Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 8 Ιουνίου 2025
Τέλος φέρνουνε δάσκαλο για τα παιδιά τους ― και ν ά τ η ν η κ ο ι ν ό τ η τ α. Πρέπει, στην Ελλάδα ναφίσουν ελεύθερα ξανά τις κοινότητες να φυτρώσουν.
Μα μέσα σα χωθεί ο λαός και μπούνε ν' ανασάνουν, τα στέρια φύλλα κλείστε τα ξανά, γιατί φοβάμαι 535 μήπως — δεν τόχει τίποτα — πηδήσει μέσα ο σκύλος.» Είπε, κι' ανοίγουν οι φρουροί κι' αμπώχνουν τους μαντάλους.
Ξανά, μετά από σύντομη παύση, ήρθε η ερώτηση – και αυτήν την φορά με την πιο αδύνατη αλλά και πιο ζεστή λέξη που ο ίδιος ο Απόστολος είχε διαλέξει— ««Σίμων, γιέ του Ιωνά, Με αγαπάς;» Και ο Σίμωνας, βαθιά ταπεινωμένος και δυστυχισμένος αναφώνησε, «Κύριε, ξέρεις τα πάντα· Βλέπεις ότι σε αγαπώ».
Όμια κι' ο Αίας κάρφωσε πηδώντας τη δική του, 260 κι' ο στόκος ίσα διάβηκε ως μέσα — κι' ενώ ορμούσε πίσω ξανά τον άμπωξε — και κόφτοντας του πήγε ως στο λαιμό, κι' ανάβρυζε μαβρόθολο το αίμας.
Και τότες πρώτος θάρρος 230 πήρε ξανά ν' αντισταθεί του βασιλιά Αγαμέμνου.
Έπειτα έγραψε κάτι καινούργια φάρμακα : πρώτα ένα νερό κιτρινωπό σαν τσάι που θα γράφη απόξω στο μπουκάλι «Δακτυλίτις», να παίρνη δυο κουτάλια της σούπας, ένα το πρωί κ’ ένα το βράδυ, για τρεις μέρες το πολύ, κ' έπειτα από λίγες μέρες ξανά δεύτερο έν' άλλο που θάχη χρώμα σκούρο κόκκινο και θα λέη «Κολά», να βάζη από μισό κουταλάκι ή καμμιά εικοσαριά στάλες στο κρασί της-τρία δάχτυλα κρασί μαύρο κάθε φορά, όχι περισσότερο.
Όπου για δάφτον τρόμαξαν οι αφρισμένοι Αργίτες, μήπως τσακίσει ο πόλεμος ξανά και τον συλλάβουν, κι' εφτύς του γερο Νέστορα του κράζει ο Δομενέας 510 «Νέστορα, του Νηλέα γιε, των Αχαιών καμάρι, γλήγορα! και στ' αμάξι σου ανέβα — κι' ο Μαχάος δίπλα σου — και στα τέσσερα κατά τα πλοία χτύπα. Γιατί άθρωπος μαθές γιατρός αξίζει πλήθος άλλους· σαΐτες βγάζει, βότανα μαλαχτικά απιθώνει.» 515
Την όγδοη – ή θα πρέπει να πούμε την έβδομη κατοπινή μέρα — γιατί ήδη η ανάσταση είχε καταστήσει την πρώτη μέρα της βδομάδας ιερή στις καρδιές των Αποστόλων — οι έντεκα ήταν ξανά μαζεμένοι με κλειστές τις πόρτες.
Τη νια μαθές που τούδωκαν πρεσβιό τα παλικάρια, πήγε ξανά απ' τα χέρια του την πήρε ο γιος τ' Ατρέα. 445 Κι' ενώ απ' τη λύπη του έτρωγε τα σωθικά του ο γιος μου για το κορίτσι, να οι οχτροί στρυμώνουν τους Αργίτες μες στα καράβια, κι' όξω πια να βγούνε δε μπορούσαν. Έστειλαν τότε οι πρόκριτοι και τον περικαλούσαν να βγει, και δώρα τούταζαν πολλά και φημισμένα.
Εκεί πηγαίνει, τρέχοντας σα νάχασε το νου της, και πάει κι' η βάγια από κοντά με το παιδί στα χέρια.» Είπε, κι' εκείνος έφυγε ξανά τον ίδιο δρόμο 390 και τα καλόφτιαστα στρατιά περνούσε πιλαλώντας.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν