United States or Norway ? Vote for the TOP Country of the Week !


Οι δικοί μας οι μιναρέδες είναι &γκρεμνισμένοι& χρόνια κ' αιώνες, κι ως τόσο τρέχουμε ακόμα στα χαλασμένα θεμέλιά τους κι ακκουμπούμε, μην τύχη και πέσουν! Να τo δούμε πώς έπεσαν, να μαζέψουμε τα σκόρπια λιθάρια και να τους ξαναστήσουμε, από το νου μας δεν περνάει. Θα με ρωτήξης, τι πάνε να πουν όλ' αυτά· θα μου πης πως δεν τα καλονοιώθεις, και να σου ξηγήσω το νόημα.

ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ Α! έτσι όπως συ το λες, Θεός να με φυλάξη!. . . ποτέ δεν τώχω πράξη!. . . ΒΛΕΠΥΡΟΣ Λοιπόν πώς το σκασες πρωί, και πού μου είχες πάη μαζύ με το μανδύα μου; ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ Εγώ;. . . κοιλοπονάει μια φίλη και συντρόφισσα κ' επήγα εκεί για λίγο. ΒΛΕΠΥΡΟΣ Και πώς δεν ρώτησες εμέ, και να μου πης «θα φύγω»; ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ Μπα, σε καλό σου, άνδρα μου!

Να μαζώξης τα λόγια σου, είπεν οργίλως ο Θευδάς. — Ο διάβολε! και τι σου χρεωστούσα να με γελάσης μες τα μάτια; — Εγώ σε γέλασα; — Δεν μου υποσχέθηκες να πας; — Δεν σου το υπεσχέθην επισήμως, είπεν ο γεννάδας. — Και τι θα πη &επισήμως&; Δεν καταλαβαίνω εγώ απ' αυτά, να σε χαρώ. — Σαν δεν καταλαβαίνης, κατάλαβε, είπεν ο Θευδάς. — Μη χειρότερα. — Δεν θα τα πης του αφέντη μου αυτά που μου είπες;

Όταν από τη Βρεταννία κατέβηκε στη Γαλλία και πολέμησε Φράγκους κι Αλαμανούς, και πανηγύριζε τις λαμπρές του νίκες, απάνω στη νεανική του παραφορά πρόσταξε να γίνη ξεφάντωμα σκληρό και ανωφέλευτο. Τι τάχα κέρδιζε βλέποντας δύστυχους Γερμανούς να σπαράζουνται από τα θεριά του θεάτρου του; Το μόνο που να πης είναι πως όσο και να μη βαστούσε από το Νέρωνα, λάτρευε όμως τους θεούς του ακόμα.

Εκεί θακούσης αρχαία γλώσσαΕγώ του λέω· Το στόμα σου νανοίξης, κι ό τι πης είναι αρχαίο. Ό τι κι αν πης, αρχαίο είναι! Το δεν , που κάθε μέρα το συνηθίζεις, αρχαίο, πολύ αρχαίο κι αφτό.

Ταις φωτιαίς, ταις αρμάδαις και τους καβαλλαρέους οπού ήλθαν! — Εγώ; Σοι είπα εγώ να τα διηγηθής αυτά εις τον αφέντη σου; — Αμμή τι; — Έχεις λάθος. — Μη τα έχασες; — Ο ένας από τους δυο. — Τι λες εκεί; — Σου είπα εγώ να διηγηθής εις τον αφέντη σου τέτοια πράγματα; — Τι άλλο; — Εγώ σου είπα μόνον να του πης ότι τον ζητώ. — Έτσι ε; — Τα άλλα αυτά τα είπαμεν μεταξύ μας, είπεν ο Τρέκλας.

Και εις τους δικούς σου δε τους Λακεδαιμονίους να 'πης, αν θέλης, εκ μέρους μου και να τους επιπλήξης ότι εχαυνώθησαν. ΠΟΛ. Ά, μη λες τίποτε περί των Λακεδαιμονίων, Διογένη, διότι δεν θα το ανεχθώ. Όσα όμως παρήγγειλες διά τους άλλους θα τα 'πω. ΔΙΟΓ. Αφού το θέλεις, ας αφήσωμεν τους Λακεδαιμονίους, αλλά μη παραλείψης να 'πης εις τους άλλους όσα σου παρήγγειλα. 2. &Πλούτων ή κατά Μενίππου.&

Δεν είναι να πης πως δε φέγγει, φέγγει και παραφέγγει με τέτοιο φεγγάρι. Μα κάθε λέξη που κοιτάζω, θαρρώ πως μιλά και μου λέει: «Στάσου, κοίταξέ με καλά. Με ξέρεις άραγες ποια είμαι γω; Εγώ, φίλε μου, είμαι μια γριά αρχόντισσα που με βρήκε μέσα στα λεξικά ο Σιορ Συντάχτης και μ' έβγαλε, με πάστρεψε, με στόλισε, με κάθισε στο μιντέρι του.

Ειπέ μου, γνωρίζεις τον πατέρα σου; ΑΓΟΡ. Ναι. ΧΡΥΣ. Λοιπόν εάν σου παρουσιάσω ένα άνθρωπον σκεπασμένον θα τον γνωρίσης; Τι θα πης; ΑΓΟΡ. Βέβαια θα πω ότι δεν τον γνωρίζω. ΧΡΥΣ. Αλλ' όμως αυτός είνε ο πατέρας σου• ώστε εάν τον αγνοής, επόμενον είνε ότι αγνοής τον πατέρα σου. ΑΓΟΡ. Όχι δα, διότι θα τον ξεσκεπάσω και θα μάθω την αλήθειαν.

Ο Θανάσης ο Βιόλας, που καθότανε σκυφτός, μετρώντας τους κόμπους του κομπολογιού του, σήκωσε άξαφνα το κεφάλι του και χαμογέλασε. — Τι θέλεις να μας πης, Γιαννιό; είπε. Μην τύχη κι' αγαπάη το Μαθιό το κορίτσι; Κάτι θα ξέρης του λόγου σου. Ο Μαθιός κοκκίνησε ως ταυτιά. — Δεν ξέρω ποιον αγαπάει! είπε. Την καρδιά της την ορίζει ν' αγαπήση όποιονε της αρέσει. Κανενός δεν πέφτει λόγος.