United States or Guam ? Vote for the TOP Country of the Week !


Σας παραγγέλνει αγάπη και σωτηρία. Βασίλισσα, να η γλώσσα της που τη φέρνουμε. — Φονηάδες, εφώναξε η Ιζόλδη, δώστε μου πίσω τη Βραγγίνα, την αγαπητή μου υπηρέτρια. Δεν ξέρατε ότι ήτανε η μόνη μου φίλη; Φονηάδες, δώστετή μου πίσω. — Βασίλισσα, σωστά έχουνε πη: «Η γυναίκα αλλάζει σε λίγες ώρες. Την ίδια ώρα η γυναίκα γελάει, κλαίει, αγαπάει, μισεί». Την εσκοτώσαμε, καθώς διατάξατε.

Υπάρχουνε πολλές δυστυχίες στον κόσμο. Δεν είναι ανάγκη να κλαις γι' αυτό. Αν είχαμε να κλαίμε για όλες τις συμφορές του κόσμου .. . ΔΩΡΑΑν ξέρατε, μπαμπά μου, πόσο την πόνεσα. Μια στιγμή σήκωσε τα μάτια της επάνω μου, πνιγμένα στα δάκρυα. Εκείνη η ματιά της μου φάνηκε πως μου ζητούσε μια βοήθεια, μια παρηγοριά.

«Αλλά τι κι' αν με σκοτώση; Δεν οφείλω να πεθάνω για την αγάπη σου, Ιζόλδη; Και τι άλλο κάνω κάθε μέρα, από να πεθαίνω; Αλλά σεις τουλάχιστον, Ιζόλδη, αν ξέρατε πως βρίσκομαι εδώ, θα καταδεχόσαστε να μιλήστε στο φίλο σας; Δε θα βάνατε τους βαλέδες σας να με διώξουνε πάλι; Ναι, θα επιχειρήσω μια κατεργαριά. Θα ντυθώ σαν τρελλός, κι' αυτή η τρέλλα θάναι μεγάλη φρονιμάδα.

Βάλτε το καλά στο μυαλό σας: ξέρατε ποιος ήταν και αποδειχτήκατε κακή γιαγιά γιατί επιτρέψατε στην Γκριζέντα να στρέψει την προσοχή της σε κάποιον που δεν της ταιριάζει.» «Και γιατί δεν της ταιριάζει; Ένας ελεύθερος άντρας ταιριάζει πάντα σε μια ελεύθερη γυναίκα, αρκεί να υπάρχει αγάπη. Κι εσείς, κυρά μου, ναι, θα μου κάνετε αυτή τη χάρη να του μιλήσετε.

Γιατί θα το διάταζα; Για ποιο έγκλημα; Δεν ήταν η αγαπημένη μου σύντροφος, η γλυκειά, η πιστή, η ωραία; Το ξέρατε κακούργοι. Την είχα στείλη να βρη σωτήρια βότανα. Και σας την εμπιστεύτηκα για να την προστατέψετε στο δρόμο, θα πω ότι την εσκοτώσατε, και θα σας κάψουνε απάνου στα κάρβουνα. — Βασίλισσα, μάθετε λοιπόν ότι ζη και ότι θα σας την ξαναφέρουμε σώα και απείραγη».

Πάντα ο ίδιος, πάντα ο ίδιος, Δεν μπόρεσε ν' αλλάξη, Θεέ μου. ΣΤΑΥΡΟΣ Κι όμως αν ξέρατε τι θα πη σκλαβιά. . . Μιλάς για σκλαβιά, γι' αυτούς που καταντήσανε να είναι πιο λεύτεροι κι από μένα! Η πολιτεία τους έκαμε βασιλιάδες, και λύνουνε και δένουνε, και κατεβάζουν αρχόντους με τον ψήφο τους. Πού μετακούστηκε να κυβερνά έναν τόπο η φτωχολογιά και η αργατιά.

Αύριο θα ξαναφυσήση πάλι. ΔΩΡΑΔεν είναι αυτό, μπαμπά μου. Μα, δεν ξέρετε, είδα κάτι τι τώρα που μου χάλασε όλη τη διάθεση. Είδες κάτι τι; Τι είδες, παιδί μου; ΔΩΡΑΤώρα που ανέβαινα τη σκάλα είδα μια κυρία κάτω στην είσοδο. Κρατούσε το μαντύλι στο πρόσωπό της και προσπαθούσε να κρύψη τα δάκρυά της. Φαινότανε πολύ δυστυχισμένη. Αν ξέρατε τι κακό που μούκανε. Αι, παιδί μου!

Με την Γκριζέντα όμως δεν είναι το ίδιο. Η Γκριζέντα δεν μπορεί να κλείσει τα μάτια.» Η Νοέμι παρά τη θέλησή της αισθανόταν αναστατωμένη. Λυπόταν πολύ τη γριά, που τύλιγε, λες και ήταν μωρό, την άκρη από την ποδιά της. «Εσείς φταίτε», είπε σοβαρά. «Ξέρατε, σαν ηλικιωμένη γυναίκα που είστε, πώς καταλήγουν αυτά τα πράγματα.» «Ξέρουμε, ξέρουμε…. και ποτέ δεν ξέρουμε τίποτε, κυρά μου!