Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 5 Μαΐου 2025


Ούτοι δε, άμα ητοιμάσθησαν, περιμείναντες νύκτα χειμερινήν, βροχεράν και συνάμα ασέληνον, εξήλθον της πόλεως· επί κεφαλής δ' αυτών ήσαν οι αίτιοι της επιχειρήσεως.

Κιαν τη μέρα δε σκότωνα τίποτα, τη νύκτα στα όνειρα μου έκανα θραύση. Καμμιά φορά μάλιστα ονειρευόμουν πως τουφέκιζα θηρία που γνώριζα μόνο από τη φυσική ιστορία ή από τα παραμύθια. Οι βοσκοί έκαναν ευχάριστη συντροφιά αν κήσαν απλοϊκοί διάπυροι του κόσμου. Είνε ζήτημα αν τρεις φορές το χρόνο πήγαιναν στο χωριό και κανείς των ίσως δεν είχε πάει στην πόλη.

Βλέπων τα ράφια γεμάτα ψωμία, εις δε την τράπεζαν παρατιθεμένην κάτασπρην πίτταν, ωργίζετο, πλην εις βάρος του, διότι έτρωγεν αρπαχτά την ζεστήν πίτταν, — εζήλευε να τρώγη η Κρατήρα φρέσκο, και αυτός ξηροκόμματα, ως τα έλεγε τότε τα ψωμία από την ζήλειαν τουκαι έπιπτεν όλη εις το στομάχι του και παρεπονείτο την νύκτα.

Ο μικρός μάγκας είχεν ακούσει πολύ συχνά από παιδία μεγαλείτερα απ' αυτόν παμπόλλας διηγήσεις περί φαντασμάτων, το οποία έβγαιναν τακτικά την νύκτα εις το παλαιόν έρημον χωρίον, εν μέσω τόσων ερειπίων, επάνω εις τον βράχον τον υψηλόν, τον με θαλασσωμένα τα σκέλη γίγαντα, όπου η ηχώ των κυμάτων, το οποία εχόρευε μαινόμενος ο βορράς νύκτα και ημέραν, αντήχει εις τα καθίσματα των βράχων, κάτω, εις τα άντρα τα θαλάσσια.

Μέσα εις τούτο υπήρχε πλήθος πολλών και πυκνών οικιών, η δε διώρυξ και ο μεγαλύτερος λιμήν ήτο γεμάτος από πλοία και εμπόρους, οι οποίοι έφθαναν από όλα τα μέρη του κόσμου και οι οποίοι επροξένουν ένεκα του πλήθους των φωνάς και θόρυβον και κρότον και την ημέραν και την νύκτα.

Μία δύναμις ουράνιος Εις την ψυχήν σας δίδει Πτερά ελαφρά, και υψόνεται Λαμπρόν το μέτωπόν σας Υπέρ την νύκτα. Από τα ολύμπια δώματα Δροσερόν καταβαίνει Χαράς, ελαίου φύσημα, Και στεγνόνει τα δάκρυα· Τον ίδρωτά σας. Εκεί όπου επατήσατε Ιδού οι καρποί φυτρόνουν, Και τ' άνθη ιδού σκορπίζουσι Τα κύματα ευτυχή Της μυρωδίας.

Πάμε, είπε και ο ξένος. Και επέστρεψαν εις την καλύβην. Ο ξένος ηυχήθη την καλήν νύκτα και απήλθεν εις το κατάλυμά του, εγγύς της παραλίας κείμενον. Τα όνειρα του Μάχτου. Ο Μάχτος έμεινε τελευταίος εις την κρύπτην του, προσδοκών μέχρις ου απομακρυνθώσιν οι δυο σύντροφοι. Βαθείαν αίσθησιν είχον εμποιήσει αυτώ αι προτάσεις και αι παρακελεύσεις του ξένου.

Αυτή ήτο η σκέψις της Ανθούλας, καθώς ο ύπνος έκλειε τα βλέφαρά της. Η σελήνη από τα βουνά αντικρύ έρριπτε την λάμψιν της εις το ωραίον προσωπάκι της. Ήτο ολόξανθος κόρη η Ανθούλα. Εάν την έβλεπε κανείς από τους ποιητάς μας τώρα, καθώς εκοιμάτο, θα έλεγε. «Εύμορφη, πεντάμορφη Σαν εικόνα μοιάζει.» — Θα σας ειπώ τι όνειρον είδεν εκείνην την νύκτα.

Πολλάκις όμως ο κυρ-Δημάκης μετέβαινεν «εις τ' ακρογιαλά» και την νύκτα. Και τότε φοβερώτερον ήτο το θέαμα εις τους οφθαλμούς του αγραυλούντος βοσκού.

Και την τρίτην νύκτα μετά την κηδείαν ο νεκρός εξήχθη από τον τάφον του, του οποίου το βάθος ήτο οκτώ ποδών, και κατετέθη εις το εργαστήριον ενός από τα ιδιωτικά νοσοκομεία της πόλεως. Μία τομή μικράς εκτάσεως ενηργείτο εις την γαστέρα, όταν η όψις του νεκρού, η οποία ήτο δροσερά και δεν έδειχνε κανέν σημείον αποσυνθέσεως, υπέβαλε την ιδέαν της ηλεκτροθεραπείας.

Λέξη Της Ημέρας

βασιλικώτερα

Άλλοι Ψάχνουν