Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 3 Μαΐου 2025
Του φανήκανε εξαιρετικά όμορφα τα δυο κείνα πλάσματα, αλλά δε κατόρθωσε να προσδιορίσει τα χρόνια τους. Παρατήρησε ότι από τότε που κλεισμένος στο καράβι δεν έβλεπε γυναίκες είχε χάσει το απλούστατο πράμα γι' αυτόν. Είχε χάσει τη δύναμη να κρίνει τις γυναίκες. Ανυπομονούσε ν' ακούσει τη φωνή τους, πώς θάταν. Δε μιλούσαν όμως.
Τώρα είμαι σφιγμένος, δέσμιος, κλεισμένος, πλακωμένος, δεμένος χειροπόδαρα με φόβους κ' υποψίας! — Αλλά, είπε μου, έχομεν τουλάχιστον τον Βάγκον; ΔΟΛΟΦΟΝΟΣ Τον έχομεν, αυθέντα μου, 'ς ένα χανδάκι μέσα, με είκοσι ορθάνοικταις πληγαίς 'ς την κεφαλήν του, Από αυταίς του έφθανε και μια! ΜΑΚΒΕΘ καθ' εαυτόν Καλόν και τούτο! Το μέγα φίδι έλειψε.
Κλεισμένος 'ς το χαρέμι Τ' ακούει ο Σουλτάν Μαχμούτ και ρυάζεται και τρέμει, Και τα πυκνά τα γένεια του τινάζει με λαχτάρα. Φωτιά, προστάζει και σφαγή και γύμνια και τρομάρα! Φεύγουν οι δόλιοι χριστιανοί πώς φεύγουν τα πουλιά, Όταν θολούρα τα βαρεί αλάργα απ' τη φωληά, Και μέσ' 'ςερμιαίς βαθειαίς γυρνούν και κρύβονται 'ςτά βράχια. Οι κάμποι μένουν έρημοι, καίγονται χόρτα αστάχυα.
Καταλαβαίνω ότι κάποιος που ήξευρε ότι ο Χαρίνος είνε ζηλιάρης ηθέλησε μ' αυτόν τον τρόπον να του ανάψη τη ζήλια• και αυτός αμέσως εθύμωσε. Αλλ' έννοια σου και αν τον συναντήσω πουθενά θα του μιλήσω. Δεν ξέρει, βλέπεις, τον κόσμο, είνε παιδί ακόμη. ΜΕΛ. Πού να τον δης, πούνε κλεισμένος με την Σιμμίχην: Και όμως οι γονείς του έρχονται και μου τον ζητούν εμένα.
ΡΩΜΑΙΟΣ Τα πόδια τα σπασμένα. ΜΠΕΜΒΟΛΙΟΣ Ρωμαίε, ετρελλάθηκες; ΡΩΜΑΙΟΣ Όλως διόλου όχι· Πλην είμαι και από τρελλόν σφικτώτερα δεμένος, κλεισμένος εις τα σίδερα, καταβασανισμένος, και ραβδισμένος, νηστικός... Παιδί μου, καλή 'μέρα. ΥΠΗΡΕΤΗΣ Διπλοκαλημερίζω σε. — Ηξεύρεις να διαβάζης; ΡΩΜΑΙΟΣ Ω ναι! διαβάζω το γραπτόν της μοίρας της κακής μου. ΥΠΗΡΕΤΗΣ Και θα το έμαθες αυτό χωρίς βιβλίον ίσως.
Ο Τριστάνος είχε πολύ αδυνατίσει και δε μπορούσε πεια να μένη στην ακτή του Πέμμαρχ, κι' από πολλές μέρες κλεισμένος στο παλάτι έκλαιγε για την Ιζόλδη που δεν ερχότανε. Τσακισμένος, παραλυμένος, θρηνεί, αναστενάζει. Λίγο θέλει για να πεθάνη από τον καϋμό του. Επί τέλους, φύσηξεν ο άνεμος και φάνηκε το άσπρο πανί. Τότε η Ιζόλδη με τα Λευκά Χέρια εκδικήθηκε.
Το χάρτινον πλοιάριον ανέβαινε και κατέβαινεν εις το αυλάκι, και κάποτε εστρεφογύριζε τόσον ορμητικά, ώστε έτρεμεν ο στρατιώτης· αλλά δεν το απεδείκνυεν, ούτε ήλλαζεν η φυσιογνωμία του, και εκύτταζεν εμπρός του πάντοτε με το όπλον επ' ώμου. Έξαφνα εχώθη το πλοιάριον εις την υπόνομον, και ο στρατιώτης ευρέθη εις τα σκοτεινά, επίσης σκοτεινά καθώς όταν ήτο κλεισμένος εις το κουτί του.
Όταν όμως σωθούν αι αμαρτίες μας, κι’ ανατείλη η μέρα, που θα ελευτερωθή η Πόλη, ο Παπάς εκείνος, που μένει από τότε κλεισμένος και ζωντανός κάπου, θα ξαναγυρίση στην Αγιά Σοφιά, από την ίδια θυροπούλα, που βρίσκεται ως τα σήμερα κλεισμένη, ιεροφορεμένος, ξεσκούφωτος και κρατώντας στα χέρια του το άγιο δισκοπότηρο με την &Κοινωνιά&, και θα εξακολουθήση τη λειτουργιά, που δεν είχε αποτελειώσει, λέγοντας τα γράμματα, που υπολείπονται, και τη στιγμή, που θα ειπή το: &«Δι’ ευχών των αγίων πατέρων ημών, Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησον ημάς.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν