Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 7 Ιουνίου 2025


Κάθε χρόνο την είχαμε την καλοπέραση τούτη.... Σηκωθήκαμε πρωί πρωί, τοιμαστήκαμε, μανταλώσαμε τα παράθυρα, κλειδώσαμε τις πόρτες, και τραβήξαμε κατά τον κάμπο, με το γαδουράκι του γέρου φορτωμένο δισάκκια, ζεμπίλια, και στρωσίδια. Ήρθαμε και τα βρήκαμε όλα σε τάξη.

Μα κι' έτσι μέσα την καρδιά δεν τούπειθαν στα στήθια, ως που πια οι πόρτες έπεσαν, και τα πυργιά οι Κουρήτες πατούσαν, κι' έβαζαν φωτιά παντού στη χώρα γύρω.

ΕΤΕΟΚΛΗΣ Λέγετ’ αρκεί να γίνουνται· και λίγα λόγια. ΧΟΡΟΣ Μην πας εσύ το δρόμο αυτό στις Εφτά πόρτες. ΕΤΕΟΚΛΗΣ Δε με στομώνεις καθώς είμαι ακονισμένος. ΧΟΡΟΣ Όμως τιμά ο θεός, κι αν και κακή, τη νίκη. ΕΤΕΟΚΛΗΣ Το λόγο αυτό δεν πάει να στρέγη ο στρατιώτης. ΧΟΡΟΣ Μα το αίμα του ίδιου σου αδερφού θες να τρυγήσης; ΕΤΕΟΚΛΗΣ Σα δίνουν το κακό οι θεοί δεν το ξεφεύγεις.

Μόλις αυτός εισήλθε, και πάραυτα εισώρμησα μέχρι του κυλικείου, όπου απέθετε τον δίσκον με τα ποτά. — Θα πας σίγουρα, Κωσταντή; . . . Πώς σου ήρθε . . . έχεις συντροφιά; — Έχω, αν δεν με γελάση. — Ποιον; — Τον Αργύρη τον Τσαλαβούτη. Έτρεξα έξω. Επήγα εις έν υποδηματοποιείον δύο ή τρεις πόρτες παρέκει, διά να εύρω τον μικρόν ανεψιόν μου τον Διαμάντην, εργαζόμενον ως κάλφαν εις την τέχνην αυτήν.

Πότε θα νικήσει τάχα τα βυζαντινά κάστρα η ζωή; Προχώρεσα και ηύρα την πρώτη πόρτα, και ύστερα άλλη, και ως στον Κεράτειο κόλπο άλλες πέντε· απ' αυτές τις πόρτες βγαίνουν από την Πόλη οι δρόμοι οι μεγάλοι, προς όλα τα θέματα της Ευρώπης. Είδα και κείνη την αγιασμένη πόρτα, που κοντά εκεί πολέμησε κ' έπεσε ο τελευταίος Κωνσταντίνος.

Την όγδοη – ή θα πρέπει να πούμε την έβδομη κατοπινή μέραγιατί ήδη η ανάσταση είχε καταστήσει την πρώτη μέρα της βδομάδας ιερή στις καρδιές των Αποστόλωνοι έντεκα ήταν ξανά μαζεμένοι με κλειστές τις πόρτες.

Εβροντούσαν μέσαθε, εχτύπαγαν τις σιδερόφραχτες πόρτες τους, να τις ξερριζώσουν πάλεβαν. Να πηδήσουν μανιασμένοι, ακράτητοι όξω, να τον πνίξουν το φοβερό το μπόγια τους. Έβριζαν, έφτυγαν, εβλαστημούσαν αδύνατοι να ξεσπάσουν το μανιακό τους το θυμό. Σαν έβλεπαν πως άδικα επάσκιζαν και τίποτα δεν έκαναν, με την τύχη τους τάβαναν, το Θεό εβλαστημοΰσαν·

Τα παράθυρα, οι πόρτες του ανοιγοκλείουν βιαστικά, κοιμισμένα κεφάλια, νυσταγμένα σώματα βγαίνουν. Ο καμπουριασμένος σταθμάρχης με το μικρό φαναράκι του στα χέρια και τη σφυρίχτρα του στα χείλη πάει κ' έρχεται.. Η φωνή του τόρα ακούεται βραχνή: — Στις θέσεις σας, κύριοι!.....

Μα να κι ο ίδιος ο βασιλιάς, ο γυιός του Οιδίπου, να μάθη φτάνει σε καιρό τα νέα τ’ αγγέλου κι από τη βία κι αυτός δεν πάει τα πόδια ταίρια. ΑΓΓΕΛΟΣ Θα πω, καλά γνωρίζοντας, για τους εχθρούς μας το πώς καθένας έλαχε κλήρο στις πόρτες.

ΓΡΑΥΣ Πανώρηα μου κοράσια, οι Αχαιοί εδοκίμασαν κ' εμπήκαν στην Τρωάδα. Καθένας δοκιμάζοντας όλα τα κατορθώνει. ΓΟΡΓΩ Χρησμούς μας είπεν η γρηά κ' επήγε στο καλό της. ΠΡΑΞΙΝΟΗ Και τι δεν ξέρουν, μα και τι δεν ξέρουν οι γυναίκες! ως και το πώς επήρε ο Ζευς την Ήρα για γυναίκα. ΓΟΡΓΩ Για κύττα, Πραξινόη, εκεί στου παλατιού τις πόρτες τι κόσμος που στρημώνεται.

Λέξη Της Ημέρας

βόηθα

Άλλοι Ψάχνουν