United States or Oman ? Vote for the TOP Country of the Week !


Πάνοπλος, με τον κάμακα και τον γάντζον και την μάχαιραν, εμπεπηγμένα εν τη ζώνη, με το πυροφάνιον εσβεσμένον εις την μίαν χείρα, με μίαν συναγρίδα δεσμίαν εις την άλλην, με την πήραν ογκουμένην από του ώμου, επανήρχετο ο κυρ- Δημάκης εις την πόλιν. — Να κ' ένας ψαράς του βουνού! Έλεγαν όσοι τον έβλεπαν. Προσέδεσαν λοιπόν την λέμβον από τινος βράχου της νησίδος, ίνα φάγωσιν.

Την νύκτα όταν φέγγη γλυκά εκεί, μέσα εις την σιωπηλήν ερημίαν του πελάγους, θαρρείς και είναι κανδήλα ιερά ενώπιον αναμμένη του Γέρω-Άθωνος. Ω απερίγραπτον όνειρον πρωινόν. Αίφνης από μέσα από το πέλαγος προς ανατολάς κάτω, ανάπτει φως ερυθρόν· πυροφάνιον τερατώδες, τρίτωνός τινος τον οποίον τον επήρεν η ημέρα εις το ψάρευμα.

Με την άλλην κρατεί ελαφρόν σιδηρούν πυροφάνιον, εμπεπορπημενον από της οσφύος του, προς το πέλαγος τείνον, εν ώ σχίζαι δαδός, καίουσαι, διαχέουσι φαεινόν σέλας, φλογίζον λαμπρώς μέγαν κύκλον πέριξ, εντός του οποίου ο μαύρος τοξοειδής εκείνος όγκος παλαίει, ως να θέλη να πνιγή και πάλιν ως να μη θέλη.

Παρήλθον έτη και ουδεμία είδησις περί του υιού έφθασεν ύστερον από την μόνην είδησιν όπου έφερεν ο καπετάν Σκινάς ότι τον είδε τον υιόν του γέροντος εις το χιώτικο καφενείον του Γαλατά φουμάροντα ναργιλέ με Χίους πλοιάρχους φίλους του. Μίαν νύκτα του Μαΐου μαλακήν και ασέληνον, εζήτησε το πυροφάνιον ο πρεσβύτης. — Πού θα πας; ηρώτησεν η τεθλιμμένη σύζυγος. — Τώρα θα ιδής.

Το πυροφάνιον έλαμπεν ακόμη, εμπεπηγμένον εκεί, ως πυρσός τάφου, βοΐζον υποκώφως, αναρριπιζόμενον υπό ελαφράς του ανέμου πνοής, θεωρεί προς τα κάτω και προφθάνει να ίδη τα φως μόνον του τσιμπουκίου του βυθιζομένου συζύγου της, όπερ και αυτό, ευθύς εσβέσθη και συνεκαλύφθη υπό τους αφρούς της αναταραχθείσης θαλάσσης. Έβαλε κραυγήν γοεράν.