Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 13 Ιουλίου 2025


Έλα μαζί μου, να το πιστέψης. Το βλέπεις εκείνο το μπαρμπεριό; Είναι ο καλός ο Χαφίσης εκεί μέσα. Ο Θεός να με συχωρέση, ρωμαίικο αίμα πρέπει νάχη μέσα του ο Χαφίσης. Πρώτο, που &δουλεύει& κι αυτός. Δουλεύει με το ξουράφι του. Δεύτερο, που φαίνεται ήμερος κι άβλαβος. Όλοι του χωριού στου Χαφίση ξουρίζονται. Τι του κόστιζε να σφάξη κανέναν με το ξουράφι του!

Ο Λάζος, ο Βρυκόλακας, ο γέρο Κώστα Πάλλας, Ο Καλιακούδας ο Λουκάς, ο Χρόνης, ο Γυφτάκης, Τ' Ανδρούτζου τάσπρο φάντασμα, τρανό σαν το Βελούχι Με τον ψυχοπατέρα του το Βλάχο το Θανάση, Λειοντάρια που δεν άφιναν τον άδηησυχία. Ο Λιάκος απ' τον Όλυμπο. Εκεί κι' ο Κοντογιάννης Που γύρευε συχώρεση να πάρη για το Μήτζο.

Ούτε στα πούπουλα μέσα δε θάκανα τέτοιον ύπνο. Ο δυστυχισμένος! Μόνος του θέλει να δώση παρηγοριά στον εαυτό του, έλεγα μέσα μου. Με κύτταξε στα μάτια. — Ε! πάλι καλά! του είπα. Ο Θεός είνε μεγάλος, πολυεύσπλαχνος, κανένα δεν αφίνει. Ήσουνα καλός άνθρωπος, Καπετάν Γιάννη, άνθρωπο ποτέ σου δεν έβλαψες, θα σε συχωρέση ο Θεός. Έκανες το κακό στην κακή την ώρα, μετανόησες.

Πώς τα πέρασες εδώ μέσα, σε τούτο το μπουντρούμι; τον ρώτησα. Θέλεις τίποτα να σου φέρω; Έχεις καμμιά παραγγελιά για το σπίτι; Πες μου ό,τι θέλεις ελεύθερα. — Να σου πω ένα πράμμα; μου είπε χαμογελώντας. Ποτέ μου δεν κοιμήθηκα τόσο ήσυχα στο σπίτι μου, όσο σε τούτο το έρημο το στρωσίδι Το πιστεύεις; Και μούδειξε μια παληοκουβέρτα μαζεμμένη σε μια γωνιά! — Ο Θεός να με συχωρέση! ξαναείπε.

Γι' αυτό τους αρέσουν τόσο τα χτίρια που φαίνουνται σαν παντοτεινά κι αχάλαστα, και μπορεί κανείς να γράψει επάνω με χρυσά γράμματα τόνομά του. Κάποτε δίνουν κι άμα τους τύχει κανένα δυστύχημα και γυρεύουν να βρούνε συχώρεση, γι' αμαρτίες. Δε μας μέλει το πώς και γιατί δίνουν, φτάνει που δίνουν και δεν είναι σαν άλλους τσιγκούνηδες.

Ένιωθα στα σπλάχνα μου ένα μαχαίρι να με σφάζη, από την πείνα. Αυτή κοιτάστηκε στα ποδάρια μου αναίστητη. Μήτε μιλιά, μήτε κρίση. Μια στιγμή δε βάσταξα. Της ρίχνουμαι, την πιάνω απ' το λαιμό με τα δόντια. Είχα γίνη άλλος άνθρωπος· θεριό μονάχο· ούτ' ήξερα τ' έκανα, ούτ' ήξερα τι μου γίνουνταν, ο Θεός να με συχωρέση.

Με πιάσανε, με σύρανε στη φυλακή. Φονιάς. Φονιάς έγινα στα γεράματα. — Με το δίκηο σου, Καπετάν Γιάννη, του είπα. Με το δίκηο σου. — Δεν ξέρω δίκηο ξεδίκηο. Ένα πράμμα ξέρω. Ένα μολύβι σηκώθηκε απ' τα στήθια μου. Ανάσσανα. Ο Θεός να με συχωρέση. Έβγαλα το άχτι της γενιάς μου. Μιας γενιάς άχτι. Μια χαρά παράξενη ήταν ζωγραφισμένη τώρα στο πρόσωπό του. — Άκουσε, του λέω, Καπετάν Γιάννη.

Σε καλό σόι τον έρριξε ο κύρης του. Για την Πηγή ελέγανε πως ήτονε καλόγνωμη, μα — ο Θεός να με συχωρέσηδεν μπορούσε παρά να μοιάζη λιγάκι με τον πατέρα και τον αδελφόν της. Από τούτο το κηπούλι είν' και τούτο το μαρούλι. Δεν έκαμε φρόνιμα ο Σαϊτονικολής να πάη να ρίξη το παιδί του σε μια τέτοια χοιρογενιά.

Άιστε κι ο θεός να σας συχωρέση....... Όμορφα να μη σας καταλάβουν.........

Τρέχει τότες ο λαός στο παλάτι, τρέχουν οι δυο οι φατρίες, και γυρεύουνε συχώρεση για τους δυο αυτουνούς. Κ' επειδή ο Αυτοκράτορας δεν ήθελε να τους ακούση, προφταίνουνε δυο καλόγεροι και τους γλυτώνουν. Τους περάσανε με καΐκι στην εκκλησιά του Αγίου Λαυρεντίου, και τους έδωκαν εκεί άσυλο. Στέλνει τότες ο Έπαρχος στρατιώτες να τους φυλάξουν και τους δυο μέσα στην εκκλησιά.

Λέξη Της Ημέρας

συμπάθα·

Άλλοι Ψάχνουν