Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 21 Ιουλίου 2025
Όσοι δε είναι πολύφιλοι και όλους τους αντικρύζουν φιλικώς, φαίνεται ότι δεν είναι φίλοι με κανένα, παρά μόνον πολιτικώς, και οι τοιούτοι λέγονται ευχάριστοι πολιτικώς, και οι τοιούτοι λέγονται ευχάριστοι. Λοιπόν είναι δυνατόν να είναι κανείς φίλος, και όταν δεν είναι ευχάριστος αλλά πραγματικώς καλός.
Καθώς η Βασίλισσα του έβγαζε την πανοπλία του, η φαρμακωμένη γλώσσα του δράκοντα έπεσε από την μπότα. Τότε η Βασίλισσα της Ιρλανδίας ξύπνησε τον πληγωμένο με κάποιο βότανο, και του είπε: «Ξένε, γνωρίζω ότι συ πραγματικώς σκότωσες το θεριό. Όμως, ο αυλάρχης μας, ένας άπιστος, ένας τιποτένιος, τούκοψε το κεφάλι, και ζητάει γι' αμοιβή την κόρη μου την Ιζόλδη την Ξανθή.
Πλησιάσας δε πραγματικώς μετ' ολίγον περίεργόν τι είδος ανθρώπου, μακρόν έχοντος και πιναρόν τον πώγωνα, ατημέλητον δε την κόμην και φυσιογνωμίαν μετέχουσαν αλώπεκος συνάμα και γυπός, με επώλησεν εις αυτόν επί υπερτιμήσει τεσσαράκοντα φράγκων. — Ας ωφεληθούν και άλλοι, είπεν ο ολιγαρκής Μπούτρος, εγκαταλείπων με εις τας απλύτους χείρας του νέου μου κατόχου.
Λέγεται δε ότι πραγματικώς είναι κοινά τα πράγματα των φίλων.
Και ο μεν Κτήσιππος έμεινεν αναπολόγητος και εσιώπησεν· εγώ δε, με απορίαν μου και θαυμασμόν δι όσα ήκουσα, — Πώς λέγεις, τον ηρώτησα, Διονυσόδωρε; έχω πράγματι ακούση από πολλούς και πολλάκις να κάμνουν χρήσιν αυτού του συλλογισμού και πάντοτε τον εθαύμασα· διότι και η σχολή του Πρωταγόρα και άλλοι ακόμη αρχαιότεροι φιλόσοφοι τον μετεχειρίζοντο συχνά· εμένα πάντα μου εκίνησε τον θαυμασμόν, και μου φαίνεται ότι και όλους τους άλλους ανατρέπει και αυτόν τον ίδιον· ελπίζω όμως να με διδάξης εσύ καλύτερα από κάθε άλλον, ποίον είναι το αληθές περί αυτού. «Δεν ημπορεί κανείς να ειπή ψεύματα», αυτό είναι το νόημα του συλλογισμού· δεν είναι έτσι; αλλ' ή κατ' ανάγκην εκείνος που ομιλεί θα λέγη αλήθειαν, ή δεν θα ομιλή; — Αυτό είναι, απήντησεν ο Διονυσόδωρος. — Θέλουν να ειπούν με αυτό, ότι είναι αδύνατον κανείς να είπη ψεύματα, ημπορεί όμως να έχη ψευδείς δοξασίας; — Όχι, ούτε ψευδείς δοξασίας, μου απήντησεν. — Ώστε δεν υπάρχει καθόλου ούτε ψευδής δοξασία; — Όχι, — Ούτε αμάθεια επομένως, ούτε αμαθείς άνθρωποι· διότι τ' άλλο παρά τούτο, αν υπήρχε, θα ήτο η αμάθεια, να μην έχη κανείς ορθάς ιδέας περί των πραγμάτων; — Βεβαιότατα. — Αλλ' αυτό δεν γίνεται, είπα εγώ. — Όχι βέβαια. — Το λέγεις έτσι αυτό, Διονυσόδωρε, απλώς διά να γίνεται λόγος και να μας εκπλήξης με αυτήν την παραδοξολογίαν, ή πραγματικώς το πιστεύεις πως δεν υπάρχει κανείς αμαθής εις τον κόσμον; — Αλλ' απόδειξέ μας συ το εναντίον. — Αλλά είναι δυνατόν να γίνη αυτό, κατά τον λόγον σου, να αναιρέση κανείς έναν άλλον, αφού κανένας δεν λέγει ψεύματα; — Όχι, δεν είναι δυνατόν, είπεν ο Ευθύδημος — Αλλά μήπως σου εζήτησα εγώ, επανέλαβεν ο Διονυσόδωρος, να αναιρέσης τον ισχυρισμόν μου; διότι ένα πράγμα που δεν υπάρχει, πως είναι δυνατόν κανείς να το ζητήση; — Ω Ευθύδημε, είπα εγώ, δεν εννοώ ακόμη κατά βάθος όλα αυτά ωραία και σοφά πράγματα· κάτι όμως άρχισα αμυδρώς να καταλαμβάνω.
Και όσον μεν διά τους κανόνας του εντέχνου λόγου μου φαίνεται ότι καλώς είναι εξηγημένοι. Φαίδρος Πραγματικώς φαίνεται· αλλ' ενθύμισέ μου τα συμπεράσματά μας.
Αυτούς τους πραγματικώς ιερούς κυνηγούς ας μη τους εμποδίζη κανείς, οπουδήποτε και οπωσδήποτε θέλουν να κυνηγούν. Τον δε ξενύχτην, ο οποίος βασίζεται εις τα δόκανα και εις τα καλάθια, ποτέ να μη τον αφήση κανείς να κυνηγήση εις κανέν μέρος.
— Κυρ Σπυράκη, ανέκραξεν ο Παντελής χωρίς να εγερθή. Βλέπω τον καπνόν. — Δεν είναι ακόμη ώρα να φανή το ατμόπλοιον! — Το βοηθεί ο άνεμος, επρόσθεσεν ο Παντελής. Ο Κ. Σπυράκης, περικλείων τους οφθαλμούς διά των χειρών, παρετήρησε τον ορίζοντα, όπου οι ιδικοί μας αγύμναστοι οφθαλμοί δεν διέκρινον ούτε καπνόν, ούτε τίποτε. — Πραγματικώς! ανέκραξε.
Μαγιάρ κύψας προς αυτόν, η καλή αυτή κυρία, η οποία ωμίλησε πρό τινος και μας εφιλοδώρησε με το κοκορίκο της, είναι υποθέτω ακίνδυνος, πραγματικώς ακίνδυνος. — Ακίνδυνος; εφώναξεν ειλικρινώς έκθαμβος. Τι; Πώς; Τι εννοείτε μ' αυτό; — Είναι ελαφρώς προσβεβλημένη, είπα, και ακούμπησα τον δάκτυλον εις το μέτωπόν μου. Φαντάζομαι ότι δεν είναι υπερβολικά, επικινδύνως ασθενής. Αι; — Θεέ μου!
Παραδείγματος χάριν ακόμη και εις την ερώτησιν της λάσπης ήτο δυνατόν να δώση μίαν πρόχειρον και απλήν απάντησιν, ότι το χώμα όταν αναμιχθη με το νερόν γίνεται λάσπη, και να αφήση κατά μέρος τι είδους λάσπη. Θεαίτητος. Πραγματικώς, καλέ Σωκράτη, τόρα, καθώς το είπες, φαίνεται ευκολώτερον.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν