μικρότατον· εις τρόπον ώστε ο μεν τζουντζές εις την θεωρίαν του και μικρότητα του σώματος ήτον παρόμοιος με μιαν μαϊμού, το δε άλογόν του δεν ήτον διαφορετικώτερον εις το μέγεθος από μικρό τραγί.

Τότες αχολόγησαν τα σιάδια από χαχάγελα, κι' ο Γιάννης ο Αρβανίτης σούριζε δυνατά με τα δυο δάχτυλά του καταπίσω του γιδοβοσκού πώφευγε, και του ρέκαζε σαν τραγί: — Μπε κε κε κε κε! τσαπ, τσαπ! — Ου, το ζωντόβολο! φώναξε ο Πολιάνος. — Ωρέ είμεστε κ' εμείς εκεί 'πάνου, μα τούτος είνε μπιτ για το διάτανο, άμ' ντιπ αγρίμ', ωρ' αδερφέ;

Κι' ο Δάφνης βρισκότανε σε κακή κατάσταση από τις ξυλιές, μα βλέποντας εκεί τη Χλόη, ταψηφούσεν όλα. Κ' έτσι απολογήθηκε: — Εγώ βόσκω τα γίδια μου καλά. Ποτέ δεν παραπονέθηκε κανένας χωριανός, ότι τραγί δικό μου βόσκησε στον κήπο του ή έσπασε κλήμα βλασταρωμένο.

Ο αητός ανατριχιάζει Κράζει ελαφρά το ταίρι του, τα νύχια του αναδεύει. Και τα φτερά με το ραμφί δυο-τρεις βολαίς χτυπάει. Είν' αγριογίδια που περνούν γοργά κι' αρμαθιασμένα, Μπροστά μπροστά πάει το τραγί, οπ' οδηγάει και σέρνει, Κ' έρχεται από κοντά η κοπή, γίδια και γιδομόσχια. Και γίνεται μεγάλος θροςτης σάρες, 'ς ταις χιλιάδες!

Τότες αχολόγησαν τα σιάδια από χαχάγελα, κι ο Γιάννης ο Αρβανίτης σούριζε δυνατά με τα δυο δάχτυλα του καταπίσω του γιδοβοσκού πώφευγε, και του ρέκαζε σαν τραγί : — Μπε κε κε κε κε! τσαπ, τσαπ! — Ου, το ζωντόβολο! φώναξε, ο Πολιάνος. — Ωρέ είμεστε κ' εμείς εκεί 'πάνου, μα τούτος είνε μπιτ για το διάτανο, άμ' ντιπ αγρίμ', ώρ’ αδερφέ;

Εκεί έπεσε χάμω και κατηγορούσε τις νύμφες πως δεν εβοήθησαν. 22. — Από σας άρπαξαν τη Χλόη και παραδεχτήκατε να το ιδήτε; αυτή που σας έπλεκε τα στεφάνια, που έχυνε για τιμή σας το πρώτο γάλα που και το σουραύλι της τούτο σας τόκανε τάμα; Τραγί κανένα δε μου άρπαξε λύκος· μα οι εχτροί και το κοπάδι κ' εκείνη, που έβοσκε μαζί μου.