Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 30 Απριλίου 2025


Κάτω από το τρεμόφεγγο των άστρων, το πισαλειμμένο σκαφίδι του με τα παραπέτα φελοντυμένα, την πρύμη και την πλώρη χαλκόφραχτη, μόλις ξεχωρίζει από τα σκοτεινά νερά και της ακρογιαλιάς τα χάλαρα.

Και άνοιγαν αφτοί τις πόρτες διάπλατες απομέσα, κ' έβγαιναν όξω, δεκαπέντε και είκοσι από κάθε ποντικότρυπα, που και δύο άνθρωποι στενόχωρα θα εζούσαν μέσα στα σκοτεινά και ανήλιαστα τα βάθη της. Κ' έμοιαζαν φαντάσματα σωστά, θαμένα ζωντανά στους σιχαμένους τάφους τους.

Ήτον ένα &κατάλυμα&, παλαιά οικία καταρρεύσασα, χωριζομένη διά του στενού από της οικίας εν ή κατωκει η γραία μετά του υιού της και της νύμφης της, είτα ένας αυλόγυρος έρημος, μ' ένα φούρνον τον οποίον από πολλού έπαυσε να &κολλά& η γερόντισσα και δύο ετοιμόρροποι οικίσκοι ακατοίκητοι, όλα έρημα και σκοτεινά. Της νύμφης της τής Γιάνναινας, «της είχεν έρθει άτυχα», εβεβαίου η γρηά Παντελού.

Αφτό καλό πράμα δεν είναι, και δω χρειάζεται προσοχή. Και τα δύσκολα κανείς έφκολα πρέπει να τα λέη, και τα σκοτεινά καθαρά. Προσοχή, παρακαλώ, και στη γλώσσα. Τώρα ελπίζω κι άλλα καινούρια να δούμε. Ο πρόθυμός σας ΨΥΧΑΡΗΣ Παρίσι, Δεκέβρη, 29, 1892. «Πες με ποιος ο γονιός σου, λέγε τόνομά σου και τον άντρα σου, να μάθω τα χρόνια σου, γυναίκα, κι από ποια πόλη είσαι. β.

Ο Τραντάφυλλος όμως όχι· αυτός έλπιζε πάντα πως θά τονε χαρή τον κόσμο, κ' ελπίζοντας τη χαίρουνταν τη ζωή του. Βαριά, σκοτεινά, κι ατέλειωτα τα χρόνια εκείνα, κι ως τόσο περνούσαν. Και μην έχοντας η καρδιά του μήτε της αγάπης τα γλέντια μήτε της συντροφιάς τα καλά σε κείνο το Τουρκοχώρι, κρυφοσπαρταρούσε κατάβαθα για τις χαρές που θαρθούνε μια μέρα, κ' έτσι περνούσε ο καιρός.

Η μάνα της την είχε πολύτιμη παρακαταθήκη του αντρός της· Στα σκοτεινά την έλουζε στ' άφεγγα την έπλεκε. στ' άστρι και τον αυγερινό έφτιανε τα σγουρά της. Όταν έγινε δώδεκα χρονών ήρθαν προξενητάδες και την εζητούσαν νύφη στη Βαβυλώνα. Η μάνα και τα οχτώ αδέρφια δεν ήθελαν να την δώσουν τόσο μακριά· δεν ημπορούσαν να υποφέρουν τον αποχωρισμό της.

Τότε εκτύπησε τον ώμον του ένα βαρύ χέρι και κάποια βαθειά φωνή του ωμίλησεν εις την Γαλλικήν γλώσσαν. — Είσθε από το καντόνιον Βαλαί; Ο Ρούντυ εστράφη και είδε ένα ερυθρωπόν φαιδρόν πρόσωπον, ένα παχύν άνδρα: Ήτο ο πλούσιος του Βεξ μυλωθρός· με το μεγάλων διαστάσεων σώμα του έκρυπτε την λεπτήν, κομψήν Μπαμπέτταν, η οποία εν τούτοις επρόβαλε μετ' ολίγον με τα ακτινοβολούντα σκοτεινά μάτια της.

Λέξη Της Ημέρας

παρακόρη

Άλλοι Ψάχνουν