Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 24 Ιουνίου 2025
ΠΑΡΗΣ Αγάπης λόγια δεν χωρούν ‘ς τα μοιρολόγια μέσα. Καλήν σας νύκτα· 'πήτε της τα χαιρετίσματά μου. ΚΑΠΟΥΛΕΤΑΙΝΑ Πρωί πρωί την γνώμην της εγώ θα εξετάσω. Απόψε με βαρειάν καρδιάν να κλειδωθή επήγε. ΚΑΠΟΥΛΕΤΟΣ Επήρα την απόφασιν να τα τελειώσω, Πάρη. Ιδού, της κόρης μου εγώ σου τάζω την αγάπην. Νομίζω, ή καλλίτερα να ‘πώ, δεν αμφιβάλλω, ότι εκείν' εις κάθε τι θα κάμη όπως θέλω.
Εκεί το νέβρο ο Πάρης 375 πίσω τραβάει του δοξαριού και ρήχνει, κι' η σαΐτα έτσι άδικα απ' το χέρι του δεν πήδησε, μον βρήκε το χτένι του δεξιού ποδιού, και διάβηκε ως αντίκρυ στη γης και μπήκε. Γέλασε με την καρδιά του ο Πάρης, κι' οχ την ποδόχη πήδηξε και τούπε φαντασμένα «Σε κάρφωσα, άδικα η ρηξά δεν πήγε!
Αλλά τώρα ότε η Ζερβούδαινα του παρέστησε το πράγμα ως ελάττωμα και ασχημίαν, ήρχισε να σκέπτεται και να ενδοιάζη. Μήπως τωόντι ήτο ελάττωμα; Αλλ' αφού εις αυτόν εφαίνετο ωραίον; — Εμένα μ' αρέσει, επέμεινεν ο Μανώλης. — Αι, να τήνε πάρης, παιδί μου, να τήνε χαίρεσαι, είπε με συγκρατούμενον πείσμα η Καλιώ. Να χαίρεσαι τα μουστάκια τση και τη μαυρική τση.
ΚΑΠΟΥΛΕΤΑΙΝΑ 'Σ τους δρόμους τρέχει ο κόσμος· μερικοί φωνάζουν ο Ρωμαίος, του Πάρη άλλοι τ’ όνομα, και άλλοι Ιουλιέτα! Και όλοι τρέχουν με φωναίς προς το 'δικόν μας μνήμα. ΠΡΙΓΚΗΨ Τι είν' αυτό το άκουσμα το φοβερόν; Α’ ΝΥΚΤΟΦΥΛΑΞ Αυθέντα, μαχαιρωμένος είν' εδώ ο Πάρης, κι' ο Ρωμαίος αποθαμμένος, και ζεστή και νεοσκοτωμένη η Ιουλιέτα, που προχθές ετάφηκ' εδώ κάτω.
Διότι αυτά εδώ δεν είναι ούτε του Έκτορος ούτε του Πριάμου, ούτε έχεις τον χρυσόν που είχες άλλοτε. Εδώ είναι πόλις Ελληνική. Εις τόσην αναίδειαν έφθασες, δυστυχισμένη, ώστε ετόλμησες να πάρης άνδρα εκείνον του οποίου ο πατέρας εσκότωσε τον σύζυγόν σου και έκαμες παιδιά με τον κύριόν σου. Έτσι είσθε σεις όλοι οι βάρβαροι.
Πρώτος ο Πάρης έρηξε το γλήγορο κοντάρι, και βρήκε την ολόιση ασπίδα του Μενέλα· μά δεν την τρύπησε ο χαλκός, μον στην ασπίδα μέσα στράβωσε η μύτη.
Βλέπει τη γρηούλα. — Τι κάνεις, γιαγιά; την αρωτά — Ξεκουράζομαι κόρη μου, μουρμουρίζ' η γρηά. — Και πού πας; — Στ' αγγονάκια μου, στην άλλη γειτονιά, είδια τον ήλιο, γιορτή, ας πάω, είπα, να τα διώ σήμερα . . . ποιος ξέρει . . . — Έχεις ακόμα δρόμο· πώς θα πας; — Θα πάω, κόρη μου, ο Θεός . . . Κάτι εκρατούσε στην ποδιά της από κάτω η κοπέλλα. — Κάμε μου τη χάρι, γιαγιά, να πάρης αυτά για τ' αγγονάκια σου.
Ο Κουλούφ δεν ετόλμησε να εναντιωθή του αυθεντός του, ο οποίος ενδυνόμενος με το φόρεμα του σκλάβου, προς το βράδυ επήγαν εις την πόρταν του μιτζιτιού. Δεν επέρασε πολύ, και είδαν την γραίαν που ήλθεν, η οποία είπεν· τον σκλάβον δεν κάνει χρεία να τον πάρης, απαραίτησέ τον και έλα μόνος σου.
— Θ' ακολουθήσω την συμβουλήν σου. — Μη λησμονήσης ότι, αν φανής ζηλιάρης, αν την στενοχωρήσης και ζήτησης να την περιορίσης, είνε ακόμη βεβαιότερον ότι θα την πάθης. — Τι θέλεις τότε να κάμω; — Ούτ' εγώ δεν ηξεύρω. Αφού δεν ήκουσες την συμβουλήν μου, το καλλίτερον όπου έχω τώρα να σου συστήσω, είνε να μιμηθής το παράδειγμά μου, και, ό,τι και αν σου συμβή, να μη το πάρης κατάκαρδα.
Το Μεσολόγγι κράζει: — Έλα να πάρης τα κλειδιά, πασά! — Ο 'Μέρ φρυμάζει, Και καρτερεί 'σάν όχεντρα πότε να βρη καιρό Για να χουμήση άξαφνα. Ξεγέλασμα πικρό!. . Το Μεσολόγγι. Ομέρ-πασά, δεν το φυλάν' οι τοίχοι, Τ' ανδρεία στήθηα το φυλάν και η καλή του τύχη. 'Ξημέρωναν Χριστούγεννα.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν