United States or Puerto Rico ? Vote for the TOP Country of the Week !


Εκεί ταξίδευε η καρδούλα του». Έκανα το σταυρό μου. «Βρε του παπά την κόρη; » του κάνω. «Σωστά, μου λέει. Την παπαδοπούλα τη μικρή, το Μυγδαλιώ, με τις μακρυές κοτσίδες.

Η Μπαμπέττα ήκουσε και παρετήρησε έξω διά των λεπτών παραπετασμάτων του παραθύρου της· όταν όμως είδε τον λευκοφορεμένον άνδρα και εσκέφθη ποίος είναι, εκτυπούσε η καρδούλα της από φόβον, αλλά και από θυμόν. Έσβυσε τάχιστα το φως, εδοκίμασε αν όλοι οι σύρται των παραθύρων ήσαν βαλμένοι, και τον άφησε τώρα να κουκουβαγιάζη και να βουίζη όσον ήθελε.

Πρέπει να πάρω απάνω από οκτώ γιατρικά και να κάμω επάνω από δώδεκα κλύσματα για νάρθω πάλι στα συγκαλά μου. ΜΠΕΛΙΝΑ Καλά, καλά, αγάπη μου· ησύχασε λίγο, ησύχασε. ΑΡΓΓΑΝ Αγάπη μου, συ είσαι η μόνη μου παρηγοριά. ΜΠΕΛΙΝΑ Χρυσό μου παιδί! ΑΡΓΓΑΝ Και για να σου δείξω την ευγνωμοσύνη μου για την αγάπη σου, καρδούλα μου, θέλω να κάνω, καθώς σου είπα, τη διαθήκη μου.

ΘΕΡΑΠΩΝ Γιατί φοβούνταν τους κακούς χρησμούς. ΟΙΔΙΠΟΥΣ Χρησμούς; Και ποιοι ήταν οι χρησμοί; ΘΕΡΑΠΩΝ Πως θα σκοτώση τους γονιούς του οι χρησμοί λέγαν. ΟΙΔΙΠΟΥΣ Και πώς εσύ το ξέδωκες σ’ αυτό το γέρο; ΘΕΡΑΠΩΝ Λυπήθηκε η καρδούλα μου. Και σ’ άλλον έτσι το ’δωκα στην πατρίδα του για να το πάρη, και κείνος για τη φοβερή μου δυστυχία το ’σωσε.

Τρέχα! Εγώ πηγαίνω να τα 'πώ με τον γαμβρόν μου. Τρέχα· τρέχα, και ήλθεν ο γαμβρός. Τρέχα ευθύς, σου λέγω! Ο κοιτών της Ιουλιέτας. ΠΑΡΑΜΑΝΑ Κυρία! Αι, κυρία μου· ακούεις; Ιουλιέτα! — Κοιμάται τώρα ‘ς τα βαθειά. — Αρνάκι μου· κυρία! Ω ακαμάτρα, εντροπή! Αγάπη μου, θ' ακούσης; Κυρία μου· καρδούλα μου· εσύ, γλυκειά μου νύμφη! Τι; ούτε λέξιν; Βέβαια, τον χαίρεσαι τον ύπνον. Καλοκοιμήσου!

Τότες η Βρισοπούλα, νια χρυσή σαν Αφροδίτη, σαν είδε από σκληρό χαλκό τον Πάτροκλο σφαγμένο, τούπεσε απάνου, κι' έμπηξε τα κλάματα, ξεσκώντας, την όμορφη όψη τ' απαλά λαιμά της τ' άσπρα στήθια. 285 Κι' έτσι μοιρολογούσε η νια πούχε νεράιδας κάλλη «Πάτροκλε, εσύ που η μάβρη μου σε λάτρεβε η καρδούλα, Αχ ζωντανό εγώ σ' άφισα σαν έφεβγα, και τώρα στο γυρισμό μου, αφέντη μου, σε βρίσκω σκοτωμένο.

Είτα, ανακυκλούσα εις τον νουν την έμμονον ιδέαν, ήτις της είχε κολλήσει, χωρίς να την εκφράζη μεγαλοφώνος, είπε με φωνήν, την οποίαν θα ηδύνατο ν' ακούση τις, αν παρίστατο μάρτυς της σκηνής εκείνης: «Αν έκαμα καλά, Άι-Γιάννη μου, να μου δώσης σημείο σήμερα. . να κάμω μία καλή πράξι, ένα ψυχικό, για να γαληνιάσ' η ψυχή μου κ' η καρδούλα μου! . . . »