Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 25 Μαΐου 2025
Θα μας έπερνε για τρελλούς, που μέσα στο ήσυχό του χωριό ζητούμε φυτρωμένες ιδέες! Αν είχε ποτές πατήση το πόδι του σε τόπους λεύτερους, θάβρισκε &δάση& αλάκερα, ιδέες γεμάτα. Εδώ ανδριάντα, εκεί τάφο, παρέκει Στρατώνα, παρακάτω Βουλές, μουσεία, βιβλιοθήκες, θέατρα, — ατέλειωτα δάση από ιδέες, που ως τα ουράνια πηγαίνουνε τα κλωνιά τους, κι ως τα σπλάχνα της γης οι ρίζες τους!
Ο δε Ασημάκης Κροκίδας προς τον σκοπόν τούτον παρέσχε την εν τη πρωτευούση του Τεπελενλή οικίαν του ήτις καθά διαβεβαιοί και ο Φιλήμων, εν ταις ημέραις εκείναις ωμοίαζε προς άλλον μυστηριώδη και τρομερόν στρατώνα, όπου κατά πάσαν νύχτα συνήρχοντο και συνεσκέπτοντο μετά του απεσταλμένου των φιλικών Χριστοδούλου Οικονόμου, γαμβρού του Κροκίδα, Ιωαννίται, Ζαγορίσιοι, Ακαρνάνες, Σουλιώται.
Ιστορικαί είναι αι αγρυπνίαι του παρά τον Παλαιόν Στρατώνα εκκλησιδίου του Αγίου Ελισαίου. Έζησε δε πάντοτε μακράν του κόσμου, αναστρεφόμενος μετ' ανθρώπων του λαού και ελαχίστων πιστών φίλων. Περιοδικώς μετέβαινεν εις την Σκίαθον, ην υπερηγάπα. Απέθανεν αυτόθι την 3 Ιανουαρίου 1911. Ολίγον προ του θανάτου αυτού είχε τιμηθή υπό του αργυρού σταυρού του Σωτήρος.
Απλώς το θέαμα της αγωνίας είν' ευάρεστον εις ψυχάς πεπωρωμένας. Οι απάνθρωποι στρατιώται του Πραιτωρίου, όχι Ρωμαίοι μόνον, οίτινες δυνατόν να είχον το αίσθημα της εμφύτου αξιοπρεπείας του εν σιωπή πάσχοντος, αλλά τα μίσθαρνα περιτρίμματα των Ρωμαϊκών Επαρχιών, απήγαγον Εκείνον εις τον στρατώνα των, κ' εκεί ενέπαιξαν, εν τω αγρίω μίσει των, τον Βασιλέα ον είχον βασανίσει.
Παρατηρεί δεξιά και αριστερά, — με τον ένα οφθαλμού προδίδοντα φόβον, και με τον άλλον προδίδοντα θράσος — και προχωρούσα εισέρχεται εις στρατώνα, ένθα προ στιγμής στρατιώται αποδειπνήσαντες, αφήκαν του φαγητού των τα αγγεία επί ακαθάρτου τραπέζης. — Ιδέ τι κάμνει εκεί, λέγει το Φάσμα. Ω! ό,τι είδον, Διδάσκαλε, ήτο τρομερόν και άμα αηδές, και υπεχώρησα φρίττων.
Ένα αναμμένο αγιοκέρι απάνω στο τραπέζι, μόλις φώτιζε το μεγάλο κελί, σα στρατώνα. Ίσκιοι μισοσκοτεινοί απλόνουνταν ολόγυρα στα μαυριδερά ντουβάρια και στο ταβάνι, το αγιοκέρι έκαιε πάντα, στάζοντας απάνω στ' ανοιχτά κιτρινισμένα φύλλα ενός Μεγάλου Ωρωλογίου, που τα κόκκινα με τα μαύρα γράμματά του, φαίνουνταν σα να με κοίταζαν αλλόκοτα, ανάμεσα στη σιγαλιά του κελιού.
Έχυσα απάνω τους δάκρυα ευτυχίας κ' ευγνωμοσύνης». Σύμφωνα με την αλλαγήν αυτή αφήκε το στρατό με την τραχεία ζωή του στρατώνα και τις χοντρές φλυαρίες του συσσιτίου και γύρισε ξανά στο Linden House γεμάτος με τον νεογέννητον αυτόν ενθουσιασμό για μόρφωση. Μια σοβαρή αρρώστεια, στην οποία, για να μεταχειριστούμε τα δικά του λόγια, «συντρίφτηκε σαν πήλινο κανάτι», τον εγονάτισε για κάμποσον καιρό.
Και τ' αγιοκέρι που μόλις έφεγγε στο μεγάλο σα στρατώνα κελί, φώτισε τους δυο χωρικούς, που άλαλοι και σαστισμένοι, φίλησαν αρπαχτικά το χέρι του ηγούμενου, έβγαλαν τα τσαρούχια τους, τα πήραν στα χέρια τους, και πατώντας στα νύχια, χάθηκαν σαν ίσκιοι από την πόρτα, ενώ ο ηγούμενος έσβυνε φυσώντας με τα χείλη του τ' αγιοκέρι.
Αφού οι Ρωμιοί της Καλαμάτας, ας πούμε από αιώνες τώρα συνήθισαν να κυβερνούν τις τοπικές δουλειές τους μοναχοί τους, τι έρχεται κι ανακατεύεται το κράτος; Τι έχει να κάνει στην Καλαμάτα; Το πολύ να γυρέψει φόρους λογικούς, και να τους εισπράξει με το καλό ή με το κακό, να διατηρεί χωροφύλακες, να επιθεωρεί τα σκολειά, τις εκκλησιές και τα τοπικά δικαστήρια, να κάνει κανένα ανώτερο δικαστήριο ή σχολείο, αν είναι ανάγκη, να αναλάβει κανένα μεγάλο δημόσιο έργο από κείνα που το κοινό της Καλαμάτας μοναχό του δεν μπορεί να καταφέρει, δρόμο, σιδερόδρoμο, λιμάνι, φάρο, στρατώνα.
Και δεν γνωρίζω, πώς ένας λουκουματζής κατώρθωσε, παραβαίνων την αστυνομικήν διάταξιν, να φωνάζη έως την ώραν εκείνην: ζεστοί- ζεστοί, χωρίς ανασασμόν, παγωμένος εκεί εις την θύραν του μαγαζείου του, εντός του οποίου εχόρευον οι τέσσαρες άνεμοι, ως να είχε παγίδα να συλλάβη κανένα νεοσύλλεκτον μεταβαίνοντα εις τον στρατώνα του.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν