United States or Rwanda ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ούτοι δε, άμα ητοιμάσθησαν, περιμείναντες νύκτα χειμερινήν, βροχεράν και συνάμα ασέληνον, εξήλθον της πόλεως· επί κεφαλής δ' αυτών ήσαν οι αίτιοι της επιχειρήσεως.

Έτρεξεν η αθλία αλλά δεν ησθάνετο πλέον δυνάμεις ακμαίας. Η αϋπνία των περασμένων νυκτών, η κακοπάθεια, αι συγκινήσεις την είχον καταβάλει. Τα μέρη, τα οποία είχεν ονομάσει ο Καμπαναχμάκης, απείχον πολύ, δεν ηδύνατο να οδοιπορήση προς τα εκεί εις την ασέληνον νύκτα.

Εκεί ήτο η φωλεά των νησσών, τας οποίας ήθελον να μαδήσωσι. Το σχέδιον των Αφρικανών δεν ήτο πολύ πεπλεγμένον. Όσον μικρά και αν ήτο η τριήρης των, δεν είχε τόσους μόνον επιβάτας. Τα δύο τρίτα του πληρώματος είχον μείνει επί της νηός. Προσωρμίσθησαν νύκτα εις τον Ασέληνον διά να μη προδοθώσιν.

Δεν ήτον όλως απόκρημνος η ακτή. Η παραλία τοιαύτη οίαν ηδύνατό τις κατά την ερεβώδη, την άναστρον και ασέληνον εκείνην νύκτα να την διακρίνη, θα ήτο γλυκεία και φιλομειδής υπό τας ακτίνας του φθινοπωρινού ηλίου, πριν πνεύση ο Εύρος ο εμφυσήσας την μανίαν του εις τα κύματα. Είς μόνος υψηλός βράχος υπήρχε, διατείνων εις την θάλασσαν τας ρίζας, όπου αμέσως εβαθύνετο το ύδωρ.

Παρήλθον έτη και ουδεμία είδησις περί του υιού έφθασεν ύστερον από την μόνην είδησιν όπου έφερεν ο καπετάν Σκινάς ότι τον είδε τον υιόν του γέροντος εις το χιώτικο καφενείον του Γαλατά φουμάροντα ναργιλέ με Χίους πλοιάρχους φίλους του. Μίαν νύκτα του Μαΐου μαλακήν και ασέληνον, εζήτησε το πυροφάνιον ο πρεσβύτης. — Πού θα πας; ηρώτησεν η τεθλιμμένη σύζυγος. — Τώρα θα ιδής.

Είχε μια μητέρα χήρα, μια καταραμένη γυναίκα, η οποία επειδή έχασεν όλα τα παιδιά της και τον άνδρα της, 'ς το τέλος, σαν ήρχοντο τα Χριστούγεννα, εκλείδωνε το σπίτι, τον εφορτώνετοτον ώμον αυτόν, το τελευταίον παιδί της, και έτρεχετα τέσσερα, 'ς τον Γέροντα, πίσω, 'ς τον Πρόδρομον εις τον μικρόν Ασέληνον, οπού έκαμνε Χριστούγεννα, κλαίουσα την ψυχήν της με τας καλογραίας.

Περί τας αρχάς της προλαβούσης εκατονταετηρίδος πειρατικόν πλοίον πλήρες αγρίων και αιμοχαρών Βαρβαρέζων προσωρμίσθη διάνυκτος εις τον όρμον Ασέληνον, κατά το νοτιοδυτικόν της νήσου.

Να, σκύλλα Βαβυλών, απήντα ο ψάλτης νομίζων ότι περί σκύλλας πράγματι επρόκειτο. Ταύτα ελέγοντο ενόσω ήτο υπήνεμος η βάρκα, με τας κώπας βραδυπορούσα, δεξιόθεν παραπλέουσα τον Ανάγυρον και τον Ασέληνον, αριστερόθεν πελαγωμένη αντικρύ των Τρικκέρων και του Αρτεμισίου. Ο παπά- Φραγκούλης εκάθητο κυβερνών εις το πηδάλιον, οι άλλοι εβοήθουν εις την κωπηλασίαν.

Εις τον ίδιον αυτόν Λογιώτατον δεν έστελλε γράμματα, αλλά μόνον στοματικά χαιρετίσματα, οπωσούν συχνάδιά μέσου αλιέων και σπογγοθηρών πλεόντων από του Σαρωνικού εις τας βορεινάς νήσους, και τανάπαλιν· κάποτε και διά μοναχών ταξειδιωτών, εξ Αγίου Όρους ερχομένων, οίτινες, αφού επεσκέπτοντο τα επί της νήσου Μονύδρια, την Παναγίτσαν της Κεχριάς την θαυματουργόν, την Καστριώτισσαν, τον Πρόδρομον τον Κρυφόν, τον άλλον τον Ασέληνον, κτλ., κατηυθύνοντο είτα εις Ύδραν, διά να ίδωσι τας εκεί μονάς και τους μονάζοντας, και είτα έφθανον μέχρι του Μεγάλου Σπηλαίου και της Αγίας Λαύρας, εις τα βορειοδυτικά του Μορέως.