United States or Paraguay ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αγάπη μου σ' αφίνω. — Αμέσως, παραμάνα μου. — Έσο πιστός, Μοντέκη. Πρόσμειν' εδώ μίαν στιγμήν κι’ αμέσως επιστρέφω. ΡΩΜΑΙΟΣ Ευλογημέν' η νύκτ' αυτή και τρις ευλογημένη! Φοβούμαι μήπως όνειρον ήτον αυτό που είδα· τόσον μου φαίνεται γλυκόν, που μόλις το πιστεύω. ΙΟΥΛΙΕΤΑ, επιστρέφουσα εις το παράθυρον. Δυο λόγια μόνον να σου ‘πώ, κι’ αλήθεια καλήν νύκτα.

Προς το παρόν, Σωκράτη μου, είναι ανάγκη να παραδεχθώμεν αυτό το οποίον λέγεις. Σωκράτης. Τότε λοιπόν πώς θα ορίσωμεν τόρα πάλιν την επιστήμην από την αρχήν; διότι δεν πιστεύω από τόρα να είμεθα κουρασμένοι. Θεαίτητος. Διόλου μάλιστα, αρκεί συ να μην αποκάμης. Σωκράτης. Λέγε λοιπόν, πώς πρέπει να την ονομάσωμεν, ώστε να μην αντιφάσκωμεν προς τον εαυτόν μας. Θεαίτητος.

Μα τον Ποσειδώνα! είπα, εγώ τότε· τώρα πλέον μ' αυτό επέθεσες τον κολοφώνα εις την σοφίαν σας· αρά γε θα την αποκτήσω και εγώ ποτέ, ώστε να γίνη και δική μου; — Και μήπως τάχα, Σωκράτη, θα την γνωρίσης, αν γίνη δική σου; — Εάν τουλάχιστον το θελήσης εσύ, πιστεύω ναι. — Και υποθέτεις λοιπόν, εξηκολούθησε, πως γνωρίζεις τα δικά σου; — Αν δεν λέγης συ τίποτε άλλο· διότι από σένα πρέπει να αρχίζωμεν και εις τον Ευθύδημον να τελειώνωμεν. — Νομίζεις λοιπόν ότι εκείνα τα πράγματα είναι δικά σου, που τα έχεις εις την κατοχήν σου και μπορείς να τα κάμης ό,τι θέλεις; παραδείγματος χάριν, το βώδι και το πρόβατον, που θα μπορούσες να τα πουλήσης και να τα χαρίσης και να τα θυσιάσης σε όποιο θεό θέλεις, νομίζεις πως είναι δικά σου; και εκείνα, που δεν θα μπορούσες να διαθέσης κατ' αυτόν τον τρόπον, δεν θα είναι δικά σου;

Αλλ' είτε συναισθανόμενος το ανευλαβές του πράγματος, είτε απλώς ένεκα της ασυναρτησίας και της συγχύσεως των ιδεών του, από το Πιστεύω επήδησεν άνευ διακοπής εις το Άλφα της Ιλιάδος. Η μνήμη του όμως δεν τον εβοήθει. Τι ήθελε πάθει μαθητής του, εάν ποτε διέστρεφεν ούτως ενώπιόν του την αθάνατον ραψωδίαν!

Διατί; — Υπόθεσε ότι δεν είμεθα ικανοί δι' έφοδον. — Υποθέτω. — Ούτε διά καύσιμον. — Ούτε. — Ούτε διά βούλιαγμα. — Ούτε. — Τότε δεν βλέπεις έν άλλο μέσον; — Ποίον; — Ο Δερμίνιος αυτός είνε φίλος μου. — Το ειξεύρω. — Εμβαίνει ολίγον εις τα έντιμα μέσα. — Ίσως. — Είνε ψευδευλαβής, υποκριτής, ασυνείδητος ΦαρισαίοςΠιστεύω. — Αν συνεννοηθώμεν μ' αυτόν... — Τότε αυτός θα μας εύρη το μέσον.

Εσύ…» δίστασε για λίγο, έπειτα ανέβασε τη φωνή, «μίλησες γι’ αυτό με τον Τζατσίντο; Πες μου την αλήθεια.» «Όχι», είπε ψέματα με σταθερή φωνή: «σας ορκίζομαι, δεν μίλησα γι’ αυτό». «Πιστεύεις τότε πως του το είπε ο ντον Πρέντου;» «Έτσι πιστεύω, ντόνα Νοέμι μου.» «Κάτι ακόμη. Πες μου, γιατί έφυγες;» «Δεν ξέρω. Αυτό σκεφτόμουν την ώρα που μ’ έπαιρνε ο ύπνος.

Για τα ιστορικά δράματα λοιπόν μπορούμε να είμαστε βέβαιοι ότι εχρησιμεύετο η αρχαιολογία, που και για τάλλα δράματα το ίδιο εγώ πιστεύω πως εχρησιμεύετο.

Μα τι τα θέλεις! Με όλη τη χαρούμενη έκφρασι που είχαν ψυχωμένα και άψυχα γύρω, κάτι εκρεμόταν αόρατο ψηλά κ' εκάθιζε μυλόπετρα στην ψυχή μας. Ανεξήγητη ανησυχία εκυρίευε όλων τα νεύρα. Ήταν η πίκρα του χωρισμού; ήταν ο φόβος του κινδύνου; Όχι· δεν το πιστεύω. Αν ήταν η «Παντάνασα» πρωτοτάξειδη εμείς όμως είμαστε παλιοί θαλασσομάχοι. Ο Βάραγγας εδιάλεξε τον αθέρα για να βάλη μέσα.

Ταύτα αρκούσι, πιστεύω, προς απόδειξιν ότι εξ ίσου άτοπον και παράλογον είνε να ζητή τις δράσιν εις τα έργα του Ρακίνα ή να περιορίση εις τον διάλογον τα δράματα του Σαιξπήρου.

Τι κάνεις; θα σπάσουμε την ξένη βάρκα. Τούτο την έκαμε ν' αναλογισθή νηφαλιώτερον το πράγμα, και προσέθηκε·Και τάχας δεν θα γυρέψουν τη βάρκα; δεν θα τους χρειαστή; Τίνος να είνε; Ο νέος εν αμηχανία απήντησεν·Αφού θα κάμουμε μια γύρα στο λιμάνι και θα γυρίσουμε... δεν πιστεύω να την γυρέψουν πρωτήτερα, ότινος να είνε. Εκάθισεν εις τας κώπας και ήρχισε να ελαύνη.