Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 27 Μαΐου 2025
Εκεί ψηλά, που φαίνεται το μαύρο κυπαρίσσι Και πάρα πέρα ο εγκρεμός, εκεί 'νε και μια βρύση. 'Σ αυτήν διαβάτες, πιστικοί, γυρνούσαν νύχτα μέρα, Και γροίκαες νύχτα μέρα εκεί τραγούδι και φλογέρα. Μια μέρα, που ροβόλαγα από τ' απάνω πλάι, Είδα μια κόρη πώσκυψε κ' ήπιε νερό και πάει. Πήγα κ' εγώ κ' ήπια νερό, κι' αγάλιασα 'ςτήν ώρα, Και δροσισμένος κι' αλαφρός κατέβαινα στη χώρα,
Κι' από τες στάνες γύρα Οι πιστικοί συνάζονται, κόβουν κλαριά από κέδρους, Σταίνουν τετράψηλην φωτιά, στρώνονται αράδα αράδα, Και μέσ' 'ςτήν πύρα της φωτιάς, 'ςτή μυρουδιά του κέδρου, Καθένας λέει τα λόγια του. Κι' άλλος για αγάπες λέγει, Και μολογάει πως αγαπάει από καιρόν μια κόρην Οπού του κάνει το βαρύ, κι' αυτός απ' τον καϋμό του Να την μιλήση δεν τρομά, να την τηράη λυγώνει.
Μοναχά το βράδυ βράδυ, Σίντα βασιλεύει ο ήλιος, σίντα ανάβονται τ' αστέρια, Απ' του Κάστρου τα βουλίδια κι' από τα χαλάσματα Λεν πως βγαίνει ασπροντυμένη, σαν Στοιχειό, σαν Φάντασμα. Τι νάνε η λαμπερή φωτιά μέσ' 'ς το βουνό το πέρα Πού πότε πότε ανάβεται και πότε πότε σβυέται; — Αυτήν την ώρα οι πιστικοί τα πρόβατα σκαρίζουν.
Κι' όπου διαβαίνει ο Ήλιος, Όπου προβάλλει απόπερα, λαμποκοπούν τα βράχια, Καθάριος, καταγάλανος ο ουρανός γελάει, Κάμποι, βουνά χρυσώνονται, ανοίγουν τα λουλούδια, Τα πλάγια χορταριάζουνε, φυσάει γλυκά τ' αγέρι, Φέγγουν, αστράφτουν τα νερά, φουντώνουνε τα δέντρα. Λαλούν 'ςτά φύλλα τα πουλιά κ' οι πιστικοί 'ςτά πλάγια. Κι' ο Κόσμος τον θιαμαίνεται και τον καλοτυχίζει.
Βαλάνια από ημερόδεντρον τρων και σήμερον οι πιστικοί. Θιαμαίνομαι , θαυμάζω, εκπλήσσομαι Ιστ, ιστ σάλαγοι προβάτων
Κι' η ωμορφιαίς της λάμπουνε, κι' αστράφτουν 'στό κορμί της Αράδες τ' ασημόκουμπα κι' αράδες τα γιουρτάνια, Και 'ςτά καθάρια τα νερά τα πόδια της ασπρίζουν Σαν νάναι με τριαντάφυλλα και γάλα ζυμωμένα. Περνούν εκείθε πιστικοί και κυνηγοί διαβαίνουν, Κι' άλλοι την λεν Λιογέννητη, άλλοι την λεν Νεράιδα.
Ύστερα ο Χίτας ο Πολιάνος πήγε να φέρη κρυόνερο με το βουτσέλι από μια βρύση κρυφή τον ανήφορο, χωμένη μέσα 'ςτά σχοίνα, που μοναχά οι αγωγιάτες κ' οι πιστικοί την ηξέρουν. Ο Γιάννης ο Αρβανίτης κατέβηκε 'ςτήν ποταμιά για να κλέψη σταφύλια από τα λιγοστά αφύλαγ' αμπέλια των Παλιοχωρίτων. Γήραμε να πάρουμε και λίγον ύπνο.
θυμίαμα κι’ αλάτι τον αρπάζουν, του παίρουν τη φωνή και τον παν στα σπήλια τους. Όταν είναι ανεμοστρόβιλος και χορεύουν τα δεντρόφυλλα σύγκυκλα — σύγκυκλα, ο λαός πιστεύει, ότι χορεύουν Ξωτικιές, κι’ αναμερούνε, κάνοντας το σταυρό τους. Αναφέρονται πολλοί πιστικοί, ως αρπαγμένοι από τες Ξωτικιές.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν