Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 6 Ιουνίου 2025
Αφίνει ήσυχο το βοσκαρούδι, να κάνη τη δουλιά του· να στέλνη την καλημέρα της άμοιρης μάνας του... — Ντε! Ψαρή μ' ντεεεέ! πάρ τα ξερά σου!.. — Με καιρό ύστερα, οπού λες, θάταν φαίνεται Μεγάλη Σαρακοστή, που νηστέβουμε εμείς στα χωριά, γιατ' είχε καιρό πια να κυλήση αρνί της σπηλιάς το νερό για τη χήρα του Νάκο-Μήτρα, κ' είχε καιρό να κυλήση την καλημέρα στην καλή τη Ζαχαρούλα.
Κ' εγώ αστειευόμενος τους είπα: — Θέλετε, αφού εμείς δεν δυνάμεθα να δώσωμεν μίαν γνώμην εις το ζήτημα τούτο, να ρωτήσωμεν αυτά εδώ τα παιδιά; Ή θα εντραπούμε ίσως, καθώς αναφέρει ο Όμηρος διά τους μνηστήρας της Πηνελόπης, οι οποίοι, αφού δεν ηδυνήθησαν να τα καταφέρουν ρίχνοντες και ξαναρίχνοντες το τόξον, είχαν την αξίωσιν και ήθελαν να μην δυνηθή κανείς άλλος να επιτύχη;
Εκείνοι δε οίτινες εδίδασκον την περιφρόνησιν της δόξης έπρατταν και έλεγαν τα πάντα χάριν αυτής• ενώ δε όλοι σχεδόν κατηγόρουν τας απολαύσεις, ιδιαιτέρως εις αυτάς ήσαν αφιερωμένοι.
Ωραίος δεν είναι, ε; Κοίτα το Χριστό, λες και χαμογελάει, ενώ κυλούν τα δάκρια και το αίμα του…. Και πίσω, κοίτα…» Ο Έφις κοίταζε σιωπηλός, ακίνητος, με τα μελανά και στεγνά του χέρια γαντζωμένα στην άκρη από το χράμι που τον σκέπαζε και έμοιαζε να ξεπροβάλει, νεκρός ήδη, από τον άλλο κόσμο για ν’ ατενίσει, για μια τελευταία φορά, την ευτυχία της κυράς του.
ΓΛΟΣΤ. Ω! Ας μου ήτο δυνατόν να σας συμφιλιώσω! ΛΗΡ Τι μου φουσκώνει την καρδιάν; Κάτω, καρδιά μου, κάτω! ΓΕΛΩΤ. Κράξε της καρδιάς σου, παππού, καθώς έκραζε η μαγείρισσα, όταν έβαζε τα χέλια ζωντανά μέσα εις την πίττα. Εκτυπούσε τα κεφάλια των με τον κόπανο και έκραζε « Κάτω, σιχαμένα, κάτω!» Ο αδελφός της ήτον, οπού από αγάπην διά το άλογό του, εβουτύρωνε το άχυρον.
Κ' εδώ ο ποιητής, ο οποίος εργάζεται με ομηρική αταραξία, διακόπτει μίαν στιγμή την πράξη του δράματος· χρειάζεται να φανερωθή κατά βάθος η σχέσις του Πρόσπερου με το πνεύμα, και να εξηγηθή καθαρά η προθυμία, με την οποίαν εκείνο κάνει έως το τέλος όλα τα θελήματα του κυρίου του.
Το μυστικό του τραγουδιού να μάθη δε μπορούσε, — Και το γεφύρι στένεται κι' αυτός το καμαρώνει — Ως π' άκουσε η Ξωθιές να λεν: «Γεφύρι δεν στεριώνει. Ούτε θεμέλιο σταίνεται 'ς τον Άσπρο, μα τα μάτια μας. Κόρη αν δεν έρθη απάρθενη σκλάβα μέσ' 'ς τα παλάτια μας, Κι' ως που μαθεύτηκε ο χαμός της κόρης πέρα ως πέρα. Μήνες περνούνε.
Τότε λοιπόν μήπως ούτε και αυτό δεν πρέπει να παραδεχθώμεν, ότι δηλαδή ο τοιούτος ομιλεί μεν, αλλά δεν λέγει τίποτε; Και να ειπούμεν ότι ούτε ομιλεί καν, όστις δοκιμάζει να προφέρη με τα χείλη του το μη ον. Θεαίτητος. Μάλιστα, διότι τουλάχιστον θα ετελειώναμεν αυτό το δύσκολον ζήτημα. Ξένος. Μη λέγης μεγάλον λόγον ακόμη.
Από 'ναν κάπιον ποιητή, τα πήρε, ξαϊκουσμένον, Στους αλλοτεσινούς καιρούς, σε τέτια προκομμένον· 20 Που σ' όσα και αν εσύνθεσε παρόμια παραμύθια, Ποτέ δεν παραστράτησε οχ τη σωστήν αλήθια. Και λέγει από 'ναν τα ήκουσε, που κείνος τα 'χε μάθη Απ' άλλον, που τα διάβασε σε ποίημα, που χάθη. Πως μια φορά εσυνέβηκε, πως κάποτ' είχε λάχη, 25 Σε Ποντικούς ανάμεσα και σε Μπακάκους, μάχη.
Α, ωραιοτάτη Κυρά, της απεκρίθη, κυττάζοντας την με ένα βλέμμα ερωτικόν· Παύσε, σε παρακαλώ, παύσε να με πειράζης· πολλά καλά ηξεύρεις, ότι δεν ημπορούν να θεωρηθούν χωρίς βλάψιμον οι χάριτες σου· είμαι, σου το ομολογώ, έξω από τον εαυτόν μου· μία σύγχυσις, που εγώ δεν ημπορώ να την καταλάβω, κυριεύει όλα τα πνεύματα, και με κάνει να στέκω με τούτον τον τρόπον μελαγχολικός.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν